Wednesday 9 May 2007

Κάτω ο πουριτανισμός

Ο βαθμός ελευθερίας και πολιτισμού μιας κοινωνίας κρίνεται από τη θέλησή της να αποδεχτεί την πορνογραφία

Σάλμαν Ρούσντι


Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου διέταξε, την προηγούμενη Πέμπτη (26/4), την κατάσχεση των ταινιών "ασέμνου περιεχομένου" που εσχάτως έχουν αρχίσει να δίνουν ως δώρο όλο και περισσότερες εφημερίδες. Ως δημοκρατικοί άνθρωποι καταγγέλλουμε τέτοιου είδους κατασταλτικές και λογοκριτικές μεθόδους, όχι μόνο επειδή είμαστε εναντίον της λογοκρισίας σε κάθε περίπτωση, αλλά και επειδή δεν αποδεχόμαστε τις σκοταδιστικές και συντηρητικές αξίες που εκφράζει η απόφαση αυτή του Εισαγγελέα.


Για εμάς η σεξουαλική απελευθέρωση συνιστά κομμάτι της γενικής κοινωνικής απελευθέρωσης για την επίτευξη της οποίας εργαζόμαστε. Χωρίς φυσικά να πιστεύουμε ότι οι ταινίες πορνό -οι λεγόμενες τσόντες, με τις οποίες όλοι έχουμε λίγο πολύ μεγαλώσει- συνιστούν επίλυση του σεξουαλικού και ερωτικού προβλήματος από σκοπιά αυτόνομη, δεν μπορούμε να μην καταγγείλουμε τον συντηρητισμό αυτών που τις πολεμούν. Οι τσόντες μπορεί να μην συνιστούν μορφή σεξουαλικής απελευθέρωσης, καθώς όχι μόνο διατηρούν, αλλά και οδηγούν στα άκρα τον διαχωρισμό του αισθησιακού μέρος του έρωτα από το συναισθηματικό συμπλήρωμά του (υπάρχουν βέβαια κι εξαιρέσεις), μια τέτοια παρατήρηση όμως έχει νόημα μόνο για όσους αγωνίζονται για το σπάσιμο των ερωτικών και σεξουαλικών ταμπού και όχι για τους πουριτανούς: από άλλη σκοπιά κάνουμε εμείς κριτική στην πορνογραφία και από άλλη κάνουν αυτοί· μεταξύ τους υπάρχει ερεβώδες και αβυσσαλέο χάσμα. Όσες διαφωνίες κι αν έχουμε εμείς με την πορνογραφία -διαφωνίες που είναι, όσον αφορά σε μερικές πτυχές του ζητήματος, αρκετά σημαντικές- πρέπει πάντοτε να την υπερασπιζόμαστε απέναντι στους παραδοσιακά συντηρητικούς ή ακόμα και απέναντι στις φεμινίστριες που την αντιμάχονται[1]. Διότι η πορνογραφία καταξιώνει την ελεύθερη ενασχόληση με το σεξουαλικό πεδίο, πράγμα πολύ σημαντικό, έστω κι αν γίνεται κατά τρόπο συγκαλυπτικό ή περιοριστικό.


Επίσης δεν καταλαβαίνουμε γιατί είναι χειρότερο να βλέπει ένα μικρό παιδί σκηνές σεξουαλικού περιεχομένου απ' ότι σκηνές εν ψυχρώ δολοφονιών. Το λέμε αυτό, διότι είναι γνωστό ότι, πέραν των αμερικανικών -και όχι μόνο- ταινιών οι οποίες βρίθουν σκηνών σκωτωμών και βιαιοτήτων, τα παιδιά της εποχής μας παίζουν κατά κόρον ηλεκτρονικά παιχνίδια όπως το Doom ή το Carmageddon στα οποία, όσο πιο πολλούς -εν ψυχρώ- φόνους κάνεις, τόσο πιο πολλούς πόντους κερδίζεις[2]. Η απόφαση του Εισαγγελέα σημαίνει, κατά συνέπεια, ότι η σεξουαλικότητα είναι κάτι χειρότερο από τη βία και τις εν ψυχρώ και ελαφρά τη καρδία δολοφονίες αθώων ανθρώπων. Παρατήρηση που δείχνει με τον καλύτερο τρόπο τις αξίες βάσει των οποίων κρίνει ο εν λόγω κύριος.

Το ζήτημα όμως δε θα μας ένοιαζε και τόσο, αν οι απόψεις του κου Εισαγγελέα δεν εξέφραζαν και το λεγόμενο λαϊκό αίσθημα, όπως δυστυχώς φάνηκε ότι συμβαίνει: οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες πολίτες δήλωσαν σύμφωνοι με την απόφαση απαγόρευσης της κυκλοφορίας του πορνογραφικού υλικού[3]. Γεγονός που δείνχει πόσο μεγάλες ανοησίες είναι όλα όσα λέγονται περί της δήθεν σεξουαλικά απελευθερομένης συμπεριφοράς των σύγχρονων ανθρώπων: ο πανσεξουαλισμός των ημερών μας δεν είναι δείγμα καμιάς ερωτικής απελευθέρωσης· είναι, αντίθετα, μια μαζική επικράτηση αυτού που ο Wilhelm Reich αποκαλούσε νευρωτική πολυγαμία. Πρόκειται για την αδυναμία του υποκειμένου να αγαπήσει, λόγω προσκόλλησης σε παιδικές φοβίες ή σεξουαλικές φάσεις παλαιότερων ηλικιών, η οποία εκφράζεται μέσω μιας υπερενεργητικότητας στο αυστηρά αποκομμένο από κάθε συναίσθημα αγάπης και τρυφερότητας σεξουαλικό πεδίο. Γι’ αυτό και στις μέρες μας, όπου το κενό νοήματος θερίζει, οι άνθρωποι αποδέχονται τόσο εύκολα την επιστροφή ενός παραδοσιακού τύπου πουριτανισμού. Δυστυχώς όμως κανείς δε βγαίνει να μιλήσει γι’ αυτή την κατάσταση, η οποία όλο και επιδεινώνεται, καθιστώντας πολλά σημαντικά ζητήματα μη συζητήσιμα, λόγω των ταμπού[4].

Ο αγώνας για την κοινωνική απελευθέρωση, για τη δημιουργία δηλαδή μιας αυτόνομης και δημοκρατικής κοινωνίας, είναι μεταξύ τόσων άλλων και αγώνας υπέρ της ερωτικής απελευθέρωσης, καθώς είναι αγώνας για το σπάσιμο των ταμπού όλων των ειδών –άρα και των σεξουαλικών. Δεδομένης μάλιστα της σημασίας που έχει η σεξουαλικότητα για το ανθρώπινο ον, ένα πολιτικό πρόταγμα που θέλει να λέγεται απελευθερωτικό δε μπορεί επουδενί να αφήνει ανέγγιχτο το ερωτικό πρόβλημα. Αυτή η φράση μπορεί να ακούγεται αυτονόητη μετά τα όσα έγιναν κατά τη δεκαετία του ’60. Δεν είναι καθόλου όμως, καθώς η εποχή μας είναι εποχή μεγάλου ερωτικού συντηρητισμού, τόσο λόγω του νευρωτικώς πολυγαμικού προτύπου που προωθεί, όσο και λόγω των παραδοσιακών ταμπού που έχουν αρχίσει να επανεγκεθιδρύονται, ως καλώς δοκιμασμένες αξίες του παρελθόντος τις οποίες οι άνθρωποι ανασύρουν από τους σκουπιδοτενεκέδες της ιστορίας μπας και καταφέρουν έτσι να καλύψουν το κενό νοήματος που τους κατατρώει.


ΑΜΕΣΗ ΑΠΟΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΡΝΟΓΡΑΦΙΑΣ.

ΟΤΑΝ ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ ΔΙΝΟΥΝ ΔΩΡΟ ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΕΣ «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ» ΕΙΝΑΙ ΑΣΤΕΙΟ ΝΑ ΘΕΩΡΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΑΣΕΜΝΗ ΠΡΑΞΗ ΤΗΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΠΟΡΝΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ.

ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ, ΑΝΤΙ ΝΑ ΘΕΩΡΟΥΜΕ ΧΥΔΑΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΛΗΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, ΝΑ ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΟΥΜΕ ΩΣ ΑΣΕΜΝΗ ΤΗΝ ΠΟΡΝΟΓΡΑΦΙΑ;

ΑΝΤΙ ΝΑ ΖΗΤΑ ΤΗΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΠΟΡΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΛΟ ΘΑ ΗΤΑΝ Ο κος ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΝΑ ΑΠΑΙΤΕΙ ΤΗ ΣΥΛΛΗΨΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ ΣΕ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΛΑΣΕΙΣ, ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΑΔΩΣΗΣ ΠΡΟΤΥΠΩΝ ΠΟΥ ΤΗΝ ΕΥΤΕΛΙΖΟΥΝ, ΟΠΩΣ ΟΙ ΑΞΙΕΣ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ.

[1] Αναφερόμαστε σε φεμινίστριες όπως η A. Dworkin η οποία έχει πρωτοστατήσει στην ψήφιση νόμων -σε πολιτείες των ΗΠΑ- οι οποίοι επιβάλλουν απαγορεύσεις στην απρόσκοπτη κυκλοφορία πορνογραφικού υλικού. Οι φεμινίστριες που είναι κατά της πορνογραφίας ταυτίζουν την πορνογραφία με μερικές μόνον εκφάνσεις της, όπως οι ταινίες σαδομαζοχιστικού και ακραία φαλλοκρατικού χαρακτήρα. Όποια κι αν είναι τα επιχειρήματά τους –τα οποία πολλές φορές είναι σωστά- δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση –αν είμαστε δημοκρατικοί- να δεχτούμε ως λύση τη λογοκρισία. Τη λογοκρισία τη δέχονται όσοι –όπως οι αναρχοφαμινίστριες- θεωρούν ότι τα φαλλοκρατικά και πατριαρχικά πρότυπα δε συνιστούν έκφραση της ίδιας της κοινωνίας, αλλά είναι, αντιθέτως, άνωθεν επιβεβλημένα από σκοτεινά κέντρα –πιθανώς από μια παγκόσμια εβραϊκή συνωμοσία βασικό φερέφωνο της οποίας είναι ο Freud, γνωστός ισραηλίτης μισογύνης. Περιττό να πούμε ότι όλη αυτή η φιλολογία που προσπαθεί να περιστείλει το μεγαλείο του Freud σε μερικές πατριαρχικές προκαταλήψεις που εκφράζονται σε ορισμένες πτυχές του έργου του συνιστά αυτό που λέγεται αντίσταση στην ψυχανάλυση. Για την περίπτωση μάλιστα φεμινιστριών σαν την Dworkin πρέπει να μιλήσουμε και για φθόνο του πέους.


[2] Είναι γνωστό επίσης ότι μια από τις αγαπημένες αποκριάτικες στολές των μικρών αγοριών είναι αυτή του «κομμάντο», η οποία αποτελείται από ρούχα παραλλαγής, μπερέ, βαμμένο πρόσωπο σε χρώμα παραλλαγής –προαιρετικά- κι ένα πλαστικό αυτόματο όπλο στο χέρι. Έτσι αναπαράγεται το μιλιταριστικό δηλητήριο κι όχι μέσω της προπαγάνδας ή της «πλήσης εγκεφάλου» από το «Κράτος», όπως θέλουν να πιστεύουν οι συνωμοσιολόγοι.


[3] Χαρακτηριστικό παράδειγμα της στάσης του μέσου μεταμοντέρνου ανθρώπου απέναντι στην πορνογραφία είναι η περίπτωση της νεαρής Γκαέλ, ηρωίδας της ταινίας του A. Resnais Προσωπικοί φόβοι σε δημόσιους χώρους (Cœurs), η οποία αποπαίρνει άσχημα τον συγκάτοικό της, επειδή τον πιάνει «στα πράσα» να παρακολουθεί μια πορνό βινετεοκασέτα.


[4] Πράγμα που κατέστη εμφανές από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν μια σειρά ζητημάτων της επικαιρότητας με χαρακτηριστικά σεξουαλικό χαρακτήρα, όπως ο βιασμός στην Αμάρινθο, ο «Ροζ Ταξίαρχος» και η υπόθεση του μακαρίτη του Βαρθολομαίου.

8 comments:

Anonymous said...

Βλ. και το παρακάτω κείμενο του Θανάση Τριαρίδη: http://www.triaridis.gr/keimena/keimD019.htm

(ευχαριστούμε το Διονύση για την επισήμανσή του)



ΑήΒ

Anonymous said...

Αν απο το κειμενο της Andrea Dworkin, "Γιατί η πορνογραφία αφορά τις φεμινίστριες" καταλάβατε οτι τα επιχειρήματα κατα της πορνογραφιας στεκουν μόνο σε "ταινίες σαδομαζοχιστικού και ακραία φαλλοκρατικού χαρακτήρα", τοτε είστε αξιοι της μοιρας σας

imaginaire radical said...

Για να μας το λέτε εσείς, κάτι παραπάνω θα ξέρετε. Δεν είναι ανάγκη πάντως να μας δείρετε, για να πείτε την άποψή σας -εκτός κι αν διαφωνείτε και μ'αυτό, οπότε πάμε πάσο.

Νίκος

Anonymous said...

Προσθέτω, επί τη ευκαιρία, το link ενός κειμένου που βρήκα τυχαία και είναι σχετικό με το θέμα μας:

http://www.akyro.net/?cat=8

Νίκος (ΑήΒ)

Anonymous said...

http://www.terminal119.gr/show.php?id=336

imaginaire radical said...

Να υποθέσω ότι ο κύριος που προσέθεσε το link για το κείμενο της Dworkin είστε εσείς που μας ραπίσατε με το προηγούμενο ποστ σας; Θα μας ενδιέφεραν ειλικρινώς οι απόψεις βάσει των οποίων μας χτυπάτε. Εξάλλου εκφράσαμε δημοσίως τη μετάνοιά μας -εσείς δε φιλοτιμείσθε ούτε δυο αράδες να μας γράψετε; Τόσο για τον πούτσο μας έχετε πια; Ειλικρινά μας λυπεί η ιδέα που έχετε για εμάς. Πως περιμένετε να συνεχίσουμε το έργο μας, με τι κουράγιο και διάθεση, αν μας φέρεστε τόσο άσχημα; Είστε πολύ κακός άνθρωπος.

Νίκος

Anonymous said...

Πολύ ενδιαφέρουσα η ανάλυση σας (καθώς με βρίσκει σύμφωνο σε αρκετά σημεία) όπως και η κριτικη σe "φεμινιστριες" τύπου Andrea Dworkin και Valerie Solanas.

Μια απορία μονο.Μπορείτε να μου διευκρινήσετε το πως ο διαχωρισμός του αισθησιακού μέρους του έρωτα από το συναισθηματικό του συμπλήρωμά αποτελούν εμπόδιο προς την σεξουαλική απελευθερωση;

Ευχαριστω

Κορνηλιος Φον Ζαχερ

imaginaire radical said...

Προς Κορνήλιο
Μέγα ερώτημα, θα σε παρέπεμπα στον Μέγαν Ανατολικόν, όπου ο Εμπειρίκος το αποδίδει υπέροχα το όλο ζήτημα.
Αν η ερωτική απελευθέρωση νοείται ως σπάσιμο των σεξουαλικών ταμπού, τότε θα πρέπει καταρχήν να ξεπεραστεί η θεμελιώδης αδυναμία η οποία, κατά τους ψυχαναλυτές, κάνει τους ανθρώπους να μη μπορούν να επιθυμήσουν -ερωτικά- αυτόν που αγαπούν και να αγαπήσουν αυτόν που επιθυμούν. Αυτή η αδυναμία εμποδίζει τη συμφιλίωσή μας με τη σεξουαλικότητα, καθώς την μυστικοποιεί και τη συγκαλύπτει, δημιουργώντας ένα εντελώς ψεύτικο ιδεώδες περί έρωτα και αγάπης το οποίο βασίζεται είτε στην απώθηση της σεξουαλικότητας, είτε στην απώθηση των καθεαυτό συναισθημάτων.Αν δεν αρθεί ο διαχωρισμός μεταξύ αισθησιακού και τρυφερού (ξεκαθαρίζω: όταν λέω περί κατάργησης του διαχωρισμού εννοώ ότι πρέπει να κατακτηθεί η ικανότητα να τον υπερβαίνουμε, ότι πρέπει δηλαδή να μην μας κυριαρχεί ως ταμπού κι όχι ότι πρέπει να μην κάνουμε, αν προκύψει, "απλό", μη επενδεδυμένο με αισθήματα βαθύτερα, σεξ) δε μπορούμε να αντιμετωπίσουμε κατά τρόπο αυτόνομο το πρόβλημα του Άλλου. Αν δεν τον δούμε, πάνω στη στιγμή της καύλας και της έκστασης ως άτομο με το οποίο κατά κάποιον τρόπο «συνεργαζόμαστε», για να φτάσουμε στην ηδονή, τότε μόνο ως αντικείμενο ή εργαλείο άντλησης ηδονής μπορούμε να τον δούμε. Μόνο αν μπορούμε να διασπούμε τον εγκλεισμό στον οποίο μας βυθίζει η έκσταση της ηδονής μπορούμε να επιτύχουμε αυτό που ο Εμπειρίκος αποκαλεί «φιλερωτικότητα» κι «ερωτική αλληλεγγύη». Νομίζω ότι η ηδονή της καύλας τείνει κατά κάποιον τρόπο προς τον αυτισμό και τον σολιψισμό –ως προσπάθεια επιστροφής στην πρωταρχική κατάσταση (με την καστοριαδική έννοια του όρου)-, πράγμα που μας το δείχνει πολύ καθαρά ο Sade, όπως επίσης φυσικά κι οι αυνανιστικές φαντασιώσεις, κατά τις οποίες ο άλλος βρίσκεται υπό την απόλυτη κυριαρχία μας. Αν δεν αναγνωρίσουμε τον Άλλο ως ερωτικό σύντροφο κι όχι ως αντικειμενικό φραγμό που μας χωρίζει απ’ την ηδονή μας (όπως συμβαίνει στον Sade –κι ο Pasolini το έχει πιάσει κάπως αυτό, όταν βάζει τον Δούκα, στο Salo, να φωνάζει απελπισμένος, την ώρα που τον κατουρά στο πρόσωπο μια κοπελίτσα, «το κακό στον έρωτα είναι ότι χρειάζεται πάντοτε κι έναν συνεργάτη»), νομίζω πως παραμένουμε υπό ένα καθεστώς ερωτικής ετερονομίας. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο Άλλος είναι άνοιγμα –εν προκειμένω στην ηδονή και σε ό,τι αυτή σηματοδοτεί για εμάς- και όχι φραγμός (ή κόλαση, όπως έλεγε ο Sartre). Νομίζω πως γι’ αυτό ο Εμπειρίκος κάνει τόσο σφοδρή κριτική στον Sade. Εξάλλου, η κατάκτηση της φιλερωτικότητας χτυπά στη ρίζα του κάθε μορφή σεξισμού –το λέω για τον κύριο ανώνυμο παραπάνω, που μας παραπονέθηκε. Ελπίζω να είναι κάπως σαφές αυτό που έγραψα.

Νίκος