Tuesday 19 January 2010

Για την ιθαγένεια και τα πολιτικά δικαιώματα των μεταναστών


Το νομοσχέδιο που ρυθμίζει τα θέματα της απόκτησης ιθαγένειας και της συμμετοχής στις τοπικές εκλογές για ορισμένες κατηγορίες μεταναστών, στάθηκε η αφορμή για να συζητηθεί δημόσια ξανά, μετά το ρατσιστικό ξέσπασμα των πογκρόμ της κυβέρνησης Καραμανλή το περασμένο καλοκαίρι, το θέμα των μεταναστών και των δικαιωμάτων τους. Οι μετανάστες, ως ένα από τα πιο περιθωριοποιημένα κομμάτια της κοινωνίας, υφίστανται προβλήματα κοινωνικοποίησης, πρόσβασης σε αξιοπρεπείς και κατάλληλες παροχές υγείας, συνθήκες εργασιακής βαρβαρότητας αλλά και οικονομική εκμετάλλευση. Επιπλέον, έρχονται αντιμέτωποι συχνά με ρατσιστικές συμπεριφορές και πρακτικές και επιθέσεις κατά της σωματικής τους ακεραιότητας, προβλήματα που τον τελευταίο καιρό έχουν οξυνθεί αρκετά (γεγονότα στον Αγ. Παντελεήμονα, βασανιστήρια στα αστυνομικά τμήματα κ.λπ.).


Μια νέα ρύθμιση για τα ζητήματα ιθαγένειας ήταν από καιρό επιβεβλημένη αφού εδώ και δεκαετίες συνυπάρχουμε με ανθρώπους στους οποίους αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε ίσα δικαιώματα. Είναι, από κάθε πλευρά, απαράδεκτο ότι μόνιμοι κάτοικοι της χώρας αυτής δεν έχουν δικαίωμα να αποφασίζουν, έστω έμμεσα, για τις πολιτικές τις οποίες υφίστανται και οι ίδιοι.


Η κατοχύρωση της ιθαγένειας συνδέεται για μας αποκλειστικά με το δικαίωμα συμμετοχής στη δημόσια ζωή. Επομένως τα κριτήρια για την απόκτησή της δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να είναι εθνοφυλετικά, θρησκευτικά ή κριτήρια πολιτιστικής ομοιομορφίας, αλλά να καθορίζονται από τη δημοκρατική άποψη που υποστηρίζει ότι όλοι οι μόνιμοι κάτοικοι μιας γεωγραφικής περιοχής έχουν το δικαίωμα της ένταξης στο πολιτικό σώμα, και της συμμετοχής στη δημόσια σφαίρα. Στο πλαίσιο αυτό, η αρχή του αποκλεισμού από το πολιτικό σώμα όσων έχουν διαφορετική εθνική καταγωγή και πολιτισμική ταυτότητα, δηλαδή η υπερίσχυση του δικαίου του αίματος (Έλληνας γεννιέσαι, δε γίνεσαι ή κατά το γηπεδικότερον «Δε θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ») επί του δικαίου του εδάφους (πολίτες είναι οι κάτοικοι) είναι απολύτως αντιδραστική. Ουσιαστικά, η αρχή αυτή βασίζεται στις ναζιστικής έμπνευσης θεωρίες περί φυλετικής καθαρότητας που επιβιώνουν και σήμερα μεταλλαγμένες και αποτελούν συστατικό στοιχείο των σύγχρονων ρατσιστικών αντιλήψεων και του ξενοφοβικού λόγου της ακροδεξιάς.


Οι προτάσεις του υπουργείου, αν και συνιστούν ένα κατ’ αρχήν θετικό βήμα, μπορούν να χαρακτηριστούν ως άτολμες και ανεπαρκείς. Οι περιορισμοί που μπαίνουν στα κριτήρια για την απόκτηση ιθαγένειας (ειδικά στα παιδιά που μεγαλώνουν εδώ) αποκλείουν μεγάλο αριθμό ανθρώπων από θεμελιώδη δικαιώματά τους, ιδίως απαιτώντας τη νομιμότητα των γονέων, χωρίς να λαμβάνουν καθόλου υπόψη τους το κριτήριο της πραγματικής (και όχι απαραίτητα νόμιμης) διαμονής. Επιπρόσθετος φραγμός για την απόκτηση της ιθαγένειας είναι και το υψηλό αντίτιμο για το παράβολο της αίτησης απόκτησης της ιθαγένειας. Οι μετανάστες που ζουν στην Ελλάδα οφείλουν απλά να γνωρίζουν επαρκώς τη γλώσσα για να μπορούν να συμμετέχουν στη δημόσια ζωή. Δεν οφείλουν να ασπάζονται ούτε τη χριστιανική θρησκεία ούτε τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό ούτε να ντύνονται τσολιάδες στις εθνικές εορτές. Η κοινωνία αυτή είναι ήδη εκ των πραγμάτων πολυπολιτισμική, όπως ήταν κάθε κοινωνία μέχρι σήμερα, καθώς πολιτισμικά στοιχεία αφομοιώνονται εκατέρωθεν από όλες τις κουλτούρες που έρχονται σε επαφή. Όσον αφορά τα πολιτικά δικαιώματα, οι προτάσεις εισάγουν μεν το δικαίωμα του εκλέγειν ενώ το δικαίωμα του εκλέγεσθαι περιορίζεται στον πρώτο βαθμό της αυτοδιοίκησης κι εκεί μερικώς, γεγονός που δημιουργεί κατάφωρη ανισοτιμία στο συνολικό δικαίωμα ψήφου των αλλοδαπών.


Εδώ, αξίζει να σημειωθεί ότι από τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου μπορεί να προκύψει ο εξής κίνδυνος: να ρυθμιστούν ορισμένα θέματα ιθαγένειας και δικαιωμάτων ψήφου αλλά παράλληλα να παγιωθεί η κατάσταση παρανομίας και παντελούς έλλειψης δικαιωμάτων για τους «παράνομους» μετανάστες, γεγονός που επιβεβαιώνει τον βαθύ και παράλληλα, αυθαίρετο διαχωρισμό που επιβάλλει η κυβέρνηση σε αυτή την κατηγορία μεταναστών, ακολουθώντας τις σκληρά περιοριστικές πολιτικές της Ευρώπης – φρούριο με την πολλαπλή ενίσχυση των βίαιων αποτρεπτικών πολιτικών στα κοινοτικά σύνορα. Ας μην ξεχνάμε τις εκατοντάδες των θυμάτων στα ελληνικά σύνορα (οι οποίοι αποκαλούνται από τις κυβερνήσεις λαθρομετανάστες), τις απάνθρωπες συνθήκες στα κέντρα κράτησης καθώς και τα εξευτελιστικά χαμηλά ποσοστά χορήγησης ασύλου σε πολιτικούς πρόσφυγες.


Το γεγονός της ομαδικής επίθεσης ακροδεξιάς προπαγάνδας ενάντια στην πρωτοβουλία εκσυγχρονισμού των διατάξεων ιθαγένειας που πραγματοποιήθηκε στην ιστοσελίδα της δημόσιας διαβούλευσης του νομοσχεδίου και η προσπάθεια πρόκλησης δημοψηφίσματος για το συγκεκριμένο ζήτημα από το Λα.Ο.Σ. και ακροδεξιές ομάδες αποτελούν ένα ακόμα επεισόδιο στη ρητορική μίσους και στις προσπάθειες επιβολής μιας υποκουλτούρας εθνικής καθαρότητας, μισαλλοδοξίας, ρατσισμού και ξενοφοβίας εκ μέρους της ακροδεξιάς (ζήτημα ταυτοτήτων, μακεδονικό, βιβλίο ιστορίας, υπόθεση Δραγώνα κ.ά.). Οφείλουμε να εκτιμήσουμε κατά πόσον οι ακραίες απόψεις που εκφράστηκαν εκεί πολύ συχνά υπό τη μορφή «δεν είμαι ρατσιστής, αλλά δε θέλω να γίνονται Έλληνες οι ξένοι» αντιπροσωπεύουν ένα κομμάτι της κοινωνίας μεγαλύτερο από τους ψηφοφόρους της δεξιάς και της ακροδεξιάς.


Δυστυχώς, για ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, η φυλετική καθαρότητα και ο εθνικισμός αποδοκιμάζονται απλά σε διακηρυκτικό επίπεδο, τη στιγμή που επικυρώνονται και επιδοκιμάζονται στην καθημερινότητα από σημαντική μερίδα Ελλήνων, ως πρακτικές αποκλεισμού μιας μερίδας συμπολιτών μας από τη δημόσια ζωή και από στοιχειώδη δικαιώματα. Η χυδαία τοποθέτηση του Α. Σαμαρά για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, τοποθέτηση που κινείται στο πλαίσιο «είμαστε πολέμιοι του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, αλλά δεν θέλουμε τους ξένους με ίσα δικαιώματα» θυμίζει το οργουελιανό new speak κατά το οποίο «ο πόλεμος είναι ειρήνη». Πολλές φορές μάλιστα και τα ίδια τα επιχειρήματα υπεράσπισης του νομοσχεδίου κινούνται από έναν εθνικιστικό λόγο του στυλ «οι δεύτερης γενιάς μετανάστες μετέχουν της ελληνικής παιδείας», που θα πει προσκυνούν την ανωτερότητα του έθνους και αφομοιώνονται, υποτάσσονται στα πολιτισμικά μας πρότυπα. Ένας τέτοιου είδους λόγος περί αφομοίωσης βασίζεται στο αξίωμα της κυριαρχίας του ενός πολιτισμού πάνω στον άλλον, της αξιωματικής σύγκρουσης των πολιτισμών κατά Χάντιγκτον, και όχι της αναγκαιότητας αμφίπλευρης ανταλλαγής και επικοινωνίας.


Ο στόχος, λοιπόν, δε μπορεί να είναι να κάνουμε τους ξένους Έλληνες, αλλά να αποδεχτούμε το απλό γεγονός πως οι πολιτισμικές ταυτότητες είναι εξ ορισμού ανοιχτές και δημιουργούνται σε μια βάση επιμειξίας και όχι καθαρότητας όπως απαιτεί ο κυρίαρχος στην κοινωνία εθνικιστικός λόγος. Η αξία της ανεκτικότητας απαιτεί την επιδίωξη τέτοιων επιμειξιών τη στιγμή που εξασφαλίζεται η κοινή πολιτειακή ταυτότητα σε όλους, η επικράτηση του νόμου επί του εθίμου και ο σεβασμός της διαφορετικότητας.


Όσον αφορά την πρόταση της ακροδεξιάς για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, θεωρούμε ότι θα συνιστούσε καταχρηστική εφαρμογή της αρχής της πλειοψηφίας σε ένα πεδίο όπου θα έπρεπε εξ ορισμού να εξαιρείται από τέτοιες εφαρμογές. Το επίμαχο ζήτημα άπτεται μιας αναγκαίας διευρυμένης ερμηνείας του δικαίου περί ανθρώπινων δικαιωμάτων (δικαίωμα στην ιθαγένεια, δικαίωμα ισότιμης συμμετοχής στα κοινά, έστω και μέσα στο πλαίσιο της αντιπροσώπευσης) και επομένως δεν μπορεί να υπόκειται στη βούληση της πλειοψηφίας. Δε μπορεί δηλαδή με βάση μια απόφαση της πλειοψηφίας να καταργηθούν θεμελιώδη δικαιώματα μιας μειοψηφίας, καθώς κάτι τέτοιο θα συνιστούσε κυριαρχία της πλειοψηφίας επί της μειοψηφίας και θα αναιρούσε την ίδια τη συγκροτητική αρχή ενός πολιτεύματος που θεμελιώνεται πάνω σε βασικές οικουμενικές αρχές όπως η ισότητα και η ισονομία. Η παραχώρηση της ιθαγένειας πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια καθαρά διοικητική και εκτελεστική διαδικασία που ρυθμίζει την αυτοδίκαια απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων σε όλους τους μόνιμους κατοίκους μιας γεωγραφικής περιοχής στη βάση ενός μίνιμουμ κριτηρίων που οριοθετούνται από υποχρέωση του κράτους να προασπίζει την ισότητα και την ισονομία όλων.


Σχετικά links:

http://www.hlhr.gr/index-el.htm

http://gazikapllani.blogspot.com/

http://www.petitiononline.com/greekcit/petition.html

Saturday 16 January 2010

Οι Δραπετσώνες του Κόσμου

15/01/2010
του Περικλή Κοροβέση

Φανταστείτε τον πρωθυπουργό της Ελλάδας μαύρης φυλής. Τον αρχηγό της αντιπολίτευσης κινέζο και τον αρχηγό του ΛΑΟΣ Αφγανό. Μοιάζει λιγάκι σαν αριστερίστικη προβοκάτσια, αλλά αυτή μπορεί να είναι η πραγματικότητά μας ύστερα από μερικές δεκαετίες. Και ο λόγος είναι απλός: «Καθαροί» λαοί ουδέποτε υπήρξαν και ουδέποτε θα υπάρξουν. Φυλές υπήρξαν και υπάρχουν. Αλλά αυτές ουδέποτε δημιούργησαν κράτη-έθνη, που είναι δημιούργημα του διαφωτισμού. Στην ουσία όλα τα κράτη του κόσμου είναι αυθαίρετα. Κατά κανόνα είναι διαμελισμένες αυτοκρατορίες που επιβάλλονται από τους νικητές μετά από πολέμους(π.χ. Οθωμανική αυτοκρατορία, Αυστροουγγαρία κλπ).

Η καθαρότητα του έθνους είναι μια ναζιστική αντίληψη (αν και προϋπήρχε στην Ευρώπη και τις Αμερικές) που σημαίνει την εξόντωση του διαφορετικού. Είτε στο όνομα της φυλής, είτε στο όνομα της θρησκείας, είτε στο όνομα των πολιτικών ή των φιλοσοφικών πεποιθήσεων. Η καθαρότητα είναι το άλλο όνομα του ολοκληρωτισμού. Αυτό που αποκαλούμε έθνος είναι η κυριαρχία ενός πολιτισμού και μιας γλώσσας και δεν έχει καμιά σχέση με τους δεσμούς αίματος. Και από αυτή την άποψη η κυριαρχούσα κουλτούρα δεν απειλείται από καμία μειονότητα, όσο και να είναι διαφορετική. Αργά ή γρήγορα θα ενταχθεί στο υπάρχον σύστημα. Και αυτό το βλέπουμε καθαρά στους έλληνες μετανάστες. Άλλη η νοοτροπία του ελληνοαμερικάνου και άλλη η νοοτροπία του ελληνογάλλου.

Η μετανάστευση είναι μια φυσιολογική ροπή της ανθρωπότητας. Αν το σημερινό ανθρώπινο είδος, που δημιουργήθηκε στην Αφρική, δεν μετανάστευε, σήμερα ο πλανήτης θα ήταν ακατοίκητος. Κι αν γνωρίζαμε τις μετακινήσεις των πληθυσμών στο βάθος της ιστορίας, η σημερινή μετανάστευση θα μας φαινόταν αστεία. Γιατί μετακινούνται οι άνθρωποι και αφήνουν τα σπίτια τους, τις οικογένειες τους, τη γη τους; Το είπε ο Τάσος Λειβαδίτης στο στίχο του «στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή». Και είναι πολλές οι «Δραπετσώνες» πια στον κόσμο μας. Και ξέρουμε πια και ποιος είναι ο λόγος. Ο παγκοσμιοποιημένος, ο μαφιόζικος καπιταλισμός του καζίνου που καταστρέφει οικονομίες και περιβάλλον και απειλεί τη ζωή του πλανήτη.

Στην ουσία οι μετανάστες έρχονται στον καταστροφέα τους για να εισπράξουν την αποζημίωση με ένα λαθραίο μεροκάματο.


http://www.protagon.gr/Default.aspx?tabid=70&smid=382&ArticleID=1162&reftab=61&t=%CE%9F%CE%B9-%CE%94%CF%81%CE%B1%CF%80%CE%B5%CF%84%CF%83%CF%8E%CE%BD%CE%B5%CF%82-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%9A%CF%8C%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%85

Sunday 3 January 2010

Συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην πρεσβεία του Ιραν

Την Τρίτη 5 Γενάρη στις 18.00 στο Φάρο Ψυχικού και πορεία προς την Ιρανική πρεσβεία.

Έχουμε εκφράσει και παλιότερα την αλληλεγύη μας στις γυναίκες και τους άνδρες που διακδικούν τη φιλελευθεροποίηση του αυταρχικού και θεοκρατικού καθεστώτος του Αχμαντινεζάντ.

Αναδημοσιεύουμε και το σχετικό δελτίο τύπου των διοργανωτών της συγκέντρωσης:

Αλληλεγγύη στην Ιρανική εξέγερση

Η εξέγερση στο Ιράν, μετά τις παρατυπίες στις προηγούμενες εκλογές, είχε ήδη κάνει ορατή τη μαζική αμφισβήτηση του θεοκρατικού και δικτατορικού καθεστώτος.Οι διαδηλωτές και οι διαδηλώτριες που διεκδίκησαν δικαιώματα κι ελευθερίες, αντιμετωπίστηκαν με άγρια καταστολή, βασανιστήρια, ακόμα και δολοφονίες.

Αυτές τις μέρες ξαναβρίσκονται στο δρόμο χιλιιάδες πολίτες του Ιράν, γιατί ασφυκτιούν κάτω από αυτό το καθεστώς που τούς στερεί κάθε δικαίωμα (ιδαίτερα από τις γυναίκες). Και πάλι το καθεστώς των μουλάδων αντιμετωπίζει τις συνεχιζόμενες κνητοποίήσεις με ωμή βία. Τώρα, περισσότερο από ποτέ, είναι ώρα να δείξουμε την αλληλεγγύη μας στους εξεγερμένους. Ο λαός του Ιράν έχει ανάγκη την αλληλεγγύη των κινημάτων, και όχι τα κροκοδείλια δάκρυα της Δύσης, η οποία συνεχίζει να τον απειλεί με πόλεμο.

Αλληλεγγύη στην Ιρανική εξέγερση

Να σταματήσει η σφαγή - Να απελευθερωθούν όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι

Συγκέντρωση διαμαρτυρίας Τρίτη 5 Γενάρη, 6 μ.μ στο φάρο Ψυχικού και πορεία προς την Ιρανική πρεσβεία

ΑΚΟΑ, Αντιεθνικιστική-Αντιμιλιταριστική Πρωτοβουλία, Γυναικεία Ομάδα Αυτοάμυνας, Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, Κόκκινο, Νεολαία ΣΥNασπισμού, ΟΚΔΕ Σπάρτακος, Σύνδεσμος Αντιρρησιών Συνείδησης

ανοιχτή συνάντηση (κι άλλη;)

Μετά το γκραν σουξέ των προηγούμενων ανοιχτών συναντήσεων αισθανόμεθα την ηθική υποχρέωση να συνεχίσουμε αυτό το αποτρόπαιο έθιμο καλώντας σε ανοιχτή συνάντηση της ομάδας τo Σάββατο 9 Ιανουαρίου στις 18.00 στο καφέ Dasein (Σολωμού 12 - πλατεία Εξαρχείων). Για τις λεπτομέρειες του προγράμματος ο αναγνώστης μπορεί να ενημερωθεί από τη δεξιά στήλη.

Απo-ανάπτυξη, η μόνη βιώσιμη απάντηση στην οικονομική και περιβαλλοντική κρίση

Του Γ. Καλλή
Καθηγητή στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης

Η από-ανάπτυξη αναφέρεται πρωτίστως στην ανάγκη αποσύνδεσης του στόχου της κοινωνικής ευημερίας από τον στόχο της οικονομικής μεγάθυμης, της αύξησης δηλαδή του ΑΕΠ. Η πρόταση της από-ανάπτυξης είναι απλή. Μπορούμε να ζήσουμε καλύτερα χωρίς να χρειάζεται να παράγουμε ή να καταναλώνουμε όλο και περισσότερο. Ακόμα πιο ριζοσπαστικά, η από-ανάπτυξη προτείνει μια ανάστροφη διαδικασία απο-μεγένθυνσης, ή σμίκρυνσης αν θέλετε, της οικονομίας, δηλαδή ελάττωσης της συνολικής παραγωγής και της συνολικής κατανάλωσης. Η διαδικασία αυτή είναι απαραίτητη, όπως θα εξηγήσω, αν θέλουμε να αποφύγουμε την οικολογική καταστροφή. Και αν την διαχειριστούμε σωστά, η απο-ανάπτυξη όχι μόνο δεν θα οδηγήσει σε αύξηση της ανεργίας και της φτώχειας, αλλά μπορεί και να βελτιώσει την ποιότητα της ζωής μας. Ο όρος απο-ανάπτυξη μεταφράζει στα ελληνικά το γαλλικό decroissance, ή το αγγλικό de-growth, όρος ο οποίος πρωτοεισήχθη από τους οικονομολόγους Jacques Grinevald του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης, και Serge Latouche του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Ο τελευταίος έχει γράψει σειρά δημοφιλέστατων βιβλίων πάνω στο θέμα και πολλά άρθρα στην Γαλλική και Διεθνή έκδοση της Le Monde.

Στην Γαλλία, και κατά δεύτερο λόγο στην Ιταλία και την Ισπανία, έχουν γεννηθεί κινήματα πολιτών τα οποία σήμερα αριθμούν χιλιάδες μέλη και τα οποία εργάζονται και εφαρμόζουν καθημερινά, μακριά από ακαδημαϊκές συζητήσεις, την ιδέα της από-ανάπτυξης. Τα κινήματα αυτά έχουν ενεργό ρόλο στην ανάπτυξη δικτύων ανταλλαγών και κοινοτικών νομισμάτων, κοινόκτητων οικισμών και οικολογικών καταλήψεων, κοινόκτητων συστημάτων επιδιόρθωσης ποδηλάτων ή χρήσης αυτοκινήτων, συνεταιριστικών τραπεζών, αγροτοσυναιτερισμών βιολογικών προϊόντων και οικολογικών αυτό-διοικούμενων βιοτεχνιών.

Το μήνυμα της απο-ανάπτυξης δεν είναι απλά ότι πρέπει να καταναλώνουμε λιγότερο. Ανατρέποντας το τοτέμ της οικονομικής ανάπτυξης, η από-ανάπτυξη μας καλεί να επανακτήσουμε την οικονομία από τα χέρια των ειδικών. Να επανα-πολιτικοποιήσουμε δηλαδή την δημόσια συζήτηση για το τι οικονομία θέλουμε και για ποιο σκοπό.

Γιατί να από-αναπτυχθούμε;

Επειδή η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι βιώσιμη. Δεν είναι βιώσιμη οικολογικά, δεν είναι βιώσιμη κοινωνικά, δεν είναι βιώσιμη ούτε καν οικονομικά. Η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης είναι ένα οξύμωρο το οποίο πρέπει να μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

Πρώτον, γιατί δεν είναι οικολογικά βιώσιμη η ανάπτυξη? Σας παραθέτω απλούς υπολογισμούς, από ένα άρθρο του καθηγητή Tim Jackson στο περιοδικό New Scientist. Ας υποθέσουμε, γράφει ο Jackson έναν παγκόσμιο πληθυσμό εννέα δισεκατομμυρίων το 2050, ο οποίος θα έχει επιτύχει ένα εισόδημα ίσο με αυτό του μέσου Ευρωπαίου. Ας υποθέσουμε επίσης για την Ευρώπη μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 2%, ίσο δηλαδή με αυτόν πριν από την κρίση. Αν θέλουμε η συγκέντρωση των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα να μην ξεπεράσει το κατώτατο όριο που έθεσαν οι επιστήμονες για να αποφύγουμε την κλιματική καταστροφή, θα πρέπει έως το 2050, το 98% της οικονομικής παραγωγής να βασίζεται σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ακόμα και στο πιο αισιόδοξο τεχνολογικά και πολιτικά σενάριο, κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Τα τελευταία 20 χρόνια, και με όλη την υποτιθέμενη προσοχή στο περιβάλλον και την βιώσιμη ανάπτυξη, όχι μόνο δεν μειώθηκαν, αλλά αυξήθηκαν οι εκπομπές των ρύπων, στον αναπτυσσόμενο κόσμο αλλά και στην Ευρώπη και την Αμερική. Η όποια τεχνολογική πρόοδος επισκιάστηκε μακράν από τη ραγδαία συνολική αύξηση στην κατανάλωση.

Αν θέλουμε να αποφύγουμε την καταστροφή, οφείλουμε να ελέγξουμε την ανάπτυξη. Φέτος, με την διεθνή οικονομική ύφεση είναι η πρώτη φορά στην σύγχρονη ιστορία, όπου οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα φαίνονται να μειώνονται. Κι όμως κάνουμε ότι μπορούμε για να αντιστρέψουμε τη κατάσταση και να αρχίσουμε ξανά να καταναλώνουμε και να παράγουμε σαν να μην υπάρχει αύριο.

Τα Κράτη μπροστά στο φάσμα της ανεργίας, θυμήθηκαν τον Κέυνς, και αυξάνουν τις δημόσιες δαπάνες, ρίχνοντας χρήμα στην αγορά. Χρήμα για να αλλάξουν τα νοικοκυριά το παλιό τους αυτοκίνητο. Χρήμα για να αγοραστούν τα χιλιάδες σπίτια και εξοχικά που μένουν απούλητα. Με ένα σμπάρο, οι πολιτικές του Κέυνς υπόσχονται δυο τρυγόνια. Και οι εργάτες, στις αυτοκινητοβιομηχανίες και τις οικοδομές δεν θα χάσουν την δουλειά τους, και θα έχουν χρήματα για να αρχίσουν να καταναλώνουν τονώνοντας την αγορά.
Ο Κέυνς, όπως ο ίδιος έλεγε, ενδιαφερόταν μόνο για το αύριο. Μία από τις γνωστές του ρήσεις ήταν ότι «μακροπρόθεσμα, όλοι θα έχουμε πεθάνει». Σήμερα, γνωρίζοντας για το φαινόμενο του θερμοκηπίου, είναι επιεικώς ανεύθυνο να μην σκεφτόμαστε το μέλλον.

Η οικονομική ανάπτυξη ούτε πιο ευτυχισμένους μας κάνει, ούτε βοηθάει τους φτωχούς. Επανειλημμένες επιστημονικές δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η ευημερία στις περισσότερες δυτικές χώρες έφτασε το απόγειο της τη δεκαετία του 60 (στην Ελλάδα ίσως λίγο αργότερα). Από τότε έχει μείνει σταθερή ή μειώνεται. Ο διπλασιασμός της οικονομικής ανάπτυξης και η συνακόλουθη περιβαλλοντική επιβάρυνση στις δεκαετίες του 80 και του 90 δεν μας έχει κάνει διόλου πιο ευτυχισμένους. Όταν είσαι πολύ φτωχός, βρήκαν ειδικοί οικονομολόγοι, το λίγο παραπάνω εισόδημα σου επιτρέπει να ικανοποιήσεις βασικές ανάγκες και σε κάνει πολύ πιο χαρούμενο. Απο κει και πάνω τα πλούτη δεν κάνουν καμία διαφορά. Έρευνες διακεκριμένων ψυχολόγων δείχνουν ότι δεν είναι τα χρήματα ή η κατανάλωση τα οποία φέρνουν την ευτυχία, αλλά η ικανοποίηση βασικών αναγκών, η αίσθηση κοινότητας, φιλίας και ασφάλειας ή η αναγνώριση από τους άλλους. Το χρήμα είναι ένα άσχημο υποκατάστατο για όλα αυτά.

Επίσης παρά την συνεχιζόμενη ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες στις Δυτικές χώρες, οι κοινωνικές ανισότητες έχουν οξυνθεί. Υπολογίζεται ότι χρειάζονται 166 Ευρώ αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ, για να καταλήξει μόνο 1 ευρώ παραπάνω σε αυτούς στον Τρίτο Κόσμο που ζουν κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας. Αντιθέτως, η απελευθέρωση της κοινωνικής πολιτικής από φανταστικούς περιορισμούς στο όνομα της οικονομικής ανάπτυξης μπορεί να ανοίξει νέες δυνατότητες αναδιανομής του πλούτου. Και η απο-ανάπτυξη στην πλούσια Δύση, θα αφήσει χώρο και πόρους στις αναπτυσσόμενες χώρες να μπορέσουν να αναπτυχτούν τόσο όσο χρειάζεται για να ικανοποιήσουν τις βασικές ανάγκες των πληθυσμών τους.

Τέλος η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι ούτε καν οικονομικά βιώσιμη. Όπως είπε και ο προηγούμενος ομιλητής η αίσθηση ότι αναπτυσσόμαστε οφείλεται στο ψέμα του δείκτη που λέγεται ΑΕΠ και ο οποίος δεν υπολογίζει τα περιβαλλοντικά ή κοινωνικά κόστη, και μετρά τα χρήματα που παν για την απορρύπανση ή τις φυλακές ως ανάπτυξη. Σήμερα αντιμετωπίζουμε κόστη που κουκουλώσαμε στο παρελθόν. Η πρόσφατη κρίση, εν μέρει, έχει να κάνει και με τον πανικό που επικράτησε στις αγορές το 2007 με τα νέα ότι ο ρυθμός άντλησης των αποθεμάτων του πετρελαίου χτυπάει κορυφή. Οι κλιματικές καταστροφές ήδη επηρεάζουν την οικονομία, όπως ο τυφώνας Κατρίνα στη Νέα Ορλεάνη. Στο μέλλον, και αν δεν αποτρέψουμε την κλιματική αλλαγή, φαινόμενα όπως η Κατρίνα θα είναι όλο και συχνότερα, διαβάλλοντας όποια προσπάθεια οικονομικής ανάπτυξης.

Τα επιτόκια στα δάνεια βασίζονται σε εξωπραγματικές προσδοκίες ανάπτυξης. Ουσιαστικά δανειζόμαστε από το μέλλον, με την πίστη ότι θα γινόμαστε πάντα πιο πλούσιοι για να ξεπληρώσουμε το χρέος. Η φούσκα όμως έσπασε. Η φανταστική οικονομία των προσδοκιών ξεπέρασε κατά πολύ την πραγματική οικονομία των περιορισμένων φυσικών και ανθρώπινων πόρων.

Η επιλογή που αντιμετωπίζουμε σήμερα δεν είναι μεταξύ ανάπτυξης και από-ανάπτυξης. Είναι μεταξύ μιας καταστροφικής και ανεξέλεγκτης ύφεσης και μιας ελεγχόμενης και βιώσιμης από-ανάπτυξης.


Ορισμένες προτάσεις για μια κοινωνικά βιώσιμη από-ανάπτυξη.

Βραχυπρόθεσμα οι προτάσεις της από-ανάπτυξης συγκλίνουν με πολλές από αυτές που διάβασα στο πρόγραμμα των Οικολόγων Πρασίνων για τις Ευρωεκλογές. Επενδύσεις σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας και δημόσιες μεταφορές, φορολόγηση της κατανάλωσης φυσικών πόρων και των αγαθών πολυτελείας, χρηματοδότηση συνεταιριστικών τραπεζών, αγροτο-συναιτερισμών και οικολογικών βιομηχανιών, υποστήριξη εναλλακτικών τοπικών συστημάτων συναλλαγής, κλπ.

Ποια είναι η διαφορά θα ρωτήσετε τότε της από-ανάπτυξης από το Πράσινο New Deal, δηλαδή ένα πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων βασισμένων στον εκσυγχρονισμό των περιβαλλοντικών υποδομών, το οποίο διακηρύσσουν οι Οικολόγοι Πράσινοι, και το οποίο έχει ενσωματώσει ακόμα και η Κυβέρνηση Obama στις ΗΠΑ, τουλάχιστον ως μέρος του όλου πακέτου αντιμετώπισης της κρίσης ?

Η διαφορά δεν είναι τόσο στις προτάσεις όσο στην φιλοσοφία και τον απώτερο σκοπό. Το Πράσινο New Deal δίνει την εντύπωση ότι το περιβάλλον μπορεί να αποτελέσει ένα νέο μοχλό ανάπτυξης. Διατηρεί έτσι την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να έχουμε και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο. Όπως όμως εξήγησα με το υποθετικό σενάριο του Tim Jackson για το 2050, ο περιβαλλοντικός εκσυγχρονισμός από μόνος του δεν μπορεί να αποτρέψει την περιβαλλοντική καταστροφή.

Ακόμα σημαντικότερα, η υπόσχεση η οποία διαχέεται ότι ένα Πράσινο New Deal, θα μπορέσει να έχει τα αποτελέσματα του πρώτου New Deal, είναι εσφαλμένη. Είναι ποτέ δυνατόν τα κέρδη από τα φωτοβολταϊκά ή από την μόνωση των κτηρίων να συγκριθούν με τις τεράστιες ανταποδώσεις της μαζικής αστικοποίησης, των γεφυρών και των αυτοκινητοδρόμων ή της ανοικοδόμησης μετά τους δύο πολέμους? Οι ρυθμοί ανάπτυξης του 20ο αιώνα σύντομα θα αποτελέσουν μια παρένθεση στην ανθρώπινη ιστορία. Μια παρένθεση η οποία βασίστηκε στην εξεύρεση τεράστιων αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων, τα οποία δυστυχώς τελειώνουν. Από φυσικής άποψης και μόνο είναι αδύνατο μια οικονομία βασισμένη σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να φτάσει τους ρυθμούς ανάπτυξης της πετρελαιο-κοινωνίας μας. Το πετρέλαιο πολλαπλασιάζει δεκάδες φορές την ενέργεια που δαπανάται για την εξόρυξη και μεταφορά του και δημιουργεί τεράστιες δυνατότητες οικονομικής συσσώρευσης. Αντιθέτως, οι πλέον αποδοτικές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην καλύτερη περίπτωση αυξάνουν οριακά την ενέργεια που δαπανάται για αυτές. Το Πράσινο New Deal θα δημιουργήσει από-ανάπτυξη. Όποιος υπόσχεται ανάπτυξη, σύντομα θα βρεθεί εκτεθειμένος.

Το Πράσινο New Deal οφείλει να τεθεί σε άλλη βάση. Είναι μια στρατηγική η οποία έχει νόημα μόνο αν ο στόχος είναι η δημιουργία μίας εναλλακτικής κοινωνίας, μιας κοινωνίας η οποία θα είναι χαρούμενη για να ζει με λιγότερα. Μια κοινωνία απο-ανάπτυξης.

Είναι μια τέτοια κοινωνία εφικτή εντός του καπιταλιστικού συστήματος? Πιστεύω πως όχι. Καπιταλισμός χωρίς κατανάλωση και ανάπτυξη δεν γίνεται. Διαβάζω απόσπασμα από άρθρο του George Monbiot στην εφημερίδα Guardian, όπου σχολιάζει τις πρωτοβουλίες αλυσίδων σουπερμάρκετ να μειώσουν την συμβολή τους στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ο καπιταλισμός, λέει ο Monbiot, μπορεί να σου πουλήσει τοπικά, βιολογικά, ή κοινωνικά υπεύθυνα προϊόντα. Αυτό που με τίποτα δεν μπορεί να κάνει είναι να σου πουλήσει λιγότερο.

Προτάσσοντας ένα εναλλακτικό μοντέλο προς τον καπιταλισμό, και όχι έναν ανέφικτο πράσινο καπιταλισμό, η απο-ανάπτυξη επαναφέρει στην επικαιρότητα τις ριζοσπαστικές προτάσεις του πράσινου κινήματος, οι οποίες ταπεινή μου γνώμη είναι ότι κάπου τέθηκαν στο περιθώριο την δεκαετία του 90.

Για παράδειγμα οφείλουμε να ξαναδούμε συνολικά το ζήτημα της εργασίας. Η απο-ανάπτυξη θα δημιουργήσει πλεόνασμα εργατικού δυναμικού. Στο υπάρχον πλαίσιο η απασχόληση είναι συνώνυμη με την πλήρη, μισθωτή, καθημερινή εργασία. Όσο η αυτοεκτίμηση βασίζεται στο συγκριτικό εισόδημά και η α-εργία αποτελεί στίγμα, η μείωση της απασχόλησης συντελεί κοινωνική καταστροφή. Αντιθέτως μια κοινωνία απο-ανάπτυξης ανοίγει τον ορίζοντα για λιγότερες μέρες ή ώρες εργασίας και περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Για επανεκτίμηση της οικιακής ή της κοινωνικής εργασίας.

Οφείλουμε επίσης να συζητήσουμε πως μπορούμε να περιορίσουμε το ρόλο της διαφήμισης στην δημιουργία ψευδών αναγκών, υπερκατανάλωσης, υπερχρέωσης και, μέσω της χρηματοδότησης της ιδιωτικής τηλεόρασης, πολιτισμικής υποβάθμισης. Οφείλουμε να επαναφέρουμε το ζήτημα της αποκέντρωσης και της άμεσης δημοκρατίας. Της ριζικής μεταρρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της αναμόρφωσης του νομοθετικού πλαισίου για την ιδιοκτησία. Η επένδυση σε οικολογικές υποδομές και πράσινες τεχνολογίες είναι σημαντική, αλλά από μόνη της δεν λέει τίποτα.

Φόβοι

Τέλος, θέλω να συζητήσω ορισμένους φόβους που δικαιολογημένα γεννά η ιδέα της από-ανάπτυξης. Φόβους για την οικονομία και την δημοκρατία και επιφυλάξεις για το πολιτικά εφικτό της πρότασης.

Ας ξεκινήσω από το τελευταίο. Προφανώς η από-ανάπτυξη δεν είναι μια πρόταση ελκυστική για τα υπάρχοντα κόμματα εξουσίας, ούτε μια πρόταση πλειοψηφίας, τουλάχιστον στην παρούσα φάση. Αποτελεί όμως μια ιδανική πλατφόρμα για την οικολογική αριστερά. Και θέλω να πιστεύω ότι αποτελεί μια θελκτική πρόταση για μεγάλο μέρος του πληθυσμού, το οποίο είναι απηυδισμένο με το υπάρχον σύστημα. Ο Clive Hamilton στο βιβλίο του Affluenza, το οποίο αναφέρεται στην Αυστραλία, υπολογίζει το ποσοστό αυτών που αποκαλεί downshifters, δηλαδή αυτών που αποφάσισαν συνειδητά να αλλάξουν δουλειά και τρόπο ζωής, θυσιάζοντας το εισόδημά τους και τις ανέσεις τους για μια καλύτερη ποιότητα ζωής, σε ένα 20 με 30% του πληθυσμού. 20 με 30% είναι μια πολύ σημαντική βάση για το χτίσιμο ενός πολιτικού κινήματος. Και αν η κρίση συνεχιστεί, όπως πιστεύω ότι θα συνεχιστεί, το κίνημα αυτό μπορεί να γίνει πλειοψηφικό.

Κάποιοι φοβούνται την πλήρη απορρύθμιση της οικονομίας, αν προσπαθήσουμε να σταματήσουμε την ανάπτυξη. Όπως προανέφερα, δεν είναι αναγκαίο η από-ανάπτυξη να αυξήσει την φτώχεια, και την ανεργία, αν υπάρξει συνακόλουθη αλλαγή του εργασιακού καθεστώτος. Η εγκαθίδρυση ελάχιστου εξασφαλισμένου εισοδήματος, χρηματοδοτούμενου από φόρους, μπορεί να μειώσει περαιτέρω την ανασφάλεια που δημιουργεί η από-ανάπτυξη. Αντίθετα με κάποιους άλλους ειδικούς οι οποίοι όλα αυτά τα χρόνια μας διαβεβαίωναν ότι ξέρουν τι λεν, έχω την ευθύνη να πω ότι όλα τα παραπάνω είναι υποθέσεις προς διερεύνηση. Κανείς οικονομολόγος όμως ως τώρα δεν έχει ενδιαφερθεί να ερευνήσει την πιθανότητα της ομαλής από-ανάπτυξης. Στα πλαίσια ενός ερευνητικού δικτύου το οποίο συντονίζω, οι οικονομολόγοι της ομάδας, από το Πανεπιστήμιο του East Anglia, δουλεύουν ακριβώς για αυτό χρησιμοποιώντας νέα μακροοικονομικά μοντέλα του καθηγητή Peter Victor από το Τορόντο.

Άλλοι ανησυχούν ότι η πρόταση της από-ανάπτυξης κρύβει τους σπόρους του ολοκληρωτισμού. Πως θα πεισθούν ορισμένοι να καταναλώσουν λιγότερο και ποιος θα ελέγχει αν το κάνουν? Πως θα πεισθούν ειρηνικά, με ρωτάν, οι έχοντες να μοιραστούν μεγαλύτερο μέρος του πλούτου τους με τους μη έχοντες? Όπως πείσθηκαν, απαντώ, κάποιοι ότι το να καταναλώνουν όλο και περισσότερο είναι αυτοσκοπός, ή όπως πείσθηκαν οι φτωχότεροι όλα αυτά τα χρόνια να δέχονται τις αυξανόμενες ανισότητες.

Άλλοι ρωτάν, μα πως μπορείς να είσαι σίγουρος ότι μια πρόταση από-ανάπτυξης εφόσον κατατεθεί στην δημοκρατική αρένα δεν θα μεταλλαχθεί σε κάτι τελείως διαφορετικό? Κανένα πρόβλημα, απαντώ. Δεν είμαι τόσο σίγουρος για την πρόταση την οποία καταθέτω για να υποστηρίξω την επιβολή της. Σε περιόδους κρίσης σαν την σημερινή, οφείλουμε να καταθέτουμε νέες ιδέες, έστω και ασχημάτιστες. Μικρές ιδέες μπορεί να κάνουν μεγάλες διαφορές, και όχι απαραίτητα τις διαφορές τις οποίες φαντάζονται αυτοί που καταθέτουν τις ιδέες.


Επίλογος

Επιτρέψτε μου να κλείσω με μια μεταφορά, η οποία συνοψίζει το επιχείρημά μου σήμερα.

Είμαστε επιβάτες σε ένα αυτοκίνητο το οποίο τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα προς το γκρεμό. Το αυτοκίνητο αρχίζει να κλωτσάει. Η βενζίνη τελειώνει και η μηχανή σκουριάζει. Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε σήμερα είναι να ξαναβάλουμε βενζίνη, να διορθώσουμε τη μηχανή, και να συνεχίσουμε την τρελή πορεία προς τον γκρεμό. Το Πράσινο New Deal προτείνει να αλλάξουμε την μηχανή του αυτοκινήτου και να την κάνουμε υβριδική.

Η από-ανάπτυξη αντιθέτως μας καλεί να σταματήσουμε το αμάξι και να βάλουμε όπισθεν. Ή μάλλον καλύτερα, να πατήσουμε φρένο, να κατέβουμε από το αμάξι και να αρχίσουμε να περπατάμε προς όποια κατεύθυνση θέλουμε. Σίγουρα όχι πάντως προς τον γκρεμό.

http://eyploia.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=53:apo-anptiksi&catid=44&Itemid=71