Wednesday 25 February 2009

Το παρακράτος (ξανα)μπαίνει στο παιχνίδι

του Στέλιου Κούλογλου

Η επίθεση, χθές το βράδυ, με χειροβομβίδα στο «Στέκι των Μεταναστών» στα Εξάρχεια αποτελεί την πιο σημαντική πολιτική εξέλιξη των ημερών.


Είναι πιο σημαντική και από την πρόσφατη απόδραση Παλαιοκώστα στον Κορυδαλλό. Η τελευταία αυτή περίπτωση ήταν απλώς μια ακόμη απόδειξη της πλήρους διάλυσης της αστυνομίας και της κρατικής μηχανής- έργο της σεμνής και ταπεινής νεοδημοκρατικής κυβέρνησης. Η χθεσινή επίθεση σηματοδοτεί την ενεργή επανεμφάνιση του παρακράτους στα πολιτικά πράγματα με σκοπό το ξεκίνημα ενός νέου κύκλου αίματος.

Σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες η χειροβομβίδα κατά τύχη δεν έσκασε μέσα στο στέκι όπου συνεδρίαζαν 30 περίπου άτομα, από τις επιτροπές των Αντιρρησιών Συνείδησης στον Στρατό. Η έκρηξη ήταν πολυ ισχυρή και προκάλεσε ζημιές στα διπλανά διαμερίσματα .Η φωτογραφία της ζαρντινιέρας έξω από το στέκι είναι χαρακτηριστικη. Παρ ολίγο θα υπήρχαν θύματα και μάλιστα στα Εξάρχεια, για δεύτερη φορά μέσα σε 3 μήνες. Τα όσα υποθέτει κανείς ότι θα επακολουθούσαν αποδεικνύουν και το μέγεθος της προβοκάτσιας.

Στην πραγματικότητα έχουμε να κάνουμε με κύκλους που προωθούν την στρατηγική της έντασης, ακριβώς όπως ξεκίνησε στην Ιταλία στα τέλη της δεκαετίας του 60 και κορυφώθηκε την δεκαετία του 70. Χρειάζεται να θυμηθούμε ορισμένα γεγονότα από την γειτονική χώρα:

-Το 1969 ξεκινούν βομβιστικές επιθέσεις με κορυφαίο γεγονός την Σφαγή στην Πιάτσα Φοντάνα του Μιλάνου που είχε ως αποτέλεσμα 18 νεκρούς και 84 τραυματίες. Η αστυνομία κατηγορεί τον αναρχικό Πιέτρο Βαλπρέντα για να αποκαλυφθεί μετά από χρόνια και μετά από πολλές προσπάθειες της αριστεράς, ότι η επίθεση ήταν έργο της νεοφασιστικής οργάνωσης «Νέα Τάξη».

-Παρόμοιες τρομοκρατικές ενέργειες συνεχίζονται και τα επόμενα χρόνια .Τον Απρίλιο του 1972 ύστερα από μια βομβιστική επίθεση στο Πετεάνο, δολοφονούνται τρεις καραμπινιέροι. Οι αρχές κατηγορουν ξανά την αριστερά, για να αποδειχθεί το 1990 ότι δράστες –και της βοβμιστικής επίθεσης και των δολοφονιών των καραμπινιέρων- ήταν στελέχη ακροδεξιών τρομοκρατικών οργανώσεων, με επικεφαλής τον νεοφασίστα τρομοκράτη Βίνσεντ Βινσινγκουέρρα. Στην δική του ο Βινσινγκουέρρα ομολόγησε αφοπλιστικά: «kάθε βομβιστική επίθεση από το 1969 και μετά συνδεόταν με μια ομάδα. Οι διαταγές δίνονταν από ένα μηχανισμό που ανήκε στο κράτος και ειδικότερα από μια παράλληλη μυστική δομή του υπουργείου Εσωτερικών».

Οπως μου είχε εξηγήσει σε μια συνέντευξη ο ιδρυτής των «Ερυθρών Ταξιαρχιών» Αλμπέρτο Φραντσεσκίνι, σύστησαν μαζί με τον Ρενάτο Κούρτσιο την κυριότερη-αριστερή- τρομοκρατική οργάνωση της Ιταλίας ακριβώς για να αντιδράσουν σε παρόμοια περιστατικά και την τρομοκρατία της ακροδεξιάς. Η διαφορά της σημερινής Ελλάδας είναι βρισκόμαστε ήδη στην εποχή της «διάχυτης τρομοκρατίας»: υπάρχουν ομάδες όπως ο «Επαναστατικός Αγώνας» και η «Σέχτα Επαναστατών» που διεκδικούν αυτόν τον ρόλο. Αν χθες είχε χυθεί αίμα, η «απάντηση» των προηγούμενων οργανώσεων θα δικαιολογείτο όπως ακριβώς και η επίθεση εναντίον της αστυνομικής περιπόλου στα Εξάρχεια μετά την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου.

Σε αυτόν τον νέο κύκλο του αίματος που από τύχη δεν ξεκίνησε χθες, οι κυβερνητικές ευθύνες είναι τεράστιες. Οι αποδείξεις από την δράση του παρακράτους στην διάρκεια των συγκρούσεων του Δεκέμβρη κατατέθηκαν ακόμη και στην Βουλή, χωρίς να ιδρώσει το αυτί κανενός υπουργού. Αλλά από την κυβέρνηση αυτή δεν μπορεί κανείς να περιμένει τίποτα. Οσοι ενδιαφέρονται να μην αντικατασταθεί η δημοκρατία και η μαζική δράση από την κριτική των όπλων θα πρέπει να αντιδράσουν ενεργά σε οποιαδήποτε παρόμοια ενέργεια. Και θα πρέπει να αντιδράσουν ΤΩΡΑ.

πηγή:
tvxs.gr

Monday 23 February 2009

Γράμμα του Θ. Ηλιόπουλου από τις φυλακές Κορυδαλλού

«Αυτές τις στιγμές η καρδιά μου χτυπά πιο δυνατά γιατί έχω συνείδηση πως υπάρχει»

Μπερνάρντο Σοάρες (Φερνάντο Πεσσόα)

Η οδύσσειά μου συνεχίζεται…

Ήταν 18 Δεκέμβρη απόγευμα Πέμπτης, όταν εγώ με την παρέα μου κατευθυνόμασταν προς το Κέντρο μέσα από την οδό Ακαδημίας. Η εικόνα γύρω μας ήταν η συνηθισμένη των τελευταίων ημερών, ενός τοπίου βομβαρδισμένου, με χημικά και δακρυγόνα στην ατμόσφαιρα που πρόδιναν ότι είχαν προηγηθεί επεισόδια, συχνό φαινόμενο της περιόδου, μετά την δολοφονία του δεκαπεντάχρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου.

Καθώς προχωράγαμε δυνάμεις των ΜΑΤ ξεπρόβαλαν μπροστά μας και βάλθηκαν να κυνηγούν τον κόσμο που βρισκόταν πάνω στην οδό Ακαδημίας. Ο κόσμος έτρεχε πέρα δώθε. Κάποιος μʼ έσπρωξε δυνατά , έπεσα κάτω και τότε άρχισε η γιορτή. Οι ματατζήδες άρχισαν να με βρίζουν με προσβλητικούς και σεξιστικούς χαρακτηρισμούς και να με κτυπάνε, κάποιος φίλος μου φώναζε. Ύστερα με πιάσανε, σταθήκανε ολόγυρα, με βρίζανε κι άρχισαν να με ψάχνουν. Κάποιος άρπαξε το μικρό σακίδιο που είχα στην πλάτη κι άρχισε να το ψάχνει «μη φοβάσαι μου είπε, δεν θα σου βάλουμε τίποτα μέσα». Το σακίδιο δεν είχε παρά προσωπικά μου πράγματα. Με σπρώξανε σε ένα παγκάκι, με ξάπλωσαν μπρούμυτα και με δέσανε με χειροπέδες, ύστερα με φόρτωσαν σε μια κλούβα και με πήγαν στην Ασφάλεια.

Εκεί μου λέγανε ότι πέταγα πέτρες . Όσο πέρναγε η ώρα, όμως, τα πράγματα χειροτέρευαν. Το κατηγορητήριο αυξήθηκε και συμπληρώθηκε με λογής κακουργήματα και πλημμελήματα. Οι πέτρες έγιναν μολότωφ. Παρότι δεν υπήρχε τίποτε που να με συνδέει μʼ αυτά. Αλλά αυτό δεν φαινόταν να απασχολεί.

Άρχισε το πήγαινʼ έλα στα δικαστήρια. Κι εκεί , μια και δεν υπήρχαν στοιχεία, φτιαχτήκανε. Οι αστυνομικοί που με συνέλαβαν, αλλάξανε τις καταθέσεις τους και καταθέσαν ότι επί τρεις ώρες τους πέταγα μολότωφ: με το πρόσωπο γυμνό, με τα χέρια καθαρά, με τα μάτια καθαρά, χωρίς μια στάχτη επάνω μου, χωρίς μια σκιά στα ρούχα μου . Και στις 22 του μήνα μου ανακοίνωσαν ότι κρίθηκα προφυλακιστέος. Μια μέρα μετά , με μετέφεραν στις φύλακες του Κορυδαλλού.

Εκεί βρίσκομαι μέχρι και σήμερα , δύο μήνες μετά την σύλληψη μου. Και τίποτε δεν κινείται. Οι μέρες περνάνε και εγώ μένω εδώ να περιμένω, δέσμιος της ακινησίας, δέσμιος μιας παράλογης και ασφυκτικής γραφειοκρατίας ή ίσως μιας εκδικητικής αδιαφορίας.

Όλο αυτό το διάστημα δεν τσάκισα. Με κράτησαν και με κρατάνε οι άνθρωποι που βρέθηκαν δίπλα μου να με στηρίξουν, φίλοι, γνωστοί είτε και άγνωστοι ως χτες, με κράτησε η αλληλεγγύη των ανθρώπων γνωστών και άγνωστων . Για χάρη τους δεν θα πέσω. Για χάρη τους θα κρατήσω. Γιατί όλη αυτή η περιπέτεια δυναμώνει τη θέλησή μου για μια κοινωνία δίκαιη, το πάθος μου για ελευθερία, το πείσμα μου να σταθώ όρθιος. Και θα σταθώ.

Μπορεί να με έπιασαν τυχαία, να μη συνδέομαι με τα γεγονότα που με κατηγορούν, απέναντι όμως στον γενικευμένο ωχαδερφισμό, το να «παίρνεις θέση», να μην κλείνεσαι στο εγώ σου, να βγαίνεις από την ατομική σου περίπτωση, είναι η υπεύθυνη στάση ενός συνειδητοποιημένου πολίτη.

Η δική μου θέση είναι από τη μεριά του κομματιού της κοινωνίας που θέλει να βγει από την απάθεια, που θέλει πραγματικά να αρχίσει, μέσα από αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, να αποφασίζει για τη ζωή του.

Θοδωρής Ηλιόπουλος

(Από το Athens Inymedia


Tuesday 10 February 2009

Για το Παλαιστινιακό

Για μια ακόμα φορά η κοινή γνώμη παρακολούθησε απ’ τις τηλεοράσεις της το νέο μακελειό αμάχων στη Μέση Ανατολή. Αν αγωνιζόμαστε για τη δημιουργία μιας κοινωνίας ισότητας και δημοκρατίας, η βία πρέπει να καταδικάζεται ως τρόπος διευθέτησης των ανθρωπίνων διαφορών. Ειδικότερα απ’ τη στιγμή που η εξουσία δε βρίσκεται στα χέρια των λαών, αλλά στα κράτη και στις κυβερνήσεις, αυτοί που την πληρώνουν σε περιπτώσεις ένοπλων συρράξεων δεν είναι οι «από πάνω» αλλά οι «από κάτω»: οι άμαχοι και οι αθώοι αμφότερων των πλευρών. Κι αυτό ισχύει φυσικά ακόμα και στην περίπτωση εθνικαπελευθερωτικών κινημάτων ή αντάρτικων, όπου οι κυρίαρχες μειοψηφίες χρησιμοποιούν συνήθως το λαϊκό αίτημα για εθνική ανεξαρτησία, προκειμένου να αναρριχηθούν στην εξουσία και να εκκαθαρίσουν τους αντιπάλους τους.


Ο ισραηλινός ιμπεριαλισμός, τα εγκλήματα και τα ψέματα του
Αυτές οι γενικές διαπιστώσεις βέβαια δεν οδηγούν στο συμπέρασμα ότι σήμερα δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι υπεύθυνοι για τη σφαγή, ότι δεν υπάρχουν θύματα και θύτες. Το Ισραήλ οδεύει προς εκλογές. Η άνοδος των ποσοστών του ακροδεξιού υποψηφίου και πρώην πρωθυπουργού, Νετανιάχου έδωσε την ευκαιρία στα μέλη του κυβερνητικού συνασπισμού και υποψήφιους για την πρωθυπουργία, Ε. Μπαράκ και Τζ. Λίβνι, να κάνουν επίδειξη μιλιταρισμού και εθνικιστικής επιθετικότητας, προκειμένου να περιορίσουν τις διαρροές ψηφοφόρων προς την άκρα δεξιά. Μετά και το φιάσκο του πολέμου στο Ν. Λίβανο, το 2005, το Ισραήλ θέλει να ενδυναμώσει το στρατιωτικό του κύρος. Αποτέλεσμα είναι η –σχεδιαζόμενη από το καλοκαίρι- χερσαία και εναέρια στρατιωτική επιχείρηση ενάντια στη Λωρίδα της Γάζας, που είχε ως αποτέλεσμα μια μαζική σφαγή με πάνω από 1200 νεκρούς και 5000 τραυματίες (άμαχους σε πολύ μεγάλο ποσοστό). Ο επίσημα διακηρυγμένος στόχος της ισραηλινής κυβέρνησης είναι η εξόντωση της Χαμάς, που διατηρεί τον έλεγχο στην περιοχή και τον τελευταίο καιρό είχε προβεί σε «μπαράζ» εκτόξευσης ρουκετών προς την ισραηλινή επικράτεια.


Το Ισραήλ κατηγορεί τη Χαμάς ότι με αυτές τις ρίψεις παραβίασε την εκεχειρία. Αυτή η θέση αποκρύπτει δύο πράγματα: α) ότι το Ισραήλ έχει επιβάλει εμπάργκο και αποκλεισμό στη Γάζα, μετατρέποντας την περιοχή σε πραγματική φυλακή[1]. Έχει καταδικάσει μια, ούτως ή άλλως πυκνοκατοικημένη και υπανάπτυκτη περιοχή, στην εξαθλίωση, διαπράττοντας ένα διαρκές ανθρωπιστικό έγκλημα (στερώντας στους Παλαιστίνιους την πρόσβαση σε νερό, φάρμακα και καύσιμα, φυλακίζοντάς τους μέσα σ’ ένα τείχος μήκους 600 χλμ. και ύψους 9 μέτρων, ξεριζώνοντας τις καλλιέργειές τους κ.λπ.)∙ β) ότι η Χαμάς αποτελεί την επίσημα εκλεγμένη κυβέρνηση των Παλαιστινίων, η οποία όμως δεν αναγνωρίζεται ούτε από το Ισραήλ αλλά ούτε και από τη διεθνή κοινότητα, αμφότεροι εκ των οποίων αναγνωρίζουν ως συνομιλητή τους τον Μ. Αμπάς, ο οποίος όμως δεν είναι εκλεγμένος, αφού τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2006 τις κέρδισε η Χαμάς. Αυτή η εκδοχή αποκρύπτει επίσης τη θεμελιώδη διαπίστωση ότι εξτρεμιστικές και ισλαμικές ομάδες σαν τη Χαμάς αλλά και τη Χεζμπολά, των οποίων η ύπαρξη υποτίθεται πως δικαιολογεί την επιθετικότητα του Ισραήλ, είναι απότοκα αυτής της επιθετικότητας η οποία ευνόησε τη διάδοση του ισλαμιστικού φαντασιακού σε βάρος των παραδοσιακού αραβικού εθνικισμού τύπου Αραφάτ. Ο παραγκωνισμός της Φατάχ από τη Χαμάς και η αλλαγή της φύσης της δεύτερης Ιντιφάντα (2000-2006) σε σχέση με την πρώτη (1987-1993), η οποία ήταν, σε μεγάλο βαθμό, ένα πραγματικό λαϊκό κίνημα, είναι κατά μέγα μέρος προϊόν της σκλήρυνσης της στάσης των Παλαιστινίων απέναντι στην ισραηλινή πολιτική της έντασης και της καταπίεσης (εποικισμοί, «τείχος προστασίας», αποκλεισμός κ.λπ.).


Σε αυτά τα πλαίσια η παρούσα πολιτική του Ισραήλ δεν αποδυναμώνει τη Χαμάς, αλλά την ενδυναμώνει. Το Ισραήλ δίνει πάτημα στη Χαμάς, με τα ανθρωπιστικά εγκλήματα (στα όρια της γενοκτονίας)[2] που αφειδώς διαπράττει, για να προπαγανδίζει τις αντισημιτικές και ρατσιστικές της απόψεις. Η πολιτική υπονόμευσης της Φατάχ που εφάρμοζε για χρόνια το Ισραήλ βρίσκει εδώ το νόημά της: έχοντας μια ακραία οργάνωση σαν τη Χαμάς απέναντί του, μπορεί πιο εύκολα να δικαιολογεί την ιμπεριαλιστική πολιτική και τα εγκλήματά του[3].

«Συνέχισε να τους Χαμάς»
[4];
Κάθε εχέφρων άνθρωπος υποστηρίζει το δίκαιο αίτημα των Παλαιστινίων για ίδρυση ενός κράτους που θα τους επιτρέπει να ζουν, δίχως να βρίσκονται υπό το διαρκή κίνδυνο της ισραηλινής επιθετικότητας. Υπό τις παρούσες συνθήκες, αυτή που αντιστέκεται στις ισραηλινές επιδρομές είναι η Χαμάς. Γι’ αυτό, εξαιτίας επίσης των κρουσμάτων διαφθοράς της Φατάχ αλλά και της ευθυγράμμισής της σχεδόν με τη διεθνή διπλωματία, μεγάλο μέρος των Παλαιστινίων έχει στραφεί προς τη Χαμάς, δεδομένου και του κοινωνικού της έργου στην περιοχή (νοσοκομεία, φιλανθρωπίες κ.λπ.). Αυτό όμως δεν αναιρεί το ότι η Χαμάς είναι μια θεοκρατική οργάνωση με απόψεις αντισημιτικές, σκοταδιστικές, βαθύτατα πουριτανικές και σεξιστικές, κάθετα και αναφανδόν αντίθετες όχι μόνο με μια συνεπή δημοκρατική και ελευθεριακή πολιτική αλλά ακόμα και με τις στοιχειώδεις αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού που είναι κατακτημένες στη Δύση. Τα μέσα πάλης αλλά και ο τύπος οργάνωσης που υιοθετεί, παράλληλα με το μοντέλο κοινωνίας που προτείνει (θεοκρατία, αυστηρή ιεραρχία, μισογυνισμός, απαγόρευση του συνδικαλισμού και του πολυκομματισμού κ.λπ.), δεν έχουν καμία σχέση με οποιοδήποτε απελευθερωτικό και χειραφετητικό κίνημα. Αν μάλιστα τα όσα λέγονται περί χρησιμοποίησης παλαιστινίων αμάχων ως ασπίδα προστασίας των αξιωματούχων της Χαμάς, δεν αποτελούν προπαγάνδα του Ισραηλινού κράτους που στοχεύει στη συγκάλυψη των εγκλημάτων πολέμου που αυτό διαπράττει, τότε επιβεβαιώνεται πως για τη Χαμάς, όπως και για κάθε άλλη αντίστοιχη θρησκευτική, μιλιταριστική, γραφειοκρατική οργάνωση, οι άνθρωποι είναι απλό αναλώσιμο υλικό που με μεγάλη ευκολία θυσιάζεται για να σωθούν οι υπερβατικές ιδέες ή οι ζωές εκείνων που τις εκπροσωπούν επί γης.


Δίκαιος λοιπόν ο αγώνας των Παλαιστινίων, αλλά η αλληλεγγύη μας σε αυτόν δε μας υποχρεώνει να καταπιούμε αμασητί όλο το πολιτικοϊδεολογικό σύστημα της Χαμάς. Αν ήμασταν στη βομβαρδιζόμενη Γάζα, ίσως να ήταν δυσκολότερο να κάνουμε τέτοιες διακρίσεις. Από τη στιγμή όμως που δεν είμαστε εκεί, καλόν είναι να υποστηρίζουμε θέσεις που είναι προϊόν ψύχραιμης σκέψης κι όχι συναισθηματικών παρορμήσεων.


Αριστεροί, αναρχικοί, αντισημίτες, φιλοπαλαιστίνιοι εθνικιστές
Μεγάλο μέρος των ελληνικών επαναστατικών χώρων δε σκέφτεται μ’ αυτό τον τρόπο κι έτσι δεν έχασε την ευκαιρία να εκφράσει τα κρυφοαντισημιτικά του αισθήματα, υποστηρίζοντας αναφανδόν και άνευ όρων τη Χαμάς. Να υποθέσουμε ότι υποστηρίζουν και τη βασική και διακηρυγμένη της επιδίωξη που δεν είναι άλλη από την εξαφάνιση του Ισραήλ από το χάρτη; Τι έχουν να πουν για το ισραηλινό αντιπολεμικό κίνημα και για τους ισραηλινούς αντιρρησίες συνείδησης
[5]; Γιατί αποκρύπτουν το γεγονός ότι η ισραηλινή κουλτούρα δεν είναι μονοσήμαντη, ότι, παρ’ όλη τη συντηρητικοποίηση που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια, δεν είναι όλοι οι ισραηλινοί –και οι εβραίοι- εθνικιστές και θρησκόληπτοι; Και μπορούν να τα λένε όλα αυτά, όταν είναι μέλη μιας κοινωνίας σαν την ελληνική, η οποία παραλίγο να οδηγηθεί σε πόλεμο με την Τουρκία για τα βραχάκια των Ιμίων;


Τέτοιου είδους αντισημιτικές απόψεις εκφράζουν σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κοινής γνώμης: από τον Πάγκαλο και τη ΝΕΤ που μίλησαν για «ολοκαύτωμα» μέχρι το ΚΚΕ που βάζει σβάστικες πάνω στις ισραηλινές σημαίες και τον Καρατζαφέρη που κάνει λόγο για «Εβραίους» αντί για «ισραηλινούς», στοχεύοντας στις προφανείς συνδηλώσεις του πρώτου όρου. Έχουμε μια ερώτηση για τους όψιμους φιλοπαλαιστίνιους: τώρα καταδικάζουν με όλη τους την ψυχή –και σωστά- το γεγονός ότι για 6 νεκρούς από ρουκέτες το Ισραήλ εισβάλει στη Γάζα και σφαγιάζει αμάχους∙ τι θέση θα έπαιρναν όμως, στην υποθετική περίπτωση που η Δημοκρατία της Μακεδονίας (τα «Σκόπια»), έριχνε ρουκέτες και σκότωνε όχι 6 αλλά 1 Έλληνα πολίτη; Τι θα έλεγαν τότε;


Είναι προφανές ότι πίσω από μεγάλο μέρος όσων υποστηρίζουν την παλαιστινιακή αντίσταση κρύβεται ο ελληνικός εθνικισμός με τον αντιαμερικανισμό και τον αντισημιτισμό του.

Ο ΟΗΕ και το ναυάγιο του δυτικού πολιτικού κόσμου
Η πρόσφατη κρίση, που ξεκίνησε στις 26 Δεκεμβρίου του 2008 με την έναρξη της ισραηλινής επίθεσης, τερματίστηκε σε λιγότερο από ένα μήνα. Το Ισραήλ δεν πέτυχε τον επίσημο στόχο του (την καταστροφή του ένοπλου τμήματος της Χαμάς), καθώς αναγκάστηκε να αποσυρθεί, μετά την καθυστερημένη πίεση που δέχτηκε (ψήφισμα Συμβουλίου Ασφάλειας ΟΗΕ, σκληρή αντίδραση του Μπαν Κι Μουν και σχετική καταδίκη Ε. Ε. για τις επιθέσεις κατά του ΟΗΕ στη Γάζα, ψήφισμα Γενικής Συνέλευσης ΟΗΕ, επικρίσεις από Ερυθρό Σταυρό κ.λπ.).


Για μια ακόμα φορά όμως είδαμε να παραγκωνίζεται με επαίσχυντο τρόπο ο ΟΗΕ. Όχι μόνο σε διπλωματικό επίπεδο, με το βέτο των ΗΠΑ στο καταδικαστικό για το Ισραήλ ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας, αλλά και σε «στρατιωτικό» επίπεδο, με την ισραηλινή επίθεση ενάντια σε αποστολές, μια αποθήκη κι ένα σχολείο του Οργανισμού. Αυτό που θα πρέπει να ζητάμε είναι η αναβάθμιση και η ενδυνάμωση του ρόλου του ΟΗΕ, ώστε να μπορεί να παίζει έναν πραγματικό και ουσιαστικό ρόλο, παρεμβαίνοντας κατά τρόπο που θα επηρεάζει τις εξελίξεις προς την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποφυγή των ενόπλων συρράξεων. Η συστηματική του απαξίωση από τις ΗΠΑ είναι ένα από τα βασικότερα εμπόδια προς αυτή την κατεύθυνση. Φυσικά σε αυτό το σημείο θα πρέπει να καταγγείλουμε και τη στάση των υπόλοιπων δυτικών κυβερνήσεων, οι οποίες, παρά το γεγονός ότι η κοινή γνώμη, από την Αμερική ως την Αυστραλία, κατέβηκε στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί ενάντια στην ισραηλινή επίθεση, παρέμειναν απαθείς, στηρίζοντας το Ισραήλ. Ακόμα κι αν δεν υπήρχε το περιστατικό με την ακραία φιλοϊσραηλινή τοποθέτηση της τσεχικής Προεδρίας, υπάρχει σαφέστατο έλλειμμα –και απροθυμία- πολιτικής παρέμβασης απ’ την πλευρά της Ευρώπης σε ανάλογες κρίσεις (χαρακτηριστικό και το παράδειγμα του πρόσφατου πολέμου στη Γεωργία).


Δεν πρέπει βέβαια να τρέφουμε αυταπάτες: ζούμε σ’ ένα κόσμο κρατών, ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων και συμφερόντων. Σ’ αυτά τα πλαίσια ακόμα κι ένας αναβαθμισμένος και ισχυρός ΟΗΕ δε θα μπορούσε να δρα με τρόπο υποδειγματικό, δίχως να καθίσταται ποτέ παίγνιο της διεθνούς διπλωματίας. Η μόνη πραγματική και μακροπρόθεσμη λύση για τον τερματισμό των πολεμικών συγκρούσεων, κάθε φορά που προκύπτουν, είναι ο αγώνας των λαών και το διεθνές αντιπολεμικό και αντιμιλιταριστικό κίνημα. Πρόκειται για τη στάση που ακολούθησε το χειραφετητικό κίνημα, άλλοτε με επιτυχία και άλλοτε όχι, από τον Α’ ΠΠ μέχρι τον πόλεμο του Βιετνάμ και την πρόσφατη εισβολή στο Ιράκ.

Υπάρχει λύση;
Η ισραηλινή «Επιχείρηση Καυτό Μολύβι» μπορεί να τερματίστηκε, αλλά το ευρύτερο παλαιστινιακό ζήτημα παραμένει άλυτο. Εξίσου ισχυρές παραμένουν κι οι διαθέσεις του ισραηλινού ιμπεριαλισμού. Η θέση μας είναι, σε γενικές γραμμές, η εξής: η ύπαρξη του ισραηλινού κράτους είναι απαραίτητη και αναγκαία, καθώς χρειάζεται ένα κράτος μέσα στο οποίο ο εβραϊκός λαός θα μπορεί να ζει υπό κανονικές συνθήκες, δίχως να κινδυνεύει απ’ τα πογκρόμ, τους διωγμούς και τα κρεματόρια που έχουν σημαδέψει την ιστορία του. Φυσικά κάτι τέτοιο δε δικαιολογεί επουδενί τον ισραηλινό ιμπεριαλισμό και τη διεθνή στήριξη που απολαμβάνει. Το κράτος του Ισραήλ πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει, καθώς, σε περίπτωση που κατηργείτω, ο εβραϊκός πληθυσμός της περιοχής θα έμενε έκθετος στην απειλή δυνάμεων που δηλώνουν ότι επιθυμούν τον αφανισμό του (Χαμάς, Χεζμπολά, Ιράν κ.λπ.)∙ θα πρέπει όμως να μετατραπεί σε ένα κράτος όπως όλα τα υπόλοιπα, το οποίο δε θα μπορεί να παραβιάζει κατά το δοκούν το Διεθνές Δίκαιο, χωρίς ποτέ να τιμωρείται, ούτε να χρησιμοποιεί ως μέθοδο προώθησης της πολιτικής του τη διαρκή διάπραξη ανθρωπιστικών και γενοκτονικού τύπου εγκλημάτων σε βάρος του εξαθλιωμένου παλαιστινιακού πληθυσμού. Θα πρέπει με άλλα λόγια να πάψει να είναι ένα κράτος που έχει ως βασικό στοιχείο της πολιτικής του τη διαρκή επέκταση σε βάρος των Παλαιστινίων και τη στήριξη αυτής της πολιτικής από μια μιλιταριστική ιδεολογία.


Ταυτόχρονα στηρίζουμε τον αγώνα αυτού του λαού και ζητάμε την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους με τα σύνορα του 1967 (πριν δηλαδή από τον Πόλεμο των 6 ημερών και την εγκατάσταση εποίκων στη Δυτική Όχθη), στη λεγόμενη Πράσινη Γραμμή και με την Ιερουσαλήμ υπό διεθνές καθεστώς[6]. Πρέπει επιτέλους οι παλαιστίνιοι να μπορέσουν να ζήσουν υπό στοιχειωδώς κανονικές συνθήκες, δίχως να βρίσκονται στο έλεος της ισραηλινής επιθετικότητας.


Θεωρούμε την πρόταση για την ίδρυση ομοσπονδιακού κράτους, που θα περιλαμβάνει τα ισραηλινά και παλαιστινιακά εδάφη, ως λύση μη βιώσιμη, παρ’ όλο που θεωρητικά ταιριάζει περισσότερο στις πολιτικές μας ιδέες, κι αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή, είτε το θέλουμε είτε όχι, υπάρχει μεγάλο μίσος στην περιοχή, ανάμεσα στους δύο λαούς, πράγμα που μάλλον θα καθιστούσε αδύνατη τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής στην περίπτωση συμβίωσης υπό τη σκέπη ενός ενιαίου κράτους. Εξάλλου οι τεράστιες ανισότητες ανάμεσα στις δύο κοινωνίες θα επέτρεπαν στους ισχυρότερους (πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά, τεχνολογικά κ.λπ.) Ισραηλινούς να σφετεριστούν τα ανώτερα αξιώματα και να επιβάλλουν καθεστώς εκμετάλλευσης στους φτωχούς και εξαθλιωμένους, στη μεγαλύτερη πλειονότητά τους, Παλαιστίνιους. Τότε θα είχαμε μια κοινωνία χωρισμένη σε πολίτες α’ και β’ κατηγορίας. Δεύτερον, επειδή η λύση του ομοσπονδιακού και ενιαίου κράτους ενδέχεται να παρέχει κάλυψη σε αντισημιτικές απόψεις που επιθυμούν την κατάλυση του ισραηλινού κράτους.


Παρ’ όλη την τοποθέτησή μας υπέρ της λύσης που βασίζεται στην ίδρυση παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα προ του 1967, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τη βασική δυσχέρεια προς την πραγματοποίηση μιας τέτοιας λύσης: τους εποικισμούς της Δυτικής Όχθης. Σε περίπτωση ίδρυσης ενός κράτους σε αυτά τα όρια (καθώς δεν έχει νόημα να μιλάμε για παλαιστινιακό κράτος με άλλα σύνορα), οι κάτοικοι αυτών των εποικισμών (που κλείνουν τέσσερις δεκαετίες ύπαρξης) θα πρέπει είτε να γίνουν παλαιστίνιοι υπήκοοι είτε να μετοικίσουν πίσω στο Ισραήλ. Δεδομένου του γεγονότος ότι αυτοί οι άνθρωποι α) είναι εγκατεστημένοι σε αυτές τις περιοχές για δεκαετίες, β) είναι κατά κανόνα φανατικά και ακροδεξιά στοιχεία, που έχουν επανειλημμένα συγκρουστεί με την ισραηλινή αστυνομία, κάθε φορά που το ισραηλινό κράτος έχει προσπαθήσει να τους περιορίσει, κανένα από αυτά τα ενδεχόμενα δε φαντάζει ιδιαίτερα πραγματοποιήσιμο…


Σε κάθε περίπτωση πάντως, όσο κι αν αντιλαμβανόμαστε πως η βία φέρνει βία και το μίσος μίσος, όσο κι αν προσπαθούμε να κατανοήσουμε τις συνθήκες μέσα στις οποίες γεννήθηκαν και ζουν οι Παλαιστίνιοι και οι Ισραηλινοί, όσο κι αν συμπαραστεκόμαστε στην τραγωδία που ζουν οι Παλαιστίνιοι εδώ και σαράντα χρόνια, δε μπορούμε να εγκαταλείψουμε την πίστη μας στην κοινή λογική. Στην κοινή λογική που λέει πως μέσα από το φαύλο κύκλο της βίας δε βγαίνουμε με το να απαντάμε στη βία με τη βία. Από τους φαύλους κύκλους βγαίνουμε πηδώντας έξω από τη λογική που αυτοί μας επιβάλλουν. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση ελπίζουμε και περιμένουμε την ώρα που η καταστροφή και ο πόνος θα αποκτήσουν παιδαγωγικό χαρακτήρα, που θα ιδωθεί καθαρά πως ο δρόμος αυτός είναι αδιέξοδος και πως η μόνη λύση είναι να μπει όλο αυτό το αίμα και όλος αυτός ο πόνος στην άκρη. Και όταν γίνει αυτό μπορεί ν’ αποφασίσουμε όλοι πως καμία πατρίδα και καμιά θρησκεία δεν αξίζει αυτό το αίμα. Αν χρειάζεται να πιστέψουμε σε μιαν αξία, ας πιστέψουμε σε κείνη που έχουμε στα χέρια μας, που είναι αυταπόδεικτη, προσιτή και απτή. Στην αξία του ανθρώπου που κάθε μέρα θάβεται στα ερείπια.


Τέλος, όσο κι αν διαφωνούμε με τις αρχές αλλά και με τα μέσα δράσης της, ζητούμε την άμεση αναγνώριση της Χαμάς ως επίσημης παλαιστινιακής Αρχής. Το ισραηλινό και διεθνές διπλωματικό –και οικονομικό- μποϊκοτάζ της κυβέρνησης της Χαμάς δε στρέφεται μόνο ενάντια στην οργάνωση αυτή αλλά –κυρίως- ενάντια στον παλαιστινιακό λαό, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πολιτική κοινότητα ικανή να αποφασίζει για τον εαυτό της. Δε μπορεί να υπάρξει καμία λύση στο παλαιστινιακό πρόβλημα, αν πρώτα από όλα δεν αναγνωριστεί το δικαίωμα του παλαιστινιακού λαού να αυτοκαθορίζεται πολιτικά.


_____________________________________
[1] Κατά την έκφραση του J. Dugard, ειδικού απεσταλμένου του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στα κατεχόμενα εδάφη.


[2] Αν ο όρος γενοκτονία ακούγεται υπερβολικός, είναι αδιαμφισβήτητη η ύπαρξη μιας γενοκτονικής λογικής στην πολιτική του Ισραήλ. Όταν χαρακτηρίζεις ως «τρομοκρατική οντότητα» την περιοχή της Γάζας, όπου κατοικούν γύρω στα δύο εκατομμύρια άνθρωποι, τότε θέτεις στο στόχαστρο της επίθεσής σου έναν ολόκληρο πληθυσμό. Δεν το λέμε εμείς, αλλά ο Ρίτσαρντ Φολκ, ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στα κατεχόμενα εδάφη (τον αναφέρει ο Μ. Βαρσάφσκι, 7 της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, 18.1.2009, σ. 28).


[3] Όπως γλαφυρά το έλεγε σε μια συνέντευξή του ο A. Soffer, ισραηλινός καθηγητής γεωπολιτικής, πρώην σύμβουλος του Σαρόν και πρώην επικεφαλής του τμήματος ερευνών του ισραηλινού στρατού, «…όταν θα ζουν 2,5 εκατ. άνθρωποι στη Γάζα, θα πρόκειται για ανθρωπιστική καταστροφή. Αυτοί οι άνθρωποι θα γίνουν ακόμα μεγαλύτερα ζώα απ’ ό,τι είναι τώρα, τρεφόμενοι από ένα παράφρον φονταμεταλιστικό Ισλάμ. Η πίεση στα σύνορά μας θα είναι φρικιαστική. Θα είναι ένας τρομερός πόλεμος. Οπότε, αν θέλουμε να επιβιώσουμε, θα πρέπει να τους σκοτώνουμε, να τους σκοτώνουμε, και να τους σκοτώνουμε, όλη τη μέρα, κάθε μέρα, όλο το χρόνο» (συνέντευξη της 10.5.2004 στην εφημερίδα Jerusalem Post, http://free--expression.blogspot.com/2009/01/arnon-soffer-on-palestine-israel-and.html με μετάφραση εκτενών αποσπασμάτων στο περ. Sarajevo, τ. 26, Φεβρουάριος 2009, σ. 9).


[4]Αναρχικό σύνθημα σε τοίχο των Εξαχρείων.


[5] Σχετικά με το ισραηλινό κίνημα και τους αγωνιστές ενάντια στον πόλεμο και τον ιμπεριαλισμό της χώρας τους βλ. τη συνέντευξη του δικηγόρου Gabi Lanski: http://indy.gr/newswire/tel-abib-apagoreyontai-oi-diadilseis-ekatontades-syllpseis-palaistinion-ypikoon-toy-isral-kai-ebraion-eirinistn . Για τους νεαρούς ισραηλίνούς αντιρρησίες συνείδησης, αγόρια και κορίτσια, βλ. την εξής ιστοσελίδα: http://december18th.org/ .


[6] Το ισραηλινό ειρηνιστικό κίνημα Γκους Σαλόμ, για παράδειγμα, προτείνει να είναι η Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα και των δύο κρατών: η Δυτική, με το Τείχος των Δακρύων, του Ισραήλ και η Ανατολική, με το Όρος του Τεμένους, της Παλαιστίνης. Η ενότητα της πόλης σε δημοτικό επίπεδο θα ρυθμιστεί από κοινού από τα δύο κράτη. Βλ. Ούρι Αβνέρι, Αντίπαλες αλήθειες. 101 σημεία για την ισραηλινο-παλαιστινιακή διένεξη, μτφρ. Κ. Λαμπρινού, Ινστ. Πουλατζά, Αθήνα, χ.χ., σσ. 30-31. Και το αρχικό σχέδιο του ΟΗΕ για την περιοχή (1947) προέβλεπε μια περιοχή που θα περιλάμβανε την Ιερουσαλήμ, τη Βηθλεέμ και τα περίχωρα και η οποία θα ήταν υπό διεθνές καθεστώς, μην ανήκοντας ούτε στο παλαιστινιακό ούτε στο ισραηλινό κράτος.