Thursday 31 May 2007

Η δημιουργικότητα στην εποχή του κενού

[Μοιράστηκε σε 500 αντίτυπα στο jazz φέστιβαλ της Αθήνας, 01/06/2007]


Η jazz είναι μια κοινωνικοϊστορική δημιουργία που ανήκει στην ιστορική περίοδο της Νεωτερικότητας (σχηματικά: 1750-1950). Η Νεωτερικότητα, με τη σειρά της, έρχεται ως συνέχεια της αφύπνισης των δυτικών ανθρώπων από τα σκοτάδια του πρώιμου Μεσαίωνα, αφύπνιση η οποία εκφράζεται καθαρά κατά τον 12ο και 13ο αιώνα μέσω της (επανα)δημιουργίας των ελεύθερων πόλεων και της φιλοσοφίας, όπως επίσης και μέσω της απελευθέρωσης της τέχνης από τη μουμιοποίηση στην οποία την είχε καταδικάσει η θεοκρατία: γοτθική γλυπτική, επανάσταση του Giotto στη ζωγραφική, αριστουργήματα της γοτθικής ναοδομίας στην αρχιτεκτονική, ανάπτυξη της πολυφωνίας στη μουσική. Σε ό,τι αφορά στον Δυτικό πολιτισμό, το ξεπέρασμα των σκοτεινών αιώνων σηματοδοτεί την επιστροφή στην ακμαία δημιουργικότητα της αρχαϊκής και κλασικής αρχαιότητας (8ος – 4ος αιώνας πΧ). Ουσία της δυτικής παράδοσης είναι η προσπάθεια του ανθρώπου να θέτει τους θεσμούς και τις ιδέες του υπό αμφισβήτηση, σπάζοντας τα ταμπού και τα διανοητικά του δεσμά σε όλα τα πεδία: πολιτικό, φιλοσοφικό, καλλιτεχνικό, επιστημονικό, σεξουαλικό κλπ. Αυτή η επιθυμία της ελευθερίας είναι, την ίδια στιγμή, επιθυμία δημιουργίας, καθώς η κατάρρευση των τοτέμ και των ταμπού απελευθερώνει τις ποιητικές δυνάμεις της ανθρώπινης φαντασίας –τόσο στην ψυχική της διάσταση, ως ριζική φαντασία, όσο και στην κοινωνική διάσταση, ως συλλογικό φαντασιακό- και οδηγεί τους ανθρώπους στην εξερεύνηση νέων μορφών και τρόπων ύπαρξης. Εξάλλου, μια κοινωνία η οποία προσπαθεί να είναι ελεύθερη και αυτόνομη, γνωρίζει από την πρώτη στιγμή ότι ο κόσμος δεν έχει κανένα νόημα από μόνος του –γιατί αν είχε, θα έπρεπε να του το είχε δώσει ο Θεός, ο οποίος όμως, ως γνωστόν, δεν υπάρχει-, πράγμα που της αφήνει ανοιχτό το πεδίο, για να δημιουργήσει η ίδια το δικό της νόημα. Ο Δυτικός πολιτισμός[1] είναι πολιτισμός απελευθερωτικός, σε όλα τα πεδία, διότι διέρρηξε την ετερονομία και τον διανοητικό εγκλεισμό υπό τον οποίο ήρθε στον κόσμο ο άνθρωπος. Παρ’ όλα αυτά, η πορεία προς την αυτονομία δεν «ολοκληρώθηκε» ποτέ.

Λέμε ποτέ και όχι ακόμη, διότι εδώ και μερικές δεκαετίες, ο δυτικός πολιτισμός έχει καταρρεύσει. Αυτό που είναι γνωστό ως «μεταμοντερνισμός» είναι η ληξιαρχική πράξη θανάτου του δυτικού πολιτισμού, με ό,τι φυσικά αυτός συνεπαγόταν: την επιθυμία των ανθρώπων να είναι ελεύθεροι και δημιουργικοί σε όλα τα πεδία της ατομικής και κοινωνικής τους ζωής[2]. Η κοινωνία των τελευταίων 40 ετών χαρακτηρίζεται από μια στειρότητα και μια χαύνωση άνευ προηγουμένου. Κυριαρχείται από μια απάθεια συνολική, η οποία εκτείνεται σε όλες τις σφαίρες της ανθρώπινης δραστηριότητας και όχι μόνο στην πολιτική. Αυτό συμβαίνει, διότι οι άνθρωποι δεν βρίσκουν πλέον νόημα στη ζωή τους, καθώς, εδώ και κάποιες δεκαετίες, όλες οι αξίες –καλές ή κακές, δεν έχει σημασία εν προκειμένω- έχουν καταρρεύσει, με αποτέλεσμα η κοινωνία έχει αντικατασταθεί από ένα πλήθος lifestyle υποκουλτουρών. Οι άνθρωποι της εποχής μας βιώνουν ένα πρωτοφανές κενό νοήματος, καθώς η κοινωνία δεν τους προσφέρει τίποτε που να μπορεί να τους ενεργοποιήσει δημιουργικά. Η περίφημη «δυσφορία μέσα στον πολιτισμό», για την οποία μιλούσε ο Freud, έχει οδηγήσει τον σύγχρονο άνθρωπο στην παράλυση. Δεν υπάρχει καμία όρεξη για ζωή, οι άνθρωποι ζουν σαν να είναι διαρκώς υπό την επήρεια κάποιας ψυχοτρόπου ουσίας. Ό,τι κάνουν, το κάνουν, για να ξεχνούν το κενό που τους βασανίζει: είτε εγκαταλείπονται στους φρενήρεις –και απάνθρωπους- ρυθμούς του σύγχρονου τρόπου διασκέδασης, είτε κάνουν shopping therapy, είτε είναι μεθυσμένοι, συνεχώς προσπαθούν να διατηρούνται σε ένα καθεστώς χαύνωσης και νιρβάνα, ούτως ώστε να αποφεύγουν να αντιμετωπίσουν τα υπαρξιακά ζητήματα που μας θέτει η ζωή.

Μέσα σε αυτή την κατάσταση, είναι προφανές ότι η δημιουργικότητα, σε όλα τα πεδία: από την τέχνη και τη φιλοσοφία, μέχρι τον έρωτα, το χιούμορ και την καθημερινή μας συμπεριφορά, έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Αν εξαιρέσουμε διάφορες μεμονωμένες περιπτώσεις και κινήματα, τα οποία ουσιαστικά, αντί να έχουν πλέον ρόλο πρωτοπορίας, είναι μάλλον ιστορικά κατάλοιπα περασμένων εποχών –όπως είναι για παράδειγμα η jazz-, μια μορφή «τελευταίων νησιών αντίστασης μέσα σε έναν κόσμο όπου η πλευρά της χυδαιότητας ανεβαίνει κάθε μέρα»[3], το «επίσημο» στίγμα της σύγχρονης κοινωνίας, το καινούργιο που φέρνει στον κόσμο, είναι το ΚΕΝΟ, το σκέτο τίποτα. Γι’ αυτό και κοινωνιολόγοι σαν τον Lipovetsky αποκαλούν τον μεταμοντερνισμό εποχή του κενού. Το περίφημο κομμάτι του Cage 4'33'' και το αποστειρωμένο βλέμμα του Andy Warhol ή των ηρώων του Haneke αποκρυσταλλώνουν με τον καλύτερο τρόπο τη σύγχρονη κατάσταση. Από τη στιγμή που τα ιστορικά κινήματα του μοντερνισμού κατέρρευσαν, τίποτε καινούργιο δεν έχει δημιουργηθεί, για να τα αντικαταστήσει. Τη σκυτάλη υποτίθεται πως την έχει πάρει το underground, πράγμα που -από ιστορικής απόψεως τουλάχιστον- είναι σωστό. Πέραν όμως της παρατήρησης ότι το underground, από τη φύση του, ως η τέχνη μιας κοινωνίας υποκουλτούρων και μικροομάδων, δεν μπορεί να δώσει –και δεν έδωσε- έργα αντάξια των αριστουργημάτων του παρελθόντος, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι ακόμα και σε αυτό το επίπεδο τα πράγματα έχουν αρχίσει, εδώ και κάποια χρόνια, να χωλαίνουν.
Ας πάρουμε το παράδειγμα της μουσικής. Μετά από τη δημιουργία του rock και των κύριων μετεξελίξεών του (punk, metal, hardcore κλπ) και αφού αυτές οι μετεξελίξεις μετεξελίχθηκαν κι αυτές με τη σειρά τους σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι υποκατηγορίες τους να δημιουργούνται πλέον μέσω της αντιμετάθεσης των συνθετικών των ονομάτων τους, έχουμε φτάσει σε μια κατάσταση όπου υπάρχει ένα απίστευτο πλήθος συγκροτημάτων ή μεμονωμένων καλλιτεχνών, εκ των οποίων όμως σχεδόν κανείς δεν προσπαθεί να πει κάτι καινούργιο. Ακόμη και το noise, το οποίο μπορεί εκ πρώτης όψεως να θεωρηθεί ως κάτι αρκετά ριζοσπαστικό, δεν είναι στην πραγματικότητα παρά μια εφαρμογή των ιδεών των φουτουριστών της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα[4]. Τώρα τελευταία μάλιστα, δείχνει να έχει σταματήσει κι η παραγωγή καινούργιων υποειδών. Γι’ αυτό έχει γίνει στροφή στην ανοιχτή αντιγραφή του παρελθόντος και στο έθνικ. Είναι χαρακτηριστικό ότι το εμπορικότερο ίσως είδος «σοβαρής» μουσικής στις μέρες μας είναι το λεγόμενο post rock, το οποίο –όπως λέει και το όνομά του και όπως το φανερώνει επίσης το look των συγκροτημάτων που το παίζουν- είναι μια σκέτη αντιγραφή των Beatles και των υπόλοιπων συγκροτημάτων εκείνης της εποχής[5]. Την ίδια στιγμή, το άνοιγμα στο έθνικ γίνεται με τρόπο καθαρά τουριστικό, δίχως καμιά αξίωση δημιουργικότητας. Η αντίθεση με τον μοντερνισμό, ο οποίος ανοίχθηκε στη δημιουργία των μη δυτικών πολιτισμών[6], προκειμένου να αντλήσει έμπνευση και νέες φόρμες, είναι απόλυτη. Το έθνικ εξάλλου είναι πιο «βολικό» για τον σύγχρονο άνθρωπο, σε σχέση, ας πούμε με την κλασική μουσική, καθώς δεν απαιτεί μεγάλη δέσμευση και είναι συμβατό με το γενικότερο κλίμα πάρτυ και διασκέδασης που επικρατεί στις μέρες μας[7].
Διότι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της εποχής είναι η μετατροπή της ελαφρότητας και της μη σοβαρότητας σε βασικά στοιχεία της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Ό,τι κάνει ο σύγχρονος άνθρωπος το κάνει με τρόπο ψόφιο, δίχως να το πολυπιστεύει, απλώς για να περνά ευχάριστα την ώρα του. Το lifestyle καραδοκεί και έχει την ικανότητα να αφομοιώνει τα πάντα: οι στρατιές των διάφορων ψευτοσινεφίλ που εμφανίζονται κατά στίφη την περίοδο των διάφορων κινηματογραφικών φεστιβάλ αρκούν, για να το αποδείξουν. Η μεγάλη τέχνη όμως δε βγαίνει μέσα από τη μετριότητα και τη βαρεμάρα. Είναι, αντίθετα, μια διαρκής πάλη ενάντια στο κοινότοπο, το μέτριο και το χυδαίο.

Εδώ όπου έχουμε φτάσει πλέον, η αναθέρμανση της καλλιτεχνικής –και γενικώς «πολιτιστικής»- δημιουργίας είναι αναγκαστικά και εγγενώς συνδεδεμένη με την επανεμφάνιση του δημοκρατικού επαναστατικού προτάγματος στην πολιτική. Η έξοδος από τη σημερινή χαυνωση απαιτεί ένα δημιουργικό ταρακούνημα άνευ προηγουμένου. Αυτό το ταρακούνημα όμως, εκ της φύσεώς του, δε μπορεί να περιοριστεί σε ένα μόνο επίπεδο της κοινωνικής δημιουργίας. Αναγκαστικά θα είναι –αν ποτέ συμβεί- «ολικό». Μια κοινωνία που βυθίζεται μέρα με τη μέρα όλο και περισσότερο στον τηλεοπτικό και καταναλωτικό αυνανισμό δε μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι ελεύθερη, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που δεν μπορεί να είναι δημιουργική μια κοινωνία που εκτρέφει όντα όπως –χρησιμοποιούμε εγχώρια παραδείγματα- Κωστάκης Καραμανλής, Γ. Πρετεντέρης, Μανώλης Καψής, Γ. Αυτιάς, Άννα Παναγιωταρέα, Ντόρα Μπακογιάννη, Γ. Αρναούτογλου, Βίκυ Φλέσσα κλπ.

Επειδή όμως ότι την ιστορία την κάνουμε εμείς οι άνθρωποι και όχι τα αόρατα κέντρα που ονειρεύονται μερικοί παρανοϊκοί, πράγμα που σημαίνει ότι είναι ανοιχτή στο καινούργιο, το απρόβλεπτο και το πρωτότυπο, δεν είναι ποτέ αργά για να φωνάξουμε, ακολουθώντας τον Τζίμη Πανούση, έστω και στο παρά πέντε : ΖΗΤΩ ΤΟ VIVERE PERICOLOSAMENTE!


__________________________________
[1] Δηλ. ο πολιτισμός που εμφανίζεται στη δυτ. Ευρώπη από το τέλος των σκοτεινών χρόνων και ο οποίος αφομοιώνει δημιουργικά την ελληνορωμαϊκή κληρονομιά. Αναφερώμαστε φυσικά στα δημοκρατικά και απελευθερωτικά στοιχεία αυτού του πολιτισμού, τα οποία εξάλλου είναι αυτά που τον διακρίνουν από τους υπόλοιπους πολιτισμούς: βλ. το κείμενό μας «Το Ισλάμ και η Δύση» (στο παρόν blog).

[2] Όταν μιλάμε περί δημιουργικότητας δεν την εννοούμε «ποσοτικά». Δεν εννοούμε δηλαδή ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να γίνουν καλλιτέχνες οι φιλόσοφοι. Αντίθετα, αυτό στο οποίο στοχεύει η αυτονομία, είναι ένας τύπος ανθρώπου και μια κοινωνία ανοιχτοί στην αποδοχή του καινούργιου, σε όλες του τις μορφές.

[3] Κ. Καστοριάδης, Fenêtre sur le Chaos, Παρίσι, Seuil, σ. 138.

[4] Συγκεκριμένα του Luigi Russolo. Εξάλλου ο δημιουργός του noise, ο ιάπων Masami Akita –γνωστότερος ως Merzbow-, δηλώνει ρητά ότι σημείο αναφοράς του είναι οι φουτουριστές και οι ντανταϊστές. Γι’ αυτό και το ψευδώνυμό του το έχει πάρει απ’ τον Kurt Schwitters.

[5] Μπορούμε να μιλήσουμε για πραγματική νοσταλγία των ‘60’s η οποία εκφράζεται επίσης μέσω της σύγχρονης μόδας –η οποία αντιγράφει το φοιτητικό look εκείνης της εποχής: βλ. την ταινία του Bertolucci Οι ονειροπόλοι- και μέσω συγγραφέων-υμνωδών του παρελθόντος όπως ο Γ.-Ι. Μπαμπασάκης.


[6] Μερικά παραδείγματα: o Bartók στην παραδοσιακή ουγγρική μουσική, ο Picasso στην αφρικανική γλυπτική, οι σουρεαλιστές στη γλυπτική πολλών «πρωτόγονων» λαών, ο Pollock στη ζωγραφική των ινδιάνων του Μεξικού, ο Henry Moore στη μεσοαμερικανική γλυπτική κλπ.


[7] Ο γάλλος συγγραφέας Φιλίπ Μιρέ αποκαλεί τον σύγχρονο πολιτισμό υπερεορταστικό. Οι άνθρωποι ζουν σ’ ένα διαρκές πάρτυ, σ’ έναν «εορταστικό κρετινισμό». Ο σύγχρονος τύπος ανθρώπου είναι ο homo festivus: βλ. τη «Βιβλιοθήκη» της Ελευθεροτυπίας, 16/7/1999, σ.16.

5 comments:

Anonymous said...

Θα ήθελα να σας πληροφορήσω για μία εξαιρετική "νησίδα αντίστασης μέσα σε έναν κόσμο όπου η πλευρά της χυδαιότητας ανεβαίνει κάθε μέρα", η οποία δεν αντιμετωπίζει την παράδοση με στείρο-μιητικό πνεύμα, αλλά βγαίνει έξω από αυτήν και τη χρησιμοποιεί για να δημιουργησει νέα είδη. Πρόκειται για τη μουσική δημιουργία του Θανάση Παπακωνστανίνου.

θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω με την - κατά τη γνώμη μου- ιδιαίτερα απαισιόδοξη οπτική σας. Νομίζω είναι πολύ πιθανό τα επόμενα χρόνια ο επιτακτικός χαρακτήρας της αντιμετώπισης του οικολογικού προβλήματος να προκαλέσει θεαματικές εξελίξεις στον δυτικό κόσμο, εξελίξεις στενά συνυφασμένες με την ανάδυση της αυτονομίας.

imaginaire radical said...

Τον ξέρω τον Θ. Π., αλλά δεν έχω ασχοληθεί με τη μουσική του και ως εκ τούτου δεν μπορώ δυστυχώς να τοποθετηθώ. Ευχαριστούμε πάντως για την επισήμανση. Είναι προφανές πως δεν είναι ο μόνος που συνεχίζει να είναι σοβαρός και στοιχειωδώς –τουλάχιστον- δημιουργικός –ή τουλάχιστον μη παραιτημένος. Υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις. Απλώς –και σε αυτό θέλουμε να επιμείνουμε- όλες αυτές οι περιπτώσεις είναι –συτυχώς- κατάλοιπα του παρελθόντος που όσο πάνε κι εξαφανίζονται. Επιμένουμε στο γεγονός, διότι κι άλλες φορές που τα έχουμε πει αυτά, διάφοροι γνωστοί μας καλλιτέχνες έχουν παραπονεθεί ότι εκμηδενίζουμε το έργο τους κλπ. Πρέπει πάντα να κοιτάμε τον βασικό προσανατολισμό της κοινωνίας, το φαντασιακό της, όχι τις εξαιρέσεις.

Θα αναφερθώ κυρίως στο δεύτερο σκέλος του σχολίου σου. Καταρχήν να πω ότι δεν είμαστε ούτε αισιόδοξοι ούτε απαισιόδοξοι. Απλώς προσπαθούμε να δούμε την πραγματικότητα γύρω μας. Αν κοιτάξεις τις μικρότερες ηλικίες –η φώτο που έχουμε βάλει στην ηλεκτρονική μορφή του κειμένου δεν είναι καθόλου τυχαία-, θα καταλάβεις ότι έχουμε απόλυτο δίκιο. Ίσως είσαι πιο μεγάλος και δεν έχεις βιώσει –λόγω συναναστροφών- τη διάλυση που επικρατεί στις μικρότερες ηλικίες. Ακόμη όμως κι αν δεν αναφερθούμε σε αυτές τις ηλικίες, νομίζω πως έχεις λάθος να θεωρείς ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο τα βλέπουμε εμείς.
Ως προς την πιθανότητα επανενεργοποίησης της κοινωνίας, λόγω ενός –ιδιαιτέρως πιθανού- οικολογικού κινδύνου, φοβάμαι ότι θα διαφωνήσω ξανά. Νομίζω ότι δεν πρέπει να είμαστε υλιστές: οι εξωτερικές συνθήκες δεν καθορίζουν το φαντασιακό και τη συμπεριφορά της κοινωνίας. Αντιθέτως είναι το φαντασιακό της κοινωνίας που επενδύει και νοηματοδοτεί τις εκάστοτε εξωτερικές συθήκες (χωρίς βέβαια να τις κάνει ό,τι θέλει). Θέλω να πω με αυτό ότι η λογική του «ερέθισμα-ανταπόκριση» ισχύει στο φαντασιακό πεδίο μόνο αν το υποκείμενο –εν προκειμένω η κοινωνία- είναι στοιχειωδώς ανοιχτή, για να δεχθεί το ερέθισμα ως ερέθισμα. Το γεγονός εξάλλου ότι θα το δεχτεί δεν προκαθορίζει σε καμία περίπτωσει το πώς θα αντιδράση –ή ακόμη και το αν θα αντιδράσει. Σε ό,τι αφορά τη σύγρχονη κατάσταση νομίζω ότι η αντίδραση στην οικολογική καταστροφή έχει ήδη αρχίσει να διαφαίνεται και έχει τη μορφή lifestyle πρακτικών που εκφράζουν ασυνείδητα αισθήματα ενοχής της κοινωνίας (οι χορτοφάγοι που είναι εγρατείς μόνο στο φαΐ, οι πριμιτιβιστές κλπ). Σε παραπέμπω, επί τη ευκαιρία, στο κείμενό μου «Οικολογία και φιλοσοφία» που βρίσκεται στο blog imaginaireradical.

Νίκος (από ΑήΒ)

Anonymous said...

Οσον αφορα τον Θ.Π. μου αρεσουν ιδιαιτερα τα τραγουδια του.Παρολα αυτα δεν νομιζω οτι προσφερει και καποια σπουδαια καινοτομια στην μουσικη. Χρησιμοποιει τις ιδιες μουσικες φορμες κατα καποιο τροπο μιξαρισμενες μεταξυ τους. Επαναλαβανω οτι μου αρεσει ιδιαιτερα. Αυτο ομως δεν αρκει για να θεωρησεις οτι αποτελει κατι προτοπορειακο για την κοινωνια.

Τωρα το τι θα γινει στα επομενα χρονια κανεις δεν ξερει. Ας ειμαστε ομως ρεαλιστες. Η απαθεια του συγχρονου ανθρωπου ειναι ιστορικα πρωτοφανης. Τελος το οικολογικο προβλημα ειναι εδω και πολλα χρονια επιτακτικο. Προσωπικα δεν εχς παρατηρισει οποιοδηποτε στροφη του ανθρωπου στην αυτονομια μπροστα στις τοσες οικολογικες καταστροφες.

Οδυσσεας (ΑηΒ)

imaginaire radical said...

Όπως σωστά μας πληροφόρησε ο φίλος Στέφανος, τον οποίο και ευχαριστούμε, ο όρος post rock που χρησιμοποιούμε στο κείμενό μας είναι λανθασμένος, καθώς σημαίνει άλλο πράγμα. Το αναφέρω, μέχρι να αλλάξουμε τη διατύπωση.

Νίκος, εκ της ομάδας

Anonymous said...

Δεν θεωρώ δίκαιη την ανάλυση της καλλιτεχνικής δημιουργικότητας στη εποχή μας (χονδρικά από το 50 κ ύστερα). Δεν κάνετε καμία αναφορά στην funk, soul, hip hop (ως mcing, djing, breakdancing, graffiti), στον πειραματισμό καλλιτεχνών της ninja tunes ή το κίνημα του turntablism, για να αναφέρω ορισμένα παραδείγματα. Ολα αυτά τα ‘είδη’ προφανώς κ έχουν ιστορικές αναφορές (π.χ. η funk στη jazz, στη gospel, στα blues) αλλά κ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που δεν έξηγουνται ούτε άγονται ούτε προκύπτουν λογικά ή συνδιαστικά από τις ιστορικές τους καταβολές. Οπότε σε έναν βαθμό καλλιτεχνική δημιουργικότητα υπάρχει. Σίγουρα σε πολλές περιπτώσεις η μουσική βιομηχανία εν μέρει μετατρέπει αυτά τα κινήματα σε προϊόντα προς κατανάλωση, χαρακτηριστικό παράδειγμα η hip hop, της οποίας κυρίαρχη έκφραση κατέληξε να είναι σήμερα το gansta rap, η επίδειξη του πλούτου, των όπλων, του sex κ του living large. Αλλά η μετατροπή αύτη, όπως πολύ καλά γνωρίζετε, δεν είναι ποτέ ολοκληρωτική. Δημιουργικά ρεύματα, έστω κ υπόγεια, συνεχίζουν να υφίστανται, σίγουρα δεν θα ανακαλύψω τους dodheimsgard, τους tiger lilies ή τους coldcut βλέποντας διαφημίσεις, αλλά με λίγο ψάξιμο αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο καλλιτεχνικός κόσμος δεν είναι απλώς κονφορμιστικός. Μάλιστα και από ονόματα με εμπορική επιτυχία, π.χ. mano negra, m.i.a., dj shadow ή bjork, δεν προκύπτει ότι το ‘κενό’ κ η ‘αποχαύνωση’ είναι τα κατ’εξοχήν κυρίαρχα χαρακτηριστικά της εποχής μας, τουλάχιστον σε καλλιτεχνικά πλαίσια. Ούτε θεωρώ σωστό να υποτιμάτε αυτά τα ρεύματα ως ‘μαλλον κατάλοιπα περασμένων εποχών’ ή ως μορφές τέχνης μιας κοινωνίας υποκουλτούρων καθώς εγώ διαπιστώνω ότι συνεχώς γνωρίζω ανθρώπους με ανησυχίες που ανακαλύπτουν, ασχολούνται, μελετούν κ ενεργά κ δημιουργικά εντάσσονται κ συνεισφέρουν στα εν λόγω μουσικά κινήματα. Σίγουρα αυτά τα ρεύματα δεν αποτελούν μαζικά φαινόμενα, αλλά ούτε οι συμμετέχοντες είναι απλώς μικρο-ομάδες.

Επίσης διαφωνώ με την θεώρηση της noise ως ριζοσπαστική μόνο εκ πρώτης όψεως, κ ότι στην ουσία αποτελεί απλώς την εφαρμογή των ιδεών του κινήματος του φουτουρισμού που γεννήθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα. Με την ίδια λογική μήπως θα έπρεπε να θεωρήσουμς υποτιμήτικά την (εν τέλει αποτυχή) προσπάθεια θέσμισης αμεσο-δημοκρατικών οργάνων λήψης αποφάσεων σε κοινοτικό επίπεδο ή σε εργοστάσιακό επίπεδο (σοβιετ 1917, ισπανίκές κολλεκτίβες, 1936, ουγγαρία 1956) απλώς ως μία εφαρμογή των ιδεών της αρχαίας ελληνικής δημοκρατιάς που στην ουσία δηλώνει έλλειψη δημιουργικότητας; Δεν το νομίζω. Το ότι η noise σχετίζεται ή ιστορικά παραπέμπει στο φουτουριστικό κίνημα δεν σημαίνει ότι αποτελεί απλώς μία εφαρμογή των ιδεών του φουτουρισμού σε σύγχρονα πλαίσια, όπως κ τα σοβιέτ δεν αποτελούν απλή εφαρμογή των ιδεών της άμεσης δημοκρατίας στη ρωσία του 1905 ή του 1917, αλλά αποτελουν εκφράσεις ουσιαστικής δημιουργίας.

Φιλικά, Κώστας.