Οι φετινοί Ολυμπιακοί Αγώνες έχουν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, λαμβάνουν χώρα στην Κίνα, στη «Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας» για να είμαστε πιο ακριβείς. Δυστυχώς, η πλήρης ονομασία το μόνο που μπορεί να προκαλέσει είναι ένα πικρόχολο γέλιο. Άλλωστε η εκπόρνευση λέξεων όπως «λαϊκή» και «δημοκρατία» γίνεται κατά κόρον στους καιρούς που ζούμε και, αλίμονο, όχι μόνο από ολοκληρωτικά καθεστώτα όπως αυτό της Κίνας. Για να επιστρέψουμε, το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι ότι η Κίνα κατέχει πολλά ρεκόρ σε διάφορους τομείς κυρίως εκτός του αθλητισμού. Ρεκόρ σε καταπατήσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σε δημόσιες εκτελέσεις, σε καταδίκες στην θανατική ποινή, εν ολίγοις το κινεζικό κράτος αποτελεί μια από τις πιο βάρβαρες κατασταλτικές μηχανές που έχει γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα. Αναρίθμητα παραδείγματα αποδεικνύουν ότι η ελευθερία της έκφρασης είναι κάτι άγνωστο για το κινέζικο καθεστώς. Η απαγόρευση και η λογοκρισία του διαδικτύου ή η απαγόρευση εισόδου ξένων δημοσιογράφων στη χώρα είναι μόνο ενδεικτικά της κατάστασης. Η γελοιότητα και ο πρωτόγονος συντηρητισμός του καθεστώτος συμπληρώνεται με την απαγόρευση του συνδικαλισμού και φυσικά την άρνηση του δικαιώματος της απεργίας. Δικαιώματα κατακτημένα εδώ και πολλά χρόνια στη Δύση είναι απλά ανύπαρκτα για τους γραφειοκράτες του κομμουνιστικού κόμματος. Συνοπτικά έχουμε να κάνουμε με ένα μιλιταριστικό, αποκτηνωμένο και αποκτηνωτικό, ολοκληρωτικό καθεστώς. Αυτό βέβαια δεν εμπόδισε την ΔΟΕ και τους αυτοονομαζόμενους «αθάνατους» να της αναθέσουν την Ολυμπιάδα.
Η Κίνα ως ανερχόμενη υπερδύναμη που στηρίζεται στους ταχύτατους ρυθμούς ανάπτυξης και σε ένα παγκόσμιο δίκτυο διακίνησης των εμπορικών προϊόντων που παράγει, καθώς και όντας η μέχρι πρότινος κατεξοχήν χώρα μετεγκατάστασης των εργοστασίων των δυτικών επιχειρήσεων, επιλέχθηκε για να πραγματοποιήσει τη φετινή Ολυμπιάδα, κάτι που θα ισχυροποιούσε περαιτέρω τη θέση της στην παγκόσμια οικονομία και θα της έδινε τη δυνατότητα να κάμψει τις όποιες αντιδράσεις υπήρξαν και υπάρχουν για τη βιαιότητα του καθεστώτος. Φυσικά τα λεγόμενα οικονομικά θαύματα δεν πραγματώνονται χωρίς να συνθλίβουν από την καθημερινή κόλαση της δουλείας εκατομμύρια εργάτες/εργαζόμενοι οι οποίοι αποτελούν πρώτης τάξης απλήρωτο και συνεχώς εκβιαζόμενο εργατικό δυναμικό. Χωρίς αυτή τη «λεπτομέρεια» η Κίνα δεν θα μπορούσε ποτέ να πετύχει τέτοια άλματα όσον αφορά την ανάπτυξη και φυσικά την καταστροφή του περιβάλλοντος. Θα έπρεπε να ήταν αυτονόητο για όλους, ύστερα από τη δυσχερή περιβαλλοντικά θέση που έχουμε περιέλθει, ότι η ανάπτυξη και η οικολογική καταστροφή είναι έννοιες αλληλένδετες. Η Κίνα συμβάλλει όσο καμία άλλη χώρα στην καταστροφή του πλανήτη μιας και είναι η πρώτη - και με διαφορά από τις δεύτερες ΗΠΑ- σε εκπομπές καυσαερίων χώρα. Η μετατροπή μεγάλων περιοχών σε ατελείωτα εργοτάξια και η ανέγερση αμέτρητων εργοστασίων προκαλούν ανεπανόρθωτη οικολογική καταστροφή που όπως φαίνεται δεν έχει κανένα περιορισμό. Αν αναλογιστεί κανείς ότι η ζήτηση πετρελαίου από την Κίνα έχει υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια και αυξάνεται σταθερά μπορεί να συμπεράνει ότι αυτή η εκτός ελέγχου ανάπτυξη δεν πρόκειται να σταματήσει, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον.
Επίσης, το κινεζικό καθεστώς, όπως και τα υπόλοιπα κομμουνιστικά καθεστώτα του παρελθόντος, έχει καταφέρει να παράγει τεράστιες οικονομικές ανισότητες αλλά και ένα χάσμα μεταξύ των αξιωματούχων του καθεστώτος –της άρχουσας τάξης- και της εξαθλιωμένης μάζας του κινεζικού λαού που δεν έχει προηγούμενο. Μαζί με αυτά έχουν αποσαθρωθεί σχεδόν ολοκληρωτικά όλες οι αξίες της συλλογικής ζωής που χαρακτήριζαν τις παραδοσιακές κοινωνίες με την επικράτηση ενός πρωτοφανούς αμοραλισμού και κυνισμού, κατευθείαν υιοθετημένου από τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί και λειτουργούσε πάντα το γραφειοκρατικό σύστημα και διά του οποίου τα μέλη του ανεβαίνουν στην ιεραρχία. Όλα αυτά μαζί με μια δόση εθνικισμού και αποβλάκωσης εξηγούν το πρόσφατο θέαμα της επίθεσης και των προπηλακισμών κινέζων «πολιτών» κατά δυτικών ακτιβιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην πλατεία Τιενανμέν, καθώς και το θέαμα των κινέζων εθελοντών που ασχολούνται αποκλειστικά με τη συλλογή αυτογράφων από γνωστούς και άγνωστους αθλητές. Η αποβλακωτική δύναμη του καθεστώτος είναι ανάλογη με τη δύναμη του δυτικού καπιταλισμού, αφού χρησιμοποιεί τα ίδια θεαματικά μέσα. Γι’ αυτό όσοι πιστεύουν ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Κίνα θα φέρει και την ανάπτυξη των ανθρωπιστικών αξιών, είναι γελασμένοι –αν δεν είναι απλά απατεώνες.
Φυσικά όλα αυτά δεν τα λέμε για να υποστηρίξουμε το ολυμπιακό ιδεώδες, το πνεύμα των αγώνων και άλλες τέτοιες κενές νοήματος αηδίες. Θα ήμασταν υποκριτές αν ισχυριζόμασταν ότι οι ολυμπιακοί αγώνες αντιπροσωπεύουν την ευγενή άμιλλα κ.λπ. Οι ιδέες του ολυμπισμού έχουν πεθάνει από την αρχαιότητα και τα όποια υπολείμματα είχαν απομείνει συνετρίβησαν κατά τις λαμπαδηδρομίες του χιτλερικού καθεστώτος και στη συνέχεια από την ολοκληρωτική εμπορευματοποίηση του γεγονότος που έχει εξελιχθεί σε ένα πανηγύρι υποκρισίας. Φυσικά, οι ευθύνες των δυτικών κυβερνήσεων καθώς και της δυτικής κοινωνίας στο σύνολό της είναι τεράστιες. Αποτελεί μεγάλη χυδαιότητα το γεγονός ότι παρέχουν νομιμοποίηση και στήριξη σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που δεν σέβεται πάνω από όλα την ανθρώπινη ζωή. Καθάρματα και υποκριτές τύπου Ζακ Ρόγκ, Μίνωα Κυριακού, Λάμπη Νικολάου και Κοκού αποπνέουν μια βρώμα που δύσκολα συναντάμε. Η γιορτή άρχισε, μετρήστε τους νεκρούς.
ΚΑΤΩ Ο ΚΙΝΕΖΙΚΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ
ΖΑΚ ΡΟΓΚ ΓΟΥΡΟΥΝΙ ΔΟΛΟΦΟΝΕ
17 comments:
Μια σύντομη παρατήρηση θα ήθελα να σας κάνω. Ασφαλώς και δεν γενάται θέμα αναφορικά με την αυταρχική, ανελεύθερη φύση του κινεζικού καθεστότως, την οποία καθιστούν πρόδηλη μία σειρά απο παραδείγματα, όπως φερ'ειπείν η μαζικότητα του αριθμού των καταδικασθλέντων σε θάνατο. Έχει μάλιστα γίνει λόγος για την πρακτική που στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζεται απο τους αρμόδιους κρατικούς αξιωματούχους, βάσει της οποίας οι πιθανότητες αθώωσης ενός κατηγορούμενου για αδίκημα που επισύρει την ποινή του θανάτου είναι πρακτικά μηδαμηνές. Και αυτό γιατί οι προαναφερθέντες αξιωματούχοι επιδείδονται στο ευγενές άθλημα της εμπορίας οργάνων και, ναι, πρόκειται για τα όργανα των εκτελεσθέντων που γίνονται αντικείμενο αγοραπολησίας. Κανείς, λοιπόν, δεν μπορεί βάσιμα να αμφισβητήσει το γεγονός ότι το κινεζικό καθεστώς είναι ένα απο τα πλέον στυγνά και ανελέυθερα που υφίστανται τη δεδομένη στιγμή στον πλανήτη. Ίσως, επομένως, κατόπιν της εν λόγω διαπίστωσης το ερώτημα μου να φαντάζει κατά τι "φιλολογικό", αλλά εφόσον είμαστε υπέρμαχοι ενός πολιτικού λόγου που ευελπιστεί να χαρακτηρίζεται από σαφήνια, καθότι πρόθεση του είναι να διαλευκάνει, να διαυγάσει όσα η παραδεδομένη σκέψη εν πολλοίς συγκαλήπτει, είτε απο αδυναμία, είτε εκούσια, κρίνω πως μια διευκρίνηση θα ήταν χρήσιμη. Αναφέρομαι λοιπόν στον από μέρους σας χαρακτηρισμό του καθεστώτως για το οποίο έγινε λόγος προηγούμενα ως ολοκληρωτικό, που μου προξένισε την απορία, καθότι εξ όσων γνωρίζω ασπάζεσθε τις σχετικές θέσεις που έχουν διατυπωθεί επί του θέματος απο τη Χάνα Άρεντ -με τη σκέψη της οποίας εγώ, οφείλω να ομοληγήσω, είμαι ελάχιστα εξοικοιωμένος. Θεωρείτε πως στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με αυτό που η τελευταία θα ονόμαζε "καθαρό ολοκληρωτισμό";
Χαίρετε και συγνώμη για την καθυστέρηση. Η αλήθεια είναι ότι δυσκολευτήκαμε να δώσουμε ένα σαφέστερο χαρακτηρισμό στο καθεστώς. Είναι όντως ολοκληρωτικό ή απλώς ένα στυγνό και άκρως καταπιεστικό καπιταλιστικό καθεστώς; Κατ' αρχήν δεν τίθεται θέμα σύγκρισης με τα κατ' εξοχήν ιστορικά παραδείγματα ολοκληρωτικών καθεστώτων όπως το σταλινικό, το χιτλερικό ή ακόμα και το μαοϊκό καθεστώς. Ωστόσο η μέχρι ενός βαθμού διαφορά του σημερινού καθεστώτος από τα παραπάνω αρκεί για να μην το χαρακτηρίσουμε ολοκληρωτικό; Σίγουρα διαφορές υπάρχουν αλλά δεν σημαίνει ότι χαρακτηρίζοντας το σημερινό κινεζικό κράτος ως ολοκληρωτικό μειώνεις την "βαρβαρότητα" των παραπάνω ολοκληρωτισμών. Έτσι κι αλλιώς δε νομίζουμε ότι έχει και πολύ νόημα η σύγκριση επιπέδων "βαρβαρότητας" και ολοκληρωτισμού. Νομίζουμε θα συμφωνείς και εσύ σε αυτό. Αν δώσουμε έναν ορισμό στον ολοκληρωτισμό, ως το πολιτικό καθεστώς στο οποίο το κράτος θέλει να ελέγχει κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα και να παρεμβαίνει ( ή τουλάχιστον να έχει την δύναμη να το κάνει) στην ιδιωτικη σφαίρα των πολιτών, τότε μπορούμε να χαρακτηρίσουμε με μεγάλο βαθμό σαφήνειας το κινέζικο καθεστώς ως τέτοιο. Τα παραδείγματα που μπορούν να στηρίξουν αυτή την κρίση μας είναι αναρίθμητα, από το παράδειγμα που παράθεσες μέχρι τον έλεγχο γεννήσεων από το κράτος. Η Κίνα δεν είναι ένα μέρος όπου σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μπορεί ναι μεν να υπάρχει μια φιλευλευθεροποίηση (κυρίως οικονομική) και το φαντασιακό του κινέζικου νεοπλουτισμού, ή αλλιώς το κινέζικο όνειρο, που συμβαδίζει πιο πολύ με ένα δυτικού τύπου καπιταλιστικό καθεστώς, να υπάρχουν κάποιες παραχωρήσεις από την άποψη των ελευθεριών, να έχουν εξαλειφθεί τα γκουλάγκ (λέμε τώρα) κλπ, αλλά δεν θα έπρεπε να να ξεχνάμε την δομή του καθεστώτος και την "καταγωγή" του από τον μαοϊκό μιλιταριστικό ολοκληρωτισμό. Νομίζουμε δε ότι αυτές οι δομές υπάρχουν/είναι παρούσες/δεν έχουν υποχωρήσει σε μεγάλο βαθμό.
Α ή Β
Εγώ γενικά διαφωνώ με τη συγκεκριμένη θέση και μιας κι η άποψή μου στη συνέλευση μειοψήφησε, δράττομαι της ευκαιρίας για να πω τις αντιρρήσεις μου. Να πω, καταρχάς, φίλε Στέφανε, ότι δεν ακολουθώ απαραιτήτως την Άρεντ σ' αυτά που θα πω, καθώς ούτε εγώ κατέχω καλά τη θεωρία της για τον ολοκληρωτισμό.
Σε κάθε περίπτωση πάντως θεωρώ ότι είναι όχι μόνο κοινωνιολογικό αλλά και πολιτικό λάθος να μιλάμε για ολοκληρωτισμό στη σημερινή Κίνα. Κοινωνιολογικά, επειδή δεν πρέπει να συγχέουμε κάθε μορφή δικτατορίας ή αυταρχισμού με τον ολοκληρωτισμό. Κάτι τέτοιο θα έμοιαζε με τη φιλελεύθερη λογική που όλα τα μη φιλελεύθερα ολιγαρχικά καθεστώτα τα αποκαλεί ολοκληρωτικά: «Η Εποχή του Ολοκληρωτισμού; Λέτε; Ο όρος χρησιμοποιήθηκε πρόσφατα από τους Financial Times. Δεν ξέρω όμως αν ευσταθεί ένας τέτοιος τίτλος, ή απλώς βιώνουμε μια μεταβατική, στρεβλωτική ίσως περίοδο. Τα παραδείγματα βεβαίως υπάρχουν. Είναι η Ρωσία, είναι η Κίνα, είναι οι πάμπλουτες αραβικές χώρες, κυρίως τα αραβικά εμιράτα, πολλές από τις χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας, του Ισημερινού, της Αφρικής... Όλες μ’ ένα κοινό χαρακτηριστικό: την παντοκρατορία του ενός κόμματος» (http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_07/09/2008_283459). Πολιτικά, επειδή ο λόγος περί ολοκληρωτισμού –τη στιγμή μάλιστα που ολοκληρωτισμός δεν υφίσταται!- απλώς ενδυναμώνει τη φιλελεύθερη και δεξιά ρητορεία υπέρ των φιλελεύθερων ολιγαρχιών, πράγμα με το οποίο, εξ όσων γνωρίζω, είμαστε αντίθετοι.
Η μονοκομματική δικτατορία δεν είναι απαραιτήτως ολοκληρωτική, έστω κι αν δε χρησιμοποιούμε τον όρο με την ακριβή σημασία που του έδινε η Άρεντ. Χρησιμοποιώντας το παραπάνω παράθεμα ως παράδειγμα, εύκολα μπορούμε να δούμε το άτοπο της αντίθετης άποψης: είναι σαφές, π.χ., ότι η Ρωσία ή η Σαουδική Αραβία δεν είναι ολοκληρωτικά καθεστώτα Γι’ αυτό και η αρθρογράφος που παρέθεσα προσπαθεί να ξεχειλώσει τον ορισμό του ολοκληρωτισμού, αντικαθιστώντας τη δικτατορία του ενός κόμματος από την παντοκρατορία του (η Νέα Ρωσία του Πούτιν δεν ηγείται κομματικής δικτατορίας αλλά έχει την παντοκρατορία κ.λπ.). Θα πρέπει λοιπόν να ερευνήσουμε λίγο λεπτομερέστερα τη φύση του σημερινού καθεστώτος της Κίνας.
Πάνω σ’ αυτή τη βάση νομίζω ότι μερικά χαρακτηριστικά του σημερινού κινεζικού καθεστώτος καθιστούν σαφές ότι δεν είναι ολοκληρωτικό, αν με αυτό τον όρο εννοούμε καθεστώτα σαν το ναζιστικό, το σταλινικό ή το μαοϊκό. Δεν πρόκειται περί μεμονωμένων χαρακτηριστικών, αλλά για το συνολικό προσανατολισμό που έχει πάρει το κράτος, απ’ τα τέλη της δεκαετίας του ’70, μετά το θάνατο του Μάο, με τις μεταρρυθμίσεις του Ντεγκ Ξιάο Πιγκ. Μεταρρυθμίσεις που δεν ήταν μόνο οικονομικές αλλά και πολιτικοκοινωνικές, αλλάζοντας σε ουσιαστικό βαθμό πτυχές του δικαίου και της διοίκησης. Όπως το λένε χαρακτηριστικά η Γιουνγκ Τσανγκ κι ο Τζ. Χάλλιντεϊ, «Ο Ντεγκ όχι μόνο απέρριψε την ουσία του μαοϊσμού και του σταλινισμού, αλλά άλλαξε και την πορεία της κινεζικής κυβέρνησης μετά το θάνατο του Μάο» (Μάο, η άγνωστη ιστορία, Εστία, 2007, σ. 712).
Για να καταλάβουμε όμως τη σημασία αυτών των αλλαγών, πρέπει πρώτα να ορίσουμε με κάποιον τρόπο την έννοια του ολοκληρωτισμού. Ο σχετικός ορισμός που δίνεται στο σχόλιο της ομάδας είναι πολύ γενικός και γι’ αυτό οδηγεί σε λανθασμένα κοινωνιολογικά συμπεράσματα. Όταν λέμε πως ίδιον των ολοκληρωτικών καθεστώτων είναι η προσπάθεια να υποτάξουν κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής στην κρατική εξουσία, στην πραγματικότητα αυτό σημαίνει δύο πράγματα: την πολιτικοποίηση των πάντων, ακόμα και των πιο στενά ιδιωτικής φύσεως ζητημάτων (τι θα φοράνε οι άνθρωποι, τι θα διαβάζουν, τι θα σκέφτονται, αν θα κάνουν σεξ κ.λπ.) και την γενική κυριαρχία της ιδεολογίας σε όλα τα επίπεδα. Από τη στιγμή που το κράτος πρέπει να αποφασίζει για όλα, αυτό πρέπει να γίνεται στο όνομα μιας ιδεολογίας, η οποία πρέπει να διατηρείται, προκειμένου να δικαιώνει την κρατική κυριαρχία. Στον ολοκληρωτισμό το κράτος δεν είναι «κοσμικό», αλλά υπάρχει επίσημο δόγμα.
Αυτή η κατάσταση έχει μια πολύ σημαντική συνέπεια, η οποία νομίζω ότι αποτελεί και το καθοριστικότερο χαρακτηριστικό της λειτουργίας ενός ολοκληρωτικού συστήματος: πρόκειται γι’ αυτό που ο Ernst Jünger αποκαλούσε «ολική κινητοποίηση». Η ολική κινητοποίηση είναι αποτέλεσμα της πολιτικοποίησης όλων των πλευρών της κοινωνικής ζωής, δηλαδή της επικράτησης της ιδεολογίας σε όλους τους τομείς. Το ότι αυτή η ιδεολογία είναι απλώς προσχηματική δεν έχει σημασία εν προκειμένω. Αυτό που έχει σημασία είναι πως ό,τι γίνεται, γίνεται για λόγους ιδεολογικούς, πράγμα που καταργεί κάθε έννοια στοιχειώδους διαχειριστικού ορθολογισμού, τόσο στην οικονομία όσο και στην πολιτική. Αυτό που κυριαρχεί είναι ένα είδος ιλιγγιώδους παροξυσμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, επί Μάο, το Μεγάλο Άλμα προς τα Εμπρός, του 1958-61, που οδήγησε στο μεγαλύτερο λιμό όλων των εποχών παγκοσμίως (εξαιτίας του άνευ προηγουμένου οικονομικού και τεχνικού ανορθολογισμού και της σπατάλης), όπως επίσης κι η Πολιτιστική Επανάσταση, που σχεδόν διέλυσε το κράτος και την οικονομία. Αμφότερα τα εγχειρήματα είχαν καθαρά ιδεολογικούς σκοπούς: στην περίπτωση του πρώτου στόχος ήταν να φανεί ότι η κινεζική οικονομία ξεπερνά αυτή της Μεγάλης Βρετανίας και των ΗΠΑ (γι’ αυτό, όπως παλιότερα στα σοβιετικά κολχόζ, οι υπεύθυνοι δήλωναν στους ανώτερούς τους διογκωμένα νούμερα κι έτσι ο προγραμματισμός οδηγείτο στην κατάρρευση), ενώ στη δεύτερη περίπτωση στόχος του Μάο ήταν να προωθήσει μια ιδεολογία που θα επέτρεπε στη δράση των Ερυθροφρουρών να τον βοηθήσει στο χτύπημα των κομματικών του αντιπάλων. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις τόσο ο βραχυπρόθεσμος όσο κι ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός ή ορθολογισμός υποτάσσονται στο ουτοπικό και ιδεολογικό στοιχείο κι η κατάσταση ξεφεύγει απ’ τα χέρια των διευθυνόντων. Τα ίδια, εννοείται, είχε κάνει κι ο Στάλιν: χαρακτηριστικότερο παράδειγμα η εκκαθάριση που έκανε στο στράτευμα, το 1938-39, παραμονές του πολέμου, όπου εκτέλεσε, μεταξύ άλλων, και τον έμπειρο στρατάρχη Τουχατσέφσκι (σφαγέα της Κροστάνδης), πράγμα που ευθύνεται για τις αρχικές ήττες των Ρώσων απ’ τους Γερμανούς.
Το στοιχείο της γενικής κινητοποίησης καθορίζει και τις κατασταλτικές μεθόδους του ολοκληρωτισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο το μαοϊκό όσο και το σταλινικό καθεστώς, ακόμα και μετά τη σταθεροποίησή τους, εξαπολύουν, σχεδόν τακτικά, μαζικές εκκαθαρίσεις ενάντια στον πληθυσμό, ακόμα κι όταν δεν υφίσταται ο παραμικρός κίνδυνος ή κοινωνική αναταραχή, όπως συνέβαινε, π.χ., κατά την περίοδο της βίαιης κολεκτιβοποίησης της αγροτικής οικονομίας με τις εξεγέρσεις των χωρικών, ή, τουλάχιστον, σε βαθμό υπερβολικό συγκριτικά με το εκάστοτε προς αντιμετώπιση ζήτημα. Χαρακτηριστικό, υπό αυτή την έννοια, γνώρισμα του ολοκληρωτικού τρόπου διακυβέρνησης είναι η μαζική κρατική τρομοκρατία (κατά το υπόδειγμα της περίφημης «Κόκκινης τρομοκρατίας» του Τζερζίνσκι). Η οποία, φυσικά, είναι απόρροια της ιδεολογικοποίησης και της «γενικευμένης κινητοποίησης»: η κοινωνία πρέπει να παραμένει σε «επιφυλακή», να μην ηρεμεί, να ξέρει ότι το κράτος είναι παντοδύναμο και καραδοκεί. Εξού και το λανσάρισμα της ευρύτατης και εντελώς αόριστης κατηγορίας του «εχθρού του λαού» και του «αντεπαναστατικού» εγκλήματος. Δεν υπάρχει πιο γλαφυρή έκφραση αυτής της λογικής απ’ το περίφημο μέτρο των ποσοστώσεων που χρησιμοποιούσαν τόσο ο Στάλιν όσο κι ο Μάο: σε κάθε εκκαθάριση καθοριζόταν ένας ενδεικτικός αριθμός εκτελέσεων που θα έπρεπε να πραγματοποιηθούν. Πράγμα που δείχνει ότι οι εκτελέσεις δε γίνονταν για να εξοντωθεί ένας υπαρκτός εχθρός, αλλά για να διατηρείται ο τρόμος και η μουγκαμάρα της κοινωνίας. Ο ιδεολογικός χαρακτήρας αυτών των μέτρων έγκειται στην τελετουργική τους φύση, πράγμα που ισχύει, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, και για τις μακροχρόνιες ανακρίσεις ατόμων πασιφανώς αθώων ακόμα και για τους ανακριτές τους.
Στην περίπτωση μάλιστα του μαοϊσμού το στοιχείο της μαζικής βίας είναι περισσότερο ριζωμένο στη φύση του καθεστώτος, καθώς το συγκεκριμένο καθεστώς δεν προήλθε από ένα κόμμα, έστω μπολσεβικικού τύπου, το οποίο υποστηρίχθηκε, έστω για ένα διάστημα από τις μάζες, αλλά από ένα κόμμα-στρατό που απλώς νίκησε τον αντίπαλο στρατό (του Τσανγκ Κάι Σεκ) και κατέλαβε την εξουσία. Το μιλιταριστικό στοιχείο είναι εδώ πολύ πιο έντονο και γι’ αυτό επιτρέπει τη διαρκή χρήση πολεμικού τύπου συνθημάτων κατά τη διάρκεια των εκκαθαρίσεων.
Βάσει όλων αυτών, η αλλαγή που παρατηρείται μετά το θάνατο του Μάο, προϊόν τόσο της λαϊκής δυσαρέσκειας όσο και, στο κρατικό επίπεδο, της επικράτησης πρώην εκτοπισθέντων στελεχών του κόμματος σαν τον Ντεγκ (οι οποίοι καθαιρούν τη συμμορία των Τεσσάρων, την κλίκα δηλαδή της μαντάμ Μάο που ήθελε να συνεχίσει την πολιτική της Πολιτιστικής Επανάστασης), θα πρέπει να γίνει αντιληπτή ως η υποχώρηση του ιδεολογικού στοιχείου και η αντικατάστασή του απ’ το «τεχνοκρατικό», με ό,τι κάτι τέτοιο συνεπάγεται: εξορθολογισμός της διοίκησης και της καταστολής, χαλάρωση του ιδεολογικού ελέγχου, περιορισμός αν όχι κατάργηση της κατάστασης γενικής κινητοποίησης. Αυτή η υποχώρηση, η απόιδεολογικοποίηση του κράτους και της κοινωνίας και η αποπολιτικοποίηση ορισμένων σφαιρών της κοινωνικής ζωής, αφαιρούν απ’ το καθεστώς τον ολοκληρωτικό του χαρακτήρα. Ορισμένες από τις μεταρρυθμίσεις του Ντεγκ αυτής της εποχής είναι χαρακτηριστικές απ’ αυτήν την άποψη. Παραθέτω ενδεικτικά, ενίοτε με σύντομο σχολιασμό:
-Πολλοί εκτοπισθέντες ή εκτελεσθέντες κατά την Πολιτιστική Επανάσταση αποκαθίστανται, τους επιτρέπεται να επιστρέψουν στα σπίτια τους, δίνονται ακόμα και μερικές μικρές αποζημιώσεις, η ίδια η Πολιτιστική Επανάσταση τελικά καταδικάζεται. Πολλοί κρατούμενοι απελευθερώνονται.
-Αλλάζει η λειτουργία των λαογκάι, των στρατοπέδων συγκέντρωσης: η προσπάθεια της ιδεολογικής αναμόρφωσης των κρατουμένων σταδιακά αποσυντίθεται και τελικά η ιδεολογική μελέτη και κατήχηση αντικαθίσταται απ’ την επαγγελματική εκπαίδευση. Πρόκειται για χαρακτηριστικό δείγμα αποϊδεολογικοποίησης (με την έννοια που της έδωσα παραπάνω), καθώς, όπως έλεγε κι ο Καστοριάδης για τη Ρωσία (στις «Μοίρες του ολοκληρωτισμού»), το καθεστώς δεν ενδιαφέρεται πια να ελέγξει τη σκέψη των υπηκόων του (όπως το λέει ο Όργουελ), αλλά αρκείται στην «εξωτερική» τους υποταγή. Το καθεστώς δεν ενδιαφέρεται πια για την κατασκευή του «νέου τύπου ανθρώπου».
-Στην ίδια κατεύθυνση εντάσσεται η μείωση των πολιτικών κρατουμένων σε σύγκριση με τους ποινικούς (εννοείται αναλογικά προς τη μαοϊκή περίοδο!!) όπως επίσης και το γεγονός ότι δε λαμβάνεται πλέον υπόψη στις δίκες η «ταξική προέλευση». Με άλλα λόγια καταργείται ο ταξικός ρατσισμός που είχε καθιερωθεί επί Πολιτιστικής Επανάστασης οπότε και διώκονταν άνθρωποι μόνο και μόνο, επειδή οι γονείς τους είχαν χαρακτηριστεί «μεγαλογαιοκτήμονες», «διανοούμενοι», «οπαδοί του καπιταλιστικού δρόμου» κ.λπ. Το ιδεολογικό στοιχείο υποχωρεί χάριν του στενότερα «ποινικού»/«νομικού», καθώς ήδη το σύνταγμα του 1982 καταργεί τις αναφορές στη δικτατορία του προλεταριάτου και στην «εξολόθρευση της μπουρζουαζίας». Γι’ αυτό το λόγο και γίνονται προσπάθειες διευκόλυνσης της επανένταξης των πρώην κρατουμένων. Στη μαοϊκή φάση του καθεστώτος κάτι τέτοιο δε θα είχε κανένα νόημα, καθώς αυτός που στιγματιζόταν ως «ταξικός εχθρός» σχεδόν με τίποτε δε μπορούσε να αποκαθαρθεί, ακόμα κι αν είχε εκτίσει την ποινή του. Εξάλλου, εξαιτίας του προαναφερθέντος ρατσισμού, τότε ήταν προσφιλής πρακτική η επέκταση του «στίγματος» -και, ως εκ τούτου, και των διώξεων- στο σύνολο της οικογένειας και των συγγενών του διωκόμενου.
-Το 1982 αποκαθίσταται η θρησκευτική ελευθερία, έστω κι αν όλες οι θρησκείες παραμένουν υπό τον έλεγχο του Γραφείου Θρησκειών.
-Από το 1983 και μετά μπορεί κανείς να εργαστεί και έξω από τα όρια της επαρχίας όπου είχε καταγραφεί ο τόπος κατοικίας τους. Πράγμα που έχει οδηγήσει στο περίφημο φαινόμενο των εσωτερικών μεταναστών.
-Η ομοφυλοφιλία αποποινικοποιείται το 1997 κι απ’ το 2001 παύει να θεωρείται διανοητική ασθένεια.
- Τροποποιείται ο νόμος για το γάμο. Δε χρειάζεται πια να υπάρχει προηγούμενη συμφωνία απ’ τη συνοικιακή επιτροπή του κόμματος ή την κρατική επιχείρηση. Χαρακτηριστική η αντίθεση με ό,τι περιγράφει η Γ. Τσανγκ στα σχετικά κεφάλαια των Αγριοκύκνων.
Όλα αυτά, φυσικά, επιτρέπουν μία λιγότερο αυθαίρετη και υποταγμένη στην ολοκληρωτική εξουσία των διευθυνόντων οργάνωση του δικαίου και των δικαστηρίων. Έτσι, στα τέλη της δεκαετίας του ’70:
-Έχουμε τον πρώτο Ποινικό Κώδικα στην ιστορία του καθεστώτος (1979).
-Η θανατική ποινή περιορίζεται. Είναι ενδεικτικό ότι τώρα βγαίνουμε και φωνάζουμε ενάντια στη διατήρησή της. Σκεφτείτε αν κάτι τέτοιο θα είχε νόημα επί Μάο, όταν οι Ερυθροφρουροί περιφέρονταν και καθάριζαν όποιον ήθελαν.
-Η δικαστική εξουσία απομακρύνεται απ’ τις κομματικές επιτροπές.
-Καθιερώνεται το δικαίωμα στην έφεση. Ακόμα κι αν, όπως φαντάζεται κάνεις, δεν πρόκειται γι’ αυτό που εμείς εδώ, στο κράτος δικαίου, αντιλαμβανόμαστε μ’ αυτό τον όρο, πρόκειται για ουσιαστική πρόοδο σε σχέση με τη μαοϊκή περίοδο, οπότε και ο κατηγορούμενος έπρεπε να εφεύρει ο ίδιος το λόγο για τον οποίο τον συνελάμβαναν και τον ανέκριναν. Δείγμα αυτής της βελτίωσης είναι ο διπλασιασμός των δικηγόρων που παρατηρείται μεταξύ 1990-1996 και η δυνατότητα –υπό τους προφανείς βέβαια περιορισμούς- προσφυγής στη δικαιοσύνη κατά της διοίκησης.
Βασική συνέπεια, σε «μακροκοινωνικό» επίπεδο, όλων αυτών των εξελίξεων είναι ότι αλλάζει ο τρόπος άσκησης της κρατικής εξουσίας. Το στοιχείο της γενικευμένης κινητοποίησης εγκαταλείπεται. Η μαζική κρατική τρομοκρατία εκλείπει και τη θέση της παίρνουν περισσότερο «ορθολογικές» και λιγότερο ιδεολογικά φορτισμένες κατασταλτικές επιχειρήσεις, οι οποίες –κι εδώ είναι το σημαντικό- λαμβάνουν χώρα συνήθως μόνο όταν συντρέχει «λόγος»: η αύξηση της εγκληματικότητας του 1983 που οδηγεί στην εκστρατεία «Ενάντια στην Πνευματική Μόλυνση», η σφαγή στην πλατεία Τιεν Ανμέν μετά την εξέγερση του 1989 κ.λπ. Σε κάθε περίπτωση αυτές οι κατασταλτικές επιχειρήσεις είναι πολύ πιο περιορισμένης εμβέλειας απ’ τις αντίστοιχες της δεκαετίας του ’50 για παράδειγμα και δε γίνονται για ιδεολογικούς λόγους ή βάσει ποσοστώσεων.
Αυτές οι αλλαγές συμβαδίζουν και με την κατάργηση πολλών μαοϊκών θεσμών σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής, απ’ την οικονομία ως την πνευματική ζωή. Οι συγκεκριμένες αλλαγές καταργούν όλα εκείνα τα στοιχεία που συνιστούσαν τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα του καθεστώτος. Καταρχάς η εισαγωγή της οικονομίας της αγοράς θα πρέπει, πρώτα απ’ όλα, να ιδωθεί ως προσπάθεια αποϊδεολογικοποίησης της ίδιας της οικονομίας. Όπως έγινε και στη μετασταλινική Ρωσία, η οικονομία έπρεπε να εξορθολογιστεί, προκειμένου να ορθοποδήσει. Αυτό μπορούσε να γίνει μόνο διά της απελευθέρωσής της απ’ τον κλοιό της ιδεολογίας, καθώς η καταστροφή της οικονομίας ήταν άμεσο αποτέλεσμα της διαχείρισής της βάσει ιδεολογικών κριτηρίων. Αυτό είχε συμβεί ήδη κατά την περίοδο του Μεγάλου Άλματος, όταν, μετά τις πρώτες καταστροφές, ο πρωθυπουργός Λιόου Σάο-τσι, κατήργησε την άγρια κολεκτιβοποίηση του Μάο κι επανέφερε τα ιδιωτικά αγροτεμάχια, την ελευθερία των βιοτεχνιών κ.λπ. Είναι προφανές ότι η καθολική κολεκτιβοποίηση που επέβαλε ο Μάο («ιδεολογικό» μέτρο) είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για το λιμό. Το ίδιο κι η υιοθέτηση των τσαρλατανικών αγρονομικών μεθόδων του σοβιετικού βιολόγου Λύσενκο, η οποία έγινε, πάλι, με καθαρά ιδεολογικά και όχι επιστημονικά κριτήρια.
Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται, στο πνευματικό επίπεδο, η χαλάρωση της ιδεολογικής κυριαρχίας του Κόμματος πάνω στην πνευματική δημιουργία. Ο αντιδυτικισμός αρχικά μετριάζεται, υπάρχει ολόκληρη ανεξάρτητη καλλιτεχνική σκηνή στην Κίνα, καμία δηλαδή σχέση με την εποχή όπου κυριαρχούσε η Μαντάμ Μάο και η στρατευμένη της «Όπερα» (εφαρμογή της θεωρίας του άντρα της από τις Συζητήσεις για την τέχνη και τη λογοτεχνία). Οι διωγμοί που έγιναν μετά την περίφημη καμπάνια των Εκατό Λουλουδιών (1957, όταν ο Μάο, υπό το σύνθημα «αφήστε εκατό λουλούδια ν’ ανθίσουν» προέτρεψε την έκφραση κριτικών και αντιπολιτευτικών απόψεων και στη συνέχεια κυνήγησε τους εκφραστές τους) δεν έχουν καμία σχέση με τη –σχετική εννοείται πάντα- ελευθερία του Ντεγκ επί του θέματος, ήδη απ’ το 1978-79. Αυτή η πνευματική φιλελευθεροποίηση περιγράφεται με πολύ ωραίο τρόπο απ’ την Γιουνγκ Τσανγκ στους Αγριόκυκνους, όταν περιγράφει πώς άρχισε να διαβάζει για την Αμερικανική Επανάσταση, να πιάνει κουβέντα με ξένους ναύτες κ.λπ..
Όλα αυτά δείχνουν ότι το κράτος χαλαρώνει, σε σχέση πάντα με το μαοϊσμό, τον κλοιό του επί της κοινωνίας, πράγμα που καθιστά εντελώς άστοχο το να χαρακτηρίζουμε το καθεστώς ως ολοκληρωτικό. Φυσικά και διατηρεί ακόμη ολοκληρωτικά στοιχεία, καθώς, εκτός των άλλων, δεν αποκηρύσσει την κληρονομιά του Μάο (π.χ. η κατηγορία του «επαναστατικού εγκλήματος» ή της «αποκάλυψης κρατικών μυστικών υφίστανται ακόμα). Ωστόσο η ουσία του καθεστώτος έχει αλλάξει. Παραμένει τυραννικό, δικτατορικό, βάρβαρο και ενίοτε αιμοσταγές αλλά όχι ολοκληρωτικό. Χρησιμοποιεί τις τυραννικές και αυταρχικές του μεθόδους μόνο όταν συντρέχει «λόγος» και πάντοτε με περισσότερο «ορθολογικό» τρόπο (π.χ. εκκενώνει ή ισοπεδώνει ολόκληρες γειτονιές για να κάνει έργα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, δεν επιτρέπει στους χωρικούς να κατεβαίνουν προς τις πόλεις, ελέγχει τις γεννήσεις, το ίντερνετ, τα sms κ.λπ.). Το θέμα είναι να το ερευνήσουμε κοινωνιολογικά αυτόν το νέο κοινωνικοϊστορικό σχηματισμό κι όχι να χρησιμοποιούμε εκφράσεις με αστόχαστο τρόπο.
Άλλο ένα λάθος, εξάλλου, που κάνουμε είναι ότι παρουσιάζουμε το καθεστώς σα να έχει απορροφήσει πλήρως την κοινωνία, στο σημείο (στο κύριο κείμενο) όπου μιλάμε για την αποβλακωτική του δύναμη. Με αυτό τον τρόπο προβάλλουμε απλώς τη συμπεριφορά μιας (αρκετά μεγάλης εννοείται) ομάδας κατοίκων των πόλεων πάνω στο σύνολο του πληθυσμού. Κι έτσι ξεχνάμε τι γίνεται στην ύπαιθρο, η οποία είναι, πραγματικά, αφημένη στη μοίρα της και όπου συμβαίνουν χιλιάδες μικροεξεγέρσεις κάθε χρόνο ενάντια στην αυθαιρεσία των τοπικών κομματικών αξιωματούχων (με πιο πρόσφατο παράδειγμα την πυρπόληση των δημόσιων κτηρίων, στα τέλη του περασμένου Ιουνίου, από 10.000 περίπου ανθρώπους που διαμαρτύρονταν ενάντια στην αθώωση ενός γιου τοπικού αξιωματούχου ο οποίος φέρεται να βίασε μια κοπέλα).
Σόρι για το σεντόνι, αλλά ήθελα να τεκμηριώσω, όσο μπορούσα, τη θέση μου, επειδή νομίζω ότι το ζήτημα είναι σημαντικό.
Να πω κι εγώ τη γνώμη μου. Νομίζω, λοιπόν, ότι αν περιστέλαμε τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα των καθεστώτων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή στο επίπεδο της λογοκρισίας, θα χάναμε ίσως τη δυνατότητα να δούμε κάτι ουσιώδες, ίσως την ειδοποιό διαφορά του ολοκληρωτισμού εν γένει. Ας δούμε π.χ. το 1984 του Όργουελ ή ακόμα το Θαυμαστό καινούργιο κόσμο του Χάξλεϋ. Η βαρβαρότητα δεν είναι -τουλάχιστον αρχικά- εκεί παρούσα αλλά πλανάται κατά μία έννοια στον αέρα. Όταν παραστεί ανάγκη, ο Μεγάλος Αδελφός σπεύδει να εξοντώσει όποιον ξεφεύγει από τους ανθρωπολογικούς όρους που ο ίδιος υποβάλλει. Αυτό που κάνει λοιπόν το καθεστώς ολοκληρωτικό είναι ακριβώς η επαπειλούμενη βία, η δυνατότητα του ολοκληρωτικού κράτους να παρεμβαίνει παντού και πάντα για να πραγματώσει το σκοπό της απεριόριστης επέκτασης της κυριαρχίας του. Ο εχθρός του ολοκληρωτισμού είναι η ίδια η ανθρωπινότητα, δηλ. η δυνατότητα των ανθρώπων να δρουν ελεύθερα, η δυνατότητα να αρχίζουν κάτι καινούργιο όπως θα έλεγε η Άρεντ. Η φυσική εξόντωση των ανθρώπων αποτελεί ένα από τα μέσα -το πιο απάνθρωπο είναι βέβαιο- για την πραγμάτωση αυτής της παρανοϊκής ιδέας. Επίσης, να μην ξεχνάμε ότι ο Καστοριάδης έχει εντάξει στη φύση του ολοκληρωτισμού το "θετικό μίσος τοτ Ωραίου". Αν η φύση του καθεστώτος περιορίζεται σε ένα μαζικό τρόμο -ο οποίος έχει υπάρξει αρκετές φορές στην ιστορία- η διατύπωση αυτή δεν έχει κανένα νόημα παρά μόνο αυτό του συμβεβηκότος, το οποίο όμως δεν θα εντάσσονταν στη φύση του καθεστώτος.
Όσον αφορά την Άρεντ, νομίζω ότι η παρουσίαση της ιδέας της για τον ολοκληρωτισμό που έχει κάνει ο Γιαννής Καρύτσας σε ένα τεύχος της Ελευθεριακής Κίνησης ειναι ανισοβαρής με αποτέλεσμα να δημιουργείται η εντύπωση ότι το άμεσο ενδιαφέρον της Άρεντ είναι να διακρίνει τη μονοκομματική δικατορία από τον ολοκληρωτισμό. Η διάκριση αυτή απασχολεί ένα ελάχιστο μέρος του τρίτομου έργου της Άρεντ. Και αν το ερώτημα είναι αν στην Κίνα υπάρχει "μονοκομματική δικατορία" θα έλεγα ότι το στάδιο αυτό χρησιμεύει περισσότερο για να επεξηγήσει τη μετάβαση προς τον ολοκληρωτισμό και όχι το ίδιο το ύστερο ολοκληρωτικό καθεστώς της Κίνας, το οποίο οφείλει να συγκριθεί με το ρωσικό της εποχής της αποσταλινοποίησης. Όσα λέει ο Καστοριάδης στο Μπροστά στον πόλεμο διαγράφουν τα βασικά χαρακτηριστικά ενός ανθρωπολογικού τύπου που κατάφερε εντέλει να δημιουργήσει ο ολοκληρωτισμός και του οποίου τα απτότερα παραδείγματα αποκτήνωσης της ανθρώπινης ύπαρξης συναντάμε σημερα στην Κίνα.
Νομίζω ότι το σχόλιο του Θ. αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της γενικολογίας που κριτίκαρα στο αρχικό μου σχόλιο (και στην οποία έχω ενδώσει κι εγώ σε άλλες περιπτώσεις): δεν ασχολείται καθόλου με τις ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις του Ντεγκ (οποιοδήποτε εγχειρίδιο κινεζικής ιστορίας και να πάρουμε, θα δούμε ότι ο θάνατος του Μάο κι η (επ)άνοδος του Ντεγκ στην εξουσία συνιστούν αλλαγή περιόδου), αλλά μιλά με γενικούς, «φιλοσοφικούς» όρους («ολοκληρωτισμός», «ανθρωπινότητα» κ.λπ.), δίχως να λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικοϊστορικές εξελίξεις (ούτε φυσικά τα τόσα παραδείγματα που ανέφερα στο σχόλιό μου). Έτσι μετατρέπει ένα κοινωνιολογικό ζήτημα σε φιλοσοφικό, πράγμα εξαιρετικά λανθασμένο. Δε λαμβάνει τέλος καθόλου υπόψη τη διαρκή σύγκρουση που υφίσταται απ’ το 8ο συνέδριο του ΚΚΚ (1956) κι εδώθε ανάμεσα στη σκληρή, «ιδεολογική» γραμμή του Μάο και την περισσότερο «ορθολογική»/«τεχνοκρατική»/«διαχειριστική» γραμμή στελεχών σαν τον Ντεγκ και τον Λιου Σάο-τσι. Αν δε σταθούμε σ’ αυτή την αντιπαράθεση προσανατολισμών, δε μπορούμε να κατανοήσουμε ούτε τις μεταρρυθμίσεις του Ντεγκ ούτε τις σημερινές πολιτικές επιλογές του ΚΚΚ.
1)Σε πιο γενικό επίπεδο, αν δε λάβουμε υπόψη την αλλαγή που συντελείται με τον Ντεγκ, δε μπορούμε να καταλάβουμε τίποτε για το σημερινό κινεζικό καθεστώς. Και το ίδιο ισχύει και για την αποσταλινοποίηση στη Ρωσία. Αν δε λάβουμε υπόψη αυτές τις εξελίξεις, δε μπορούμε να καταλάβουμε τίποτε και για τον ολοκληρωτισμό γενικώς. Αν, από την άλλη πλευρά, ακολουθήσουμε την ανάλυση που έκανα στο προηγούμενο σχόλιο, περί της «γενικής κινητοποίησης» και της ιδεολογικοποίησης/πολιτικοποίησης των πάντων ως βασικών χαρακτηριστικών του ολοκληρωτισμού (η οποία εξάλλου συνδέεται και με την ανάλυση της Άρεντ για τον παραληρηματικό και «ανορθολογικό» τρόπο συμπεριφοράς των ολοκληρωτικών καθεστώτων), τότε πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα –στο οποίο καταλήγει κι ο Καστοριάδης («Communisme, fascisme, émancipation», Une société à la derive, σ. 231, 233)-, ότι τα ολοκληρωτικά καθεστώτα δε μπορούν να κρατήσουν για πολύ. Όλη αυτή η κατάσταση οδηγεί μοιραία, από ένα σημείο κι έπειτα, στην εξάντληση της κοινωνίας και στην «έκρηξη της ιδεολογίας», όπως έλεγε ο Ντεμπόρ. Γι’ αυτό και τα συγκεκριμένα καθεστώτα παραλύουν μετά το θάνατο των δημιουργών τους (Στάλιν, Μάο), γι’ αυτό στο σοβιετικό μπλοκ είχαμε τις εξεγέρσεις στα γκουλάγκ της Ρωσίας, στην Αν. Γερμανία και Ουγγαρία, όλες μέσα σε 3 χρόνια απ’ το θάνατο του Στάλιν ή στην Κίνα τις αυθόρμητες διαδηλώσεις στη μνήμη του Τσουν Εν Λάι το 1976. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις έχουμε τους επιγόνους να προσπαθούν να διορθώσουν τις συνέπειες των ακροτήτων των πρώην δικτατόρων. Αυτή είναι η σημασία του χρουστσοφισμού και του ντεγκισμού (προσπάθησα να το δείξω, στο προηγούμενο σχόλιο, με το παράδειγμα της οικονομίας). Δεν είναι τυχαίο ότι και στη Ρωσία, με πρωτοβουλία μάλιστα του ίδιου του Μπέρια, μόλις πεθαίνει ο Στάλιν (ο οποίος είχε στα σκαριά ένα νέο διωγμό ενάντια στον «κοσμοπολιτισμό», δηλαδή στους Εβραίους), προτείνεται μια μεγάλη αμνηστία, που έχει ως σκοπό να ρυθμίσει το ζήτημα των γκουλάγκ. Όπως το λέει κι ο Λεφόρ στο κείμενό του «Le totalitarisme sans Staline» («Ο ολοκληρωτισμός χωρίς το Στάλιν», Ιούλιος 1956, τώρα στο βιβλίο του Éléments d’ une critique de la bureaucratie, σ. 204), «Η καινούργια πορεία παρουσιάζεται περισσότερο σαν μια προσπάθεια μεταρρύθμισης του ολοκληρωτισμού, μία προσπάθεια να ξεπεραστούν ορισμένες αντιφάσεις του παρελθόντος, να εφευρεθούν ορισμένα τεχνάσματα με σκοπό να διασφαλίσουν μια καλύτερη λειτουργία της κοινωνίας». Είναι ενδιαφέρον ότι στο βαθμό που διατηρεί τον όρο «ολοκληρωτισμός» και πιστεύει ότι το καθεστώς παραμένει στην ουσία του το ίδιο, ο Λεφόρ το κάνει βάσει συλλογισμών οικονομικής φύσης: «[οι μετασταλινικές αλλαγές] δεν επηρεάζουν την ουσία του ολοκληρωτισμού, γιατί αυτός, πράγμα στο οποίο επιμείναμε, δεν περιορίζεται σ’ έναν τρόπο διακυβέρνησης, αλλά είναι συνδεδεμένος μ’ έναν τρόπο οικονομικής διαχείρισης, με μία ταξική συλλογική ιδιοποίηση η οποία δεν αμφισβητήθηκε ούτε στιγμή». Δε νομίζω όμως ότι εμείς μιλάμε εδώ σ’ αυτή τη βάση.
2)Αυτή η μετάβαση απ’ το παραληρηματικό μοντέλο του ολοκληρωτισμού προς το περισσότερο «τεχνοκρατικό»/«πραγματιστικό» ή «διαχειριστικό» μοντέλο της αποσταλινοποίησης και απομαοποίησης είναι που προκαλεί και την κατηγορία του ρεβιζιονισμού: με ποιο σκεπτικό δικαιολογούν οι μαοϊκοί την απόρριψη του Χρουστσόφ ως «ρεβιζιονιστή» (δηλ. ως προδότη της επανάστασης); Αναφερόμενοι στην αντίληψή του για την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ καπιταλισμού και «σοσιαλισμού». Αυτό συμβαίνει, επειδή στα πλαίσια ενός ολοκληρωτικού λόγου, δε μπορεί να υπάρχει ειρηνική συνύπαρξη με τον αντίπαλο, παρά μόνο πόλεμος μέχρις εσχάτων. Ειρηνική συνύπαρξη μπορεί να υπάρξει μόνο στα πλαίσια μιας τεχνοκρατικής ή πραγματιστικής πολιτικής, η οποία έχει καθαιρέσει την ιδεολογία απ’ το ρόλο του υπέρτατου κριτηρίου κάθε πράξης. Και το ίδιο πρέπει να λεχθεί και για τη στάση των μαοϊκών απέναντι στον Ντεγκ: δεν είναι τυχαίο ότι τον κατηγορούν για δεξιά παρέκκλιση, χαρακτηρίζοντας ως «αριστερούς» τη συμμορία των Τεσσάρων και την πολιτική της Πολιτιστικής Επανάστασης (πρόκειται γι’ αυτό που ο σύντροφος Μηλιός αποκαλούσε «κριτική της κινέζικης Αριστεράς προς την αντιδραστική εξουσία που εγκαθιδρύθηκε στην Κίνα μετά το θάνατο του Μάο»). Όλα αυτά μας δείχνουν το βάθος και τη σημασία της αλλαγής που παρατηρείται στη Ρωσία μετά το ’53 και στην Κίνα μετά το ’76. Δεν ανέφερα τυχαία το σχετικό χωρίο της Γιουγκ Τσανγκ στο προηγούμενο σχόλιό μου: πρόκειται για μια συγγραφέα η οποία βίωσε αυτές τις αλλαγές (που σημάδεψαν τη γενιά της) και αφού τις περιέγραψε με εξαιρετικό τρόπο σε λογοτεχνικό όμως επίπεδο στους Αγριόκυκνους, τις περιγράφει και με περισσότερο ιστορικό και κοινωνιολογικό τρόπο αυτή τη φορά στη βιογραφία του Μάο. Δεν είναι επίσης τυχαίο, καθώς το αναφέρει κι ο Θ., ότι ο Καστοριάδης μιλά για «στρατοκρατία» κι όχι για ολοκληρωτισμό στο Μπροστά στον πόλεμο, ή ότι γράφει τις «Μοίρες του ολοκληρωτισμού» ΑΚΡΙΒΩΣ ΓΙΑ ΝΑ δείξει ότι η κλασική ανάλυση της Άρεντ δεν ισχύει για τη μετασταλινική Ρωσία. Ειδικά μάλιστα αν αναφερόμαστε στον Καστοριάδη, χαρακτηριστικό είναι και το κείμενό του «Ο Χρουστσόφ κι η αποσύνθεση της γραφειοκρατικής ιδεολογίας» (για τα περί αποϊδεολογικοποίησης που έλεγα και στο προηγούμενο σχόλιο).
3)Εξάλλου το επιχείρημα ότι το καθεστώς είναι ολοκληρωτικό, επειδή, ακόμα κι αν δε χρησιμοποιεί τη βία, μπορεί, αν θέλει να τη χρησιμοποιήσει, δε λέει κάτι. Κι η φιλελεύθερη ολιγαρχία «μπορεί» (θεωρητικά) να κατεβάσει το στρατό στο δρόμο. Γιατί όμως δεν το κάνει; Εδώ είναι το ζήτημα. Αλλά ας πούμε, χάριν της συζήτησης, ότι δεν το κάνει μόνο και μόνο από δικιά της επιλογή: ακόμα και σ’ αυτή την περίπτωση όμως, το ότι έχει τη δυνατότητα να το κάνει, δε τη μετατρέπει σε δικτατορία. Δικτατορία θα γίνει αν και όποτε το κάνει. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τη Ρωσία σήμερα: το ότι ο Πούτιν σεβάστηκε το σύνταγμα και αποσύρθηκε, αφήνοντας τον Μεντβέντεφ να εκλεγεί πρόεδρος, ενώ θα μπορούσε, πολύ απλά (όπως προσπάθησε να κάνει ο Τσάβες, π.χ.), να παραμείνει στη θέση του (καθώς δεν έχει μάλιστα ν' αντιμετωπίσει την αντιπολίτευση και την κοντινή αμερικανική πίεση που έχει να αντιμετωπίσει ο Τσάβες), δε σημαίνει ότι στη Ρωσία έχουν δικτατορία (παρ’ όλο που φυσικά το πολίτευμα είναι αυταρχικό και δεν έχουν σε καμία περίπτωση ό,τι ακριβώς έχουμε εμείς εδώ, στη Δύση, ασχέτως του αν, τυπικά, έχουν κι αυτοί φιλελεύθερους θεσμούς). Δε μπορούμε, με άλλα λόγια, να κρίνουμε ένα καθεστώς βάσει υποθέσεων, αλλά βάσει του τι είναι σε κάθε συγκεκριμένη στιγμή. Μόνο κάτι τέτοιο μας επιτρέπει να αντιλαμβανόμαστε και να αξιολογούμε τις αλλαγές ενός καθεστώτος. Το να το κρίνουμε βάσει υποθέσεων οι οποίες πηγάζουν απ’ το τι υπήρξε σε κάποια παρελθούσα περίοδο αυτό το καθεστώς είναι προσπάθεια να αρνηθούμε την ιστορία, όχι να λάβουμε υπόψη την πορεία της. Τα κοινωνικοϊστορικά καθεστώτα δεν είναι ιδέες που εκτυλίσσονται μέσα στην ιστορία, έχοντας τη μορφή της δυνατότητας, του δυνάμει που λέει κι ο Αριστοτέλης. Η ουσία ενός καθεστώτος είναι η εκάστοτε συγκεκριμένη του μορφή, η «ενέργειά» του αριστοτελικά, όχι ένα σύνολο δυνάμει χαρακτηριστικών που μπορούν και να μην εκδηλώνονται. Κάτι τέτοιο δε θα ήταν ούτε βεμπεριανός ιδεότυπος.
Με αυτόν τον τρόπο δε μπορούμε να κάνουμε κοινωνικοϊστορική ανάλυση, παρά μόνο να βαδίζουμε όλο και ταχύτερα προς τον εγκλεισμό σε μια φιλοσοφικίζουσα γενικολογία, η οποία, από ένα σημείο κι έπειτα, δεν έχει τίποτα να πει.
Να προσπαθήσω να διευκρινίσω λίγο ό,τι έγραψα παραπάνω. Νομίζω, λοιπόν, ότι πρέπει να αναζητήσουμε την κεντρική σημασία της ολοκληρωτικής κοινωνίας, εκείνη την ιδέα που κινητοποιεί τους ανθρώπους που ζουν μέσα σ’ αυτήν. Εν προκειμένω μου φαίνεται πως πρόκειται για την ιδέα της απεριόριστης επέκτασης της κυριαρχίας. Η φαντασιακή αυτή σημασία εξηγεί την κατεύθυνση προς την οποία κινούνται τα ολοκληρωτικά καθεστώτα καθώς και τον τύπο ανθρώπου που αυτά γεννούν. Αποτέλεσμα ή συνέπεια αυτής της σημασίας είναι μερικές άλλες δευτερεύουσες σημασίες, όπως η ιδέα της διαρκούς κινητοποίησης ή ακόμα τα μέσα στα οποία η κάθε σημασία ενσαρκώνεται (π.χ. τα γκουλάγκ). Λέω λοιπόν, ότι η ιδέα αυτή εξακολουθεί να κινεί το κινεζικό καθεστώς παρ’ όλες τις αλλαγές που έχουν συμβεί στο εσωτερικό του, παρότι μπορεί να υπάρχουν επιμέρους ελευθερίες και τα μέσα να έχουν για διάφορους λόγους αλλάξει. Το κινεζικό καθεστώς είναι απολύτως δομημένο σε μια γραφειοκρατία που πραγματώνει αυτό το ιδεώδες στο εσωτερικό της, αλλά και όποτε κρίνεται αναγκαίο και στο εξωτερικό της (πάνω στην υπόλοιπη κοινωνία) χωρίς κανένα περιορισμό. Και ασφαλώς πρέπει να μας προβληματίσει αυτό το «όποτε κρίνεται αναγκαίο». Γιατί σημαίνει ότι έχουν εισαχθεί εδώ και άλλοι σκοποί πέραν της κυριαρχίας για την κυριαρχία, όπως οι συναφείς, αλλά διαφορετικοί σκοποί της οικονομικής ανάπτυξης. Για το λόγο αυτό άλλωστε είπα ότι το καθεστώς οφείλει να συγκριθεί με το ύστερο, μετά Στάλιν ρωσικό καθεστώς. Γιατί ίσως κι εκεί έχουν συμβεί αντίστοιχες αλλοιώσεις. Πάντως, το καθεστώς μπορεί ακόμη με ευχέρεια αντίστοιχη των παραδοσιακών ολοκληρωτικών καθεστώτων να δώσει εντολή για την πραγμάτωση εξίσου παράλογων στόχων, όπως οι ισοπεδώσεις ολόκληρων χωριών ή πόλεων για τον τάδε ή το δείνα «λογικό» ή «παράλογο» στόχο. Ο «παράλογος τρόμος» -κατά την έκφραση του Καμύ- δηλαδή, μολονότι λιγότερο διάχυτος, είναι ανεξάλειπτα παρών. Η άσκηση μιας βίας που δεν είναι καν απαραίτητο να δικαιολογηθεί, αποτελεί ίδιον του ολοκληρωτισμού, γεγονός που αποδεικνύει πως η απαξίωση της ίδιας της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας είναι σύμφυτη με τα καθεστώτα αυτά. Να πω ακόμα ότι μια σημαντική πτυχή αποτελεί το γεγονός ότι η απεριόριστη κυριαρχία έχει ενσαρκωθεί με την κυριολεκτική έννοια σε έναν τύπο ανθρώπου (σχεδόν) απόλυτα κυριαρχημένου, με παντελή έλλειψη της κριτικής και δημιουργικής ικανότητας, με τεράστια επίπεδα αποκτήνωσης. Αυτή η πραγματωμένη κυριαρχία είναι το επιτυχημένο αποτέλεσμα της εγγενούς εχθρότητας των καθεστώτων προς την ανθρωπινότητα -για τον ίδιο τον άνθρωπο ως πάθος και δύναμη δημιουργίας όπως θα έλεγε ο Καστοριάδης- για την οποία έγραψα παραπάνω.
Θανάση, επειδή δεν νομίζω ότι στην προκειμένη περίπτωση ενδιαφέρει κανέναν τι έλεγε ο Καστοριάδης πριν από 20 χρόνια για τα τότε ολοκληρωτικά ή απλώς κυριαρχικά μοντέλα, μήπως μπορείς να μας δώσεις ένα απλό παράδειγμα από την Κίνα του 2008; Καλά και άγια τα (θεωρητικά) σχήματα, αλλά η γεωμετρία είναι αυστηρός κλάδος και θέλει εφαρμογή στην πράξη, χωρίς παρεκκλίσεις, με παραδείγματα και ασκήσεις. Όταν κάποιος σου φέρνει παραδείγματα διαφοροποίησης από τον ολοκληρωτισμό [εκατομμύρια φοιτητές φεύγουν κάθε χρόνο από την Κίνα για μεταπτυχιακά στις χώρες του Δυτικού κόσμου, η πορνεία ανθεί ασυγκάλυπτη, υπάρχει έντονη τουριστική (αμφίδρομη: τόσο από ξένους προς το εσωτερικό, όσο και από γηγενείς προς το εξωτερικό) κίνηση και ανάπτυξη, τα σύμβολα του παρελθόντος έχουν εν μέρει αποϊδεολογικοποιηθεί και αποτελούν πλέον κυρίως σημείο αναφοράς στο παρελθόν, και όχι στο παρόν και το μέλλον –και όλα αυτά σε αντιδιαστολή με το κλειστό, ολοκληρωτικό καθεστώς της Βορείου Κορέας], οφείλεις να φέρεις έστω ένα αντιπαράδειγμα, αλλιώς δεν έχεις Καμύ-α πιθανότητα να πείσεις. Επίσης, θεωρείς ότι έχει όλα τα παρακάτω χαρακτηριστικά (που χαρακτηρίζουν ένα ολοκληρωτικό καθεστώς) η σημερινή Κίνα;
Totalitarian regimes or movements maintain themselves in political power by means of an official all-embracing ideology and propaganda disseminated through the state-controlled mass media, a single party that controls the state, personality cults, central state-controlled economy, regulation and restriction of free discussion and criticism, the use of mass surveillance, and widespread use of terror tactics.
Νομίζω οτι η βάση του ερωτήματος είναι λανθασμένη. Φυσικά και υπάρχουν διαφοροποιήσεις. Φυσικά και οι ελευθερίες είναι περισσότερες. Φυσικά και έχουν μείνει και ολοκληρωτικά κατάλοιπα. Για μένα το ερώτημα είναι Ποία από τις ελευθερίες μπάινει εμπόδιο στην όποια πολιτικη κατεύθηνση του Κράτους?? Οι ελευθερίες αυτές μπαίνουν εμπόδιο στον έλεγχο των γεννήσεων και της μετανάστευσης μόνο με κομματική άδεια??????
Θα μπορούσε να πάρει πίσω κάποιες από τις ελευθερίες αν το επιθυμούσε ( εγώ πιστεύω ναι. Στην Γαλλία δεν θα γινόταν π.χ. )???
Στην σύγχρονη οικονομική κατάσταση θα μπορούσε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς να έχει ισχυρή θέση χωρίς αυτές τις ελευθερίες???? Νομίζω δλδ οτι αυτή είναι η κοινωνικοιστορική εξέλιξη του ολοκληρωτισμού δεδομένης της τεχνολογίας και της πληροφόρησης που υπάρχει σήμερα. Θα μπορούσε να κόψει την πληροφόρηση πλήρως και παράλληλα να προσπαθεί να αναπτυχθεί σε μία τεράστια οικονομική δύναμη?????? Δεν πρέπει για μένα λοιπόν να συγρίνουμε αυτό το καθεστώς με το ναζιστικό ή το σταλινικό. Άλλες εποχές άλλες συνθήκες.Έκτός και αν δεχθούμε οτι ο ολοκληρτισμός εμφανίζεται μόνο με αυτόν τον τρόπο. Νομίζω οτι η Κίνα αποτελεί την εξέλιξη του ολοκληρωτισμού. Εκέι που θέλει να επέμβει επεμβαίνει και στην ιδιωτική σφαίρα. Μην προσπερνάμε κάποια πράγματα έτσι.
Μπάλετ
Zephyrous, η συντριπτική πλειοψηφία όσων αναφέρει ο ορισμός που δίνεις πληρείται στην Κίνα σήμερα. Παρ' όλ' αυτά έχεις δίκιο ότι δεν υπάρχει ολοκληρωτική -αλλά ελεγχόμενη- αποκοπή από τον υπόλοιπο κόσμο, πράγμα που δε συμβαίνει -όπως πολύ σωστά λες- στην Κορέα, αλλά συνέβαινε στο σοβιετικό καθεστώς σε μικρότερο βαθμό. Για μένα όμως αυτό δεν αρκεί ως επιχείρημα. Α, η πορνεία επιτρέπονταν και σε άλλα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Το ίδιο ισχύει και για την "αποιδεολογικοποίηση των συμβόλων". Αυτό σημαίνει "κυνισμός του ύστερου σοβιετικού καθεστώτος". Τέλος, δεν καταλαβαίνω αυτά που λες περί γεωμετρίας. Εμείς προσπαθούμε να κάνουμε ανάλυση με βάση τις φαντασιακές σημασίες μιας κοινωνίας, δε χρησιμοποιούμε (μόνη της) την επαγωγική μέθοδο που επικαλείσαι.
Εξακολουθείς να γενικολογείς, χωρίς το παραμικρό παράδειγμα. Τόσο δύσκολο είναι να παραθέσεις ένα παράδειγμα της οπτικής σου γωνίας;
Όσον αφορά τη γεωμετρία, ήταν καθαρά ειρωνική η αναφορά. Με βάση τις φαντασιακές σημασίες μιας κοινωνίας γίνεται και η δική μου ανάλυση, οπότε δεν καταλαβαίνω το σχόλιό σου.
1) Λέει ο Θανάσης: «Το ίδιο ισχύει και για την "αποιδεολογικοποίηση των συμβόλων". Αυτό σημαίνει "κυνισμός του ύστερου σοβιετικού καθεστώτος"». Αυτό δε λέει κάτι, καθώς εκείνο που προσπαθούμε τόσην ώρα να δείξουμε είναι ότι ανάμεσα στο σταλινισμό και το μαοϊσμό απ’ τη μια μεριά και το «ύστερο σοβιετικό καθεστώς» ή τον ντεγκισμό απ’ την άλλη, υφίσταται ουσιαστική διαφορά, έχουμε μετάβαση σε άλλο είδος καθεστώτος και, ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, είναι λανθασμένο να μιλάμε σήμερα για ολοκληρωτισμό. Αυτό ακριβώς που, ενώ το υποστηρίζει θεωρητικά (με τις γενικόλογες και φιλοσοφίζουσες εκφράσεις του ο Θ.), δε μπορεί να το στηρίξει (αφού δεν αναφέρει ούτε ένα παράδειγμα που να έχει να κάνει με «γεγονότα» κι όχι με αφηρημένα σχήματα), είναι η άποψή του ότι μεταξύ αυτών των δύο φάσεων υπάρχει συνέχεια, ότι δεν υπάρχουν καν δύο «φάσεις» αλλά απλώς η χρονική εξέλιξη ενός και του ίδιου καθεστώτος. Γι’ αυτό και χρησιμοποιεί παραδείγματα απ’ τον Όρογουελ, ο οποίος αναφερόταν στη σταλινική κοινωνία, κι όχι, π.χ., απ’ τη Γιουνγκ Τσανγκ που αναφέρεται (και) στην Κίνα του Ντεγκ.
2) Το παράδειγμα του Ζ. με την πορνεία είναι πολύ χαρακτηριστικό και ενδεικτικό αυτών που είπα παραπάνω κι εγώ για την αποϊδεολογικοποίηση. Ακόμα κι αν η πορνεία επιτρέπεται σε άλλα ολοκληρωτικά καθεστώτα (ενν. πάντοτε με επίσημο και διακηρυγμένο τρόπο, όχι λαθραία) –σε ποια όμως καθεστώτα αναφέρεται ο Θ.;-, η επίσημη αποδοχή της απ’ το κινεζικό καθεστώς φανερώνει μια σημαντική αλλαγή. Αυτό όμως ο Θ. το παρακάμπτει πλήρως, όπως και το σύνολο των παραδειγμάτων που ανέφερα στα δύο σεντονοειδή μου σχόλια παραπάνω.
3) Επίσης ο Θ. αντιφάσκει σ’ ένα σημείο αυτών που λέει. Παραπάνω του καταλόγισα ότι δε λαμβάνει υπόψη του την απόλυτη εγκατάλειψη της υπαίθρου και τις διαρκείς εξεγέρσεις που γίνονται εκεί (βλ. και τις σχετικές αναφορές του αντιφρονούντα συγγραφέα Μα Ζιαν στο 7 της τελευταίας Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, σ. 29), όταν μιλά για ολοκληρωτική αποκτήνωση και ενσωμάτωση του πληθυσμού. Τώρα όμως μιλά για κυνισμό. Πώς συνδυάζονται αυτά τα δύο; Τι πραγματικά ισχύει, σύμφωνα με την άποψή σου, Θ.;
4) Τέλος μια διευκρίνιση. Εξαρχής γίνεται λόγος περί «ελέγχου των γεννήσεων», ειδικά απ’ την πλευρά όσων υποστηρίζουν ότι το σημερινό κινεζικό καθεστώς είναι ολοκληρωτικό. Επειδή παρασύρθηκα κι εγώ παραπάνω, σπεύδω να διορθώσω: «έλεγχος γεννήσεων» δεν υπάρχει στην Κίνα, αν εννοούμε μ’ αυτό τον όρο ότι το καθεστώς ελέγχει, στα πλαίσια μιας «βιοπολιτικής» που θα ‘λεγαν κι οι φουκοϊκοί, το ποσοστό των γεννήσεων. Αυτό πήγε να εφαρμοστεί για μια περίοδο, στα τέλη της δεκαετίας του ’70 (1979) υπό τη μορφή της περίφημης «πολιτικής του ενός παιδιού». Όμως, όπως παραδέχτηκαν οι ίδιοι οι γραφειοκράτες, τα μέτρα ήταν πολύ δρακόντια και δεν έφεραν αποτέλεσμα. Έτσι, το 1984, ο έλεγχος χαλάρωσε, ειδικά στην περιφέρεια. Ακόμα και στις πόλεις όμως, μάλλον απλώς μειώνεται το εισόδημά σου, αν κάνεις πάνω από ένα παιδιά. Εννοείται ότι στις μη αστικές περιοχές τα πράγματα είναι πολύ πιο ελεύθερα. Πράγμα που δείχνει ότι άλλο ένα στοιχείο της δήθεν «ολοκληρωτικότητας» του καθεστώτος δε στέκει.
Πέραν των όσων έχω γράψει στην Κίνα υπάρχουν: λογοκρισία των βιβλίων (τα βιβλία ελέγχονται πριν εκδοθούν από ειδική επιτροπή του Κόμματος), λογοκρισία του διαδικτύου, απαγόρευση της ελευθερίας της έκφρασης, ολοκληρωτικός έλεγχος του Τύπου, περιορισμοί και απελάσεις ξένων δημοσιογράφων, βιομηχανία ψεύδους και ενεργός μηχανισμός προπαγάνδας μέσω των κρατικών ΜΜΕ, απόκρυψη πληροφοριών (πχ για την έκταση της θανατικής ποινής), παραβίαση της ιδιωτικότητας, έλεγχος των γεννήσεων, παρακολουθήσεις προσώπων από τη μυστική αστυνομία, παρακολουθήσεις τηλεφώνων και αλληλογραφίας, απαγόρευση ελεύθερης μετακίνησης προσώπων, έλεγχος στις μετακινήσεις προς το εξωτερικό και από το εσωτερικό, κατ’ οίκον περιορισμοί, μαζικές εκτοπίσεις πληθυσμών, βαναυσότητα και αποκλεισμοί απέναντι σε μειονοτικές ομάδες, ανυπαρξία ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, απαγόρευση της απεργίας,απαγόρευση των διαδηλώσεων, βασανιστήρια (ξυλοδαρμοί, ηλεκτροσόκ κ.ά.), φυλακίσεις χωρίς δίκη, αορίστου χρόνου κράτηση, απαγορεύσεις επικοινωνίας με δικηγόρους και με την οικογένεια, βασανιστήρια, θανατική ποινή για 65 περίπου παραπτώματα, εξαναγκαστική αποτοξίνωση των τοξικομανών, σωφρονισμός μέσω καταναγκαστικής εργασίας για τους αντιφρονούντες (γκουλάγκ).
Τα παραπάνω βασίζονται στις ετήσιες εκθέσεις της Διεθνούς Αμνηστίας και του Human Rights Watch. Ο Μα Ζιαν, μιας και αναφέρθηκε η συνέντευξή του, επιβεβαιώνει μερικά απ’ αυτά. Επίσης, ο αντιφρονών αυτοεξόριστος ποιητής Γιάνγκ Λιάν εντοπίζει τις αλλαγές σχεδόν αποκλειστικά στον οικονομικό τομέα (περιοδικό Μαρτυρίες της Δ.Α. #26/2, σελ. 8).
Νόμιμη πορνεία υπήρχε στη Σοβιετική Ένωση αλλά το καθεστώς δεν αποδέχονταν επίσημα την ύπαρξή της πριν από τη δεκαετία του ‘80. Στην ταινία «Οι ζωές των άλλων», η πορνεία εμφανίζεται να οργανώνεται και να διοικείται από μηχανισμό του Κράτους.
Ήθελα να αναρωτηθώ, πόσα από αυτά που συμβαίνουν στην Κίνα δε γνωρίζουμε πραγματικά (με δεδομένη τη συντονισμένη διαρκή επιχείρηση απόκρυψης πληροφοριών από το καθεστώς) και πόσο έγκαιρα τα μάθαμε στην περίπτωση της ΕΣΣΔ. Ήθελα επίσης να αναρωτηθώ τι θα γινόταν αν έλειπαν οι πιέσεις από τη Δύση οι οποίες εντάθηκαν λόγω των Ο.Α. Την ώρα που οι διαδηλωτές της Τιέν Αν Μεν σαπίζουν στη φυλακή για 30 χρόνια, εμείς ας μείνουμε να διυλίζουμε τον κώνωπα επειδή τα στελέχη του καθεστώτος και τα βλαστάρια τους στέλνονται για μεταπτυχιακά στην Αγγλία.
Νομίζω ότι εν τέλει, αν και ήταν προφανής από την αρχή, έγινε σαφής ο λόγος για τον οποίο διαφωνούμε: ο Θ. δείχνει να μη διακρίνει το ηθικό/πολιτικό απ’ το κοινωνιολογικό κι έτσι εξαφανίζει την κοινωνιολογική έρευνα πίσω απ’ τον πολιτικό καταγγελτισμό, θεωρώντας τη δευτερεύουσα. Μάλλον αυτό εννοεί, όταν λέει «Την ώρα που οι διαδηλωτές της Τιέν Αν Μεν σαπίζουν στη φυλακή για 30 χρόνια, εμείς ας μείνουμε να διυλίζουμε τον κώνωπα επειδή τα στελέχη του καθεστώτος και τα βλαστάρια τους στέλνονται για μεταπτυχιακά στην Αγγλία». Ενώ είναι προφανές ότι η κοινωνιολογική ακρίβεια και διαύγεια δε μας εμποδίζουν σε καμία περίπτωση να ασκούμε πολιτική κριτική σ’ ένα καθεστώς. Άλλο το ένα άλλο το άλλο. Είναι σα να λέμε ότι η ανάλυση ενός καθεστώτος είναι ασύμβατη με τον αγώνα εναντίον του.
Τα παραδείγματα που παραθέτει ο Θ., καθόλα υπαρκτά φυσικά, έχουν απλώς στόχο να τονώσουν αυτό το «καταγγελτικό» κλίμα και δεν εξυπηρετούν πολύ τη διαύγεια. Διότι είναι προφανές ότι τα περισσότερα απ’ αυτά τα χαρακτηριστικά υφίστανται και μέσα σε απλώς δικτατορικά και όχι ολοκληρωτικά καθεστώτα (για παράδειγμα, ο Θ. αναφέρει ότι καθίσταται αδύνατη η επικοινωνία με τους δικηγόρους: τι νόημα όμως θα είχε αυτή η κριτική στην εποχή του Μάο ή του Στάλιν όπου απλώς σε εκτελούσαν επί τόπου –στην Πολιτιστική Επανάσταση- ή απλώς σε τσουβάλιαζαν, χωρίς να σου λένε γιατί, στα στρατόπεδα; Και η πολύ μεγάλη αύξηση του αριθμού των δικηγόρων μέσα στο ’90, που ανέφερα στο αρχικό μου σχόλιο, δε λέει τίποτε;). Από την άλλη, ολόκληρη η κοινωνικοϊστορική αλλαγή που παρατηρείται στην Κίνα μετά το θάνατο του Μάο («Από το 1978 ο μαοϊσμός ως ιδεολογικό-οικονομικό σύστημα καταρρέει εντελώς, καθώς αποδιαρθρώνεται ο έλεγχος της κοινωνίας στον οποίο στηριζόταν. Διασώζεται μόνο ο σκληρός πυρήνας του λενινιστικού πολιτικού συστήματος, με το μονοπώλιο ενός κόμματος που διαχειρίζεται μια όλο και πιο καπιταλιστική κοινωνία», Le Monde diplomatique, Κίνα: Κομφούκιος, Μάο, Αγορά, Σαββάλας, σ. 235) περιστέλλεται, προκειμένου να υποβαθμιστεί, στο ότι «τα στελέχη του καθεστώτος και τα βλαστάρια τους στέλνονται για μεταπτυχιακά στην Αγγλία». Σ’ αυτή τη βάση είναι δύσκολο να γίνει δημιουργική συζήτηση, καθώς, εκτός των άλλων, παραβλέπονται τα «εγχώρια» αίτια της αλλαγής του καθεστώτος (η δυσαρέσκεια του κόσμου, η εσωτερική αποσύνθεση κάθε ολοκληρωτικού καθεστώτος κ.λπ.), αφού αυτή πιστώνεται σχεδόν αποκλειστικά στην πίεση της Δύσης. Ωστόσο είναι θετικό που αρχίσαμε να μιλάμε σε πιο συγκεκριμένη βάση, παραθέτοντας στοιχεία, πηγές κ.λπ., εγκαταλείποντας τη φιλοσοφική αφαίρεση.
Ως προς τα επιχειρήματα τώρα, νομίζω ότι δεν έχει νόημα να τα συζητάμε, καθώς ο Θ. ούτε έχει απαντήσει στις ενστάσεις αλλά υποστηρίζει κι ένα λανθασμένο σκεπτικό, που δεν προσπαθεί να λάβει υπόψη αυτά που λέμε με το Ζ. Το ότι, π.χ., η πορνεία ήταν νόμιμη αλλά μη αναγνωρισμένη στη Ρωσία δεν είναι επιχείρημα, αφού για μας αυτό ακριβώς είναι δείγμα της αποϊδεολογικοποίησης, η οποία, με τη σειρά της, είναι δείγμα της αλλαγής του καθεστώτος (βλ. προηγούμενο σχόλιό μου). Δηλαδή, εν προκειμένω, ο Θ. θα πρέπει να βρει επιχειρήματα που να χτυπάνε την άποψή μας ότι υπάρχει αλλαγή του καθεστώτος μετά το Μάο (και να υποστηρίζουν την αντίθετη, δικιά του, άποψη) κι όχι να παραθέτει απλώς το τι γίνεται στην Κίνα αυτή την περίοδο.
Παρέκβαση περί «ελέγχου γεννήσεων»:
Από την άλλη υπάρχουν και λάθη, όπως τα περί ελέγχου των γεννήσεων. Έδωσα μια διευκρίνηση παραπάνω, αλλά, αφού το επαναλαμβάνει αυτούσιο ο Θ., παραθέτω και τα εξής (Fl. Beaugé, «Η πολιτική του ενός παιδιού», Le Monde diplomatique, ό. π., σσ. 203-207): «Μολονότι οι υποχρεωτικές στειρώσεις τείνουν να μπουν στο περιθώριο, ο αριθμός των παιδιών ανά οικογένεια συνεχίζει να μειώνεται… Περισσότερες από 7000 γυναίκες υποχρεώθηκαν σε έκτρωση και στείρωση παρά τη θέλησή τους από τις αρμόδιες αρχές οικογενειακού προγραμματισμού της επαρχίας Λιν-γι, στην περιφέρεια του Σαντούγκ, μεταξύ Μαρτίου και Ιουλίου του 2005, όπως συνέβαινε στην πιο σκοτεινή εποχή της πολιτικής του ενός παιδιού. Ωστόσο, σημάδι των καιρών, το γεγονός, που αποκαλύφθηκε από το Time… καταδικάστηκε αμέσως από τους επικεφαλής της επίσημης Επιτροπής Εθνικού Πληθυσμού και Οικογενειακού Προγραμματισμού στο Πεκίνο. Οι τοπικοί υπεύθυνοι παύθηκαν από τα καθήκοντά τους. Η Κίνα δε ζει πλέον στην εποχή της πολιτικής του ενός παιδιού, που τέθηκε σε εφαρμογή προς το τέλος της κυριαρχίας του Μάο… Εκείνη την εποχή, στους δημόσιους υπαλλήλους, στους εργαζομένους, και γενικά στους πολίτες απαγορεύτηκε να έχουν πάνω από ένα παιδί, πλην εξαιρέσεων που ενέκριναν οι αρχές, και το ίδιο “ενθαρρύνονταν” να κάνουν κι οι αγρότες. Επρόκειτο για μια από τις πιο βολονταριστικές και περιοριστικές δημογραφικές πολιτικές του κόσμου… Τα πράγματα πάντως έχουν αλλάξει και η επίσημη επωδός είναι πλέον η ακόλουθη: “Ενθαρρύνουμε τα ζευγάρια να έχουν ένα μόνο παιδί. Δεν κάνουμε όμως τίποτε παραπάνω από το να τα ενθαρρύνουμε. Σεβόμαστε την επιλογή τους”… Στις πόλεις το μοναδικό παιδί παραμένει ο κανόνας. Το 2002 όμως ψηφίστηκε νόμος που κάνει τους περιορισμούς πιο ελαστικούς. Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 οι γυναίκες δεν ήταν πια υποχρεωμένες να ζητήσουν άδεια από τον εργοδότη τους ή από την επιτροπή της συνοικίας για την πρώτη τους εγκυμοσύνη. Και σε περίπτωση δεύτερης εγκυμοσύνης δεν υποχρεώνονταν πλέον σε έκτρωση ή στείρωση… Στην ύπαιθρο, η πολιτική τους ενός παιδιού δεν πέτυχε ποτέ τους στόχους της. Από το 1984 η κυβέρνηση είχε υποχρεωθεί, μπροστά στη λαϊκή δυσαρέσκεια, να αποδεχτεί επίσημα τα δύο παιδιά ανά ζευγάρι». Γι’ αυτό και η Κονγκ Γιουν, επικεφαλής της διεύθυνσης οικογενειακού προγραμματισμού στο Πεκίνο, δήλωνε στα τέλη του ’98 ότι «στην πραγματικότητα, η πολιτική του ενός παιδιού δε διήρκεσε παρά μια γενιά. Τώρα πια αποτελεί παρελθόν για την Κίνα» (ό.π.).
Έχεις δίκιο, Νίκο, ότι δεν υπάρχει πεδίο συνεννόησης εφόσον δεν παραδέχεσαι ότι επιτρέπεται να εκτιμούμε την κατάσταση διαφορετικά. Όποιος ενδιαφέρεται για τα επιχειρήματά μου, μπορεί να τα διαβάσει παραπάνω. Το συμπέρασμα είναι ότι στην Κίνα μπορούμε να μιλάμε για ολοκληρωτικό καθεστώς (όχι με την κλασσική στενή έννοια λόγω μερικών σημαντικών αλλαγών που παρατηρούνται και που σχετίζονται και με την ίδια την αυτοπραγμάτωση του καθεστώτος) γιατί η κεντρική σημασία, αυτή της απεριόριστης κυριαρχίας παραμένει αλώβητη. Το καθεστώς μπορεί να σε εξαφανίσει ανα πάσα στιγμή χωρίς λόγο. Τα πάντα είναι στο χέρι του. Όλα είναι δυνατά. Σε καμία δικτατορία στην ιστορία δεν είχαμε το σύνολο των παραβιάσεων που παρέθεσα παραπάνω σε τέτοια έκταση και διάρκεια, παρά μόνο στον ολοκληρωτισμό. Κι αυτό γιατί το καθεστώς της Κίνας είναι δομημένο πάνω στους ολοκληρωτικούς μηχανισμούς που έχει αναπτύξει από το παρελθόν και στον τύπο ανθρώπου που του αντιστοιχεί. Διαφορετικά όλ' αυτά απλά δε θα ήταν εφικτά. Το ωραίο είναι ότι ονομάζεις τις φαντασιακές σημασίες "φιλοσοφικές αφαιρέσεις" και "γενικολογίες". Σε λίγο θα μας πεις και "ιδεαλιστές", θα μας στήσεις με το κεφάλι κάτω και θα αρχίσεις να βελάζεις "προτσές - προτσές". Καλή φάση. Τέλος, η "ανάλυση" που βασίζεται στα δελτία τύπου του καθεστώτος είναι ή γελοία ή προπαγάνδα. I'm done.
Παρεξήγηση: όταν λέω για φιλοσοφικίζουσες εκφράσεις και γενικεύσεις δεν εννοώ φυσικά τα περί φαντασιακών σημασίων (που ούτε εκεί κάνεις ουσιαστικά κάποια ανάλυση, αφού δεν εξετάζεις τις διαφορές ανάμεσα στο μαοϊκό και το σύγχρονο κινεζικό φαντασιακό: πώς συνδέεται π.χ. η μαοϊκή φιλοσοφία με το σύθνημα του Ντεγκ "ο πλούτος είναι δόξα";), αλλά τις λογοτεχνικές αναφορές (τα λογοτεχνικά έργα δεν πρέπει να υποκαθιστούν τις κοινω νιολογικές αναλύσεις), όπως επίσης και την απροσδιοριστία και το γενικόλογο ύφος ειδικά των πρώτων σχολίων ("ανθρωπινότητα", "παλνώμενος στον αέρα φόβος" κ.λπ.), όπου δε γινόταν καμιά αναφορά σε γεγονότα, στοιχεία, ούτε σχολιάστηκαν ή διαψεύσθηκαν τα στοιχεία που παρέθεσα εγώ στα δύο πρώτα μου σχόλια.
Κατ’ αρχήν βρίσκω θετικό το γεγονός ότι δημόσια συζητούνται οι αντιτιθέμενες θέσεις που εκφράζονται στο εσωτερικό της ομάδας. Αυτό που λογίζεται ως «αδυναμία» για τις λενινιστικού τύπου οργανώσεις ή όσους ρέπουν προς το λενινισμό ή αντίστοιχες αντιλήψεις, δίχως ενδεχομένως να το συναισθάνονται, είναι, νομίζω, κάτι παραπάνω από θεμιτό για συλλογικότητες που φιλοδοξούν να διέπεται κάθε έκφανση της λειτουργίας τους από δημοκρατικές διαδικασίες. Επομένως κανένα λόγο δεν βρίσκω για τις μικρές προστριβές που φαίνεται να αναπτύσσονται κατά τις τελευταίες εκατέρωθεν τοποθετήσεις.
Ερχόμενος τώρα στο καθεαυτό υπό συζήτηση ζήτημα, θα επιχειρήσω συνοπτικά να καταθέσω ένα μέρος του σκεπτικού μου, βάσει του οποίου προέβηκα και στην αρχική μου ερώτηση που απετέλεσε και το έναυσμα για τον διάλογο ο οποίος επακολούθησε και στον οποίο έως τώρα δεν μου δόθηκε η δυνατότητα να μετάσχω για λόγους «τεχνικούς». Αρκετά εξ όσων σκόπευα να πω, ήδη ειπώθηκαν από το Νίκο, ας σημειώσω. Λοιπόν. Αφενός θεωρώ πως ίδιον των ολοκληρωτικών καθεστώτων είναι η παντελής απουσία κριτικού ή αντιπολιτευτικού λόγου. Η εξάλειψη κάθε αντιτιθέμενης φωνής συνιστά αναγκαία προϋπόθεση για την εγκαθίδρυση ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος. Αναμφίβολα δεν είναι αυτό εκείνο με το οποίο έχουμε να κάνουμε στην περίπτωση της σημερινής Κίνας. Όπως αναφέρθηκε επανειλημμένως κατά τον ρου της παρούσας συζήτησης, στην Κίνα είναι αρκετά σύνηθες φαινόμενο το ξέσπασμα εξεγέρσεων στην ύπαιθρο ενάντια στην εφαρμοζόμενη αγροτική πολιτική, ως απόρροια της οποίας προκύπτει η εξαθλίωση των τοπικών πληθυσμών, ενάντια στη σχεδιαζόμενη ανέγερση εργοστασίων που επιδεινώνει περαιτέρω την κατάσταση τους, καταστρέφοντας το περιβάλλον και τις καλλιέργειες από τις οποίες εξαρτάται η επιβίωση των αγροτών κλπ. Επίσης υπάρχουν, όπως μπορούμε να γνωρίζουμε και από τις συνεχείς καταδίκες, δημοσιογράφοι, bloggers κλπ, οι οποίοι διώκονται και φυλακίζονται. Φυλακίζονται, ναι. Κάνεις σώφρων δεν μπορεί βάσιμα να αμφισβητήσει ότι το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης στην Κίνα κατακρεουργείται πλάι σε πλειάδα άλλων δικαιωμάτων.
Όμως ας αναλογιστούμε ποια θα ήταν η τύχη όποιου αμφισβητούσε πτυχές έστω του καθεστώτος σε ένα καθεστώς ολοκληρωτικό. Μάλλον ο θάνατος. Άλλωστε –και εδώ έχουμε ένα ακόμη χαρακτηριστικό, ιδιάζον για τον ολοκληρωτισμό– δεν θα χρειαζόταν κανείς να αμφισβητεί ένα ολοκληρωτικό καθεστώς για να διωχθεί. Θα μπορούσε να καταδικαστεί σε θάνατο ακόμη και «προληπτικά». Πρόκειται για την διαρκή αναταραχή για την οποία ο Νίκος έκανε λόγο, τη «διαρκή επανάσταση», τη συνεχή αβεβαιότητα, το καθεστώς ανασφάλειας υπό το οποίο το σύνολο του πληθυσμού διαβιεί στον ολοκληρωτισμό, που ως φυσική συνέπεια έχει την ολοκληρωτική διάβρωση του κοινωνικού ιστού. Γι’ αυτό και ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, όπως σωστά σημείωσε ο Νίκος, μνημονεύοντας τον Καστοριάδη δεν δύναται να επιβιώσει επί μακρόν, μιας και οδηγεί αναπόφευκτα στην εξάντληση της κοινωνίας. Επίσης θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς ολόκληρες πληθυσμιακές ομάδες τίθενται στο στόχαστρο, θωρούμενες απειλή, «προγραμμένες» ως τέτοια, ως δημόσιος κίνδυνος, κάτι που αποσκοπεί στη διατήρηση της προαναφερθείσας κατάστασης. Στο παράδειγμα της σύγχρονης Κίνας –και παρότι υφίστανται μειονοτικές ομάδες που εξεγείρονται– οι θιβετιανοί, οι μουσουλμάνοι κλπ ναι μεν υφίστανται διακρίσεις, αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας, φυλακίζονται, βασανίζονται, όλα πράγματα, ανεπίτρεπτα, απολύτως κατακριτέα, δεν γεννάται θέμα. Δεν έχει όμως εξυφανθεί ένα σχέδιο μαζικής εξόντωσης τους, δεν υπάρχει Άουσβιτς.
Αλλά όλες οι κατάφορες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η στυγνά εκμεταλλευτική φύση του καθεστώτος, τα ξεσπάσματα ωμής βίας, ο δεσποτισμός, από μόνα τους δεν θα αρκούσαν να προσδώσουν στο καθεστώς τον χαρακτηρισμό του ολοκληρωτικού καθεστώτος. Γιατί; Έγινε λόγος για την επιθυμία της Κινεζικής ηγεσίας να διατηρήσει ανοιχτούς τους διαύλους με τη Δύση. Όπου αυτομάτως αφήνεται να εννοηθεί ότι αυτό επιδιώκεται εξαιτίας της πρωτοκαθεδρίας που έχει προσδοθεί στην οικονομική δραστηριότητα στην εν λόγω κοινωνία, στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που δεν μπορεί ασφαλώς να τεθεί επ’ αμφιβόλλω για χάρη κανενός «καπρίτσιου». Ε λοιπόν, τα πράγματα δεν θα είχαν έτσι σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που σε καμία περίπτωση δεν θα δίσταζε να αφήσει των πληθυσμό να λιμοκτονήσει, προκειμένου να εφαρμοσθεί το «σχέδιο».
Βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες να γίνεται λόγος για το σκάνδαλο που ξέσπασε με το επιμολυσμένο με μελαμίνη βρεφικό γάλα. Βάσει των θέσεων που κατετέθησαν από πλευράς του Θανάση, θα έπρεπε να συμπεράνουμε ότι ο μόνος λόγος που μαθαίνουμε για τα εν λόγω γεγονότα και συμπληρωματικώς μαθαίνουμε ότι το καθεστώς αντί να πει στους γονείς των θυμάτων «α πάτε στο διάλο» παρέχει δωρεάν περίθαλψη, έχει να κάνει με το ότι φιλοδοξεί να επιδείξει καλή διαγωγή έναντι της Δύσης. Αύτη όμως η προσέγγιση δεν στέκει σε μια δεύτερη ανάγνωση. Και δεν στέκει και για λόγους, στους οποίους θα επανέλθω στη συνέχεια. Προς το παρόν με βασανίζει το εξής ερώτημα: και γιατί να θέλει το καθεστώς τη «συμπάθεια» της Δύσης, γιατί να φοβάται μην τυχόν και δεν το παίζουν, μην έχει πρόβλημα με τις εμπορικές σχέσεις, τις τεράστιες εξαγωγές κλπ. Γιατί δεν κάθονται οι στυγνοί δικτάτορες στα αυγά τους, μια χαρά δεν τα περνάνε βασανίζοντας τους πολίτες τους; Ας κάνουν ότι κάνει και ο Κιμ Γιόνγκ Ιλ. Τι τις θέλουν τις επενδύσεις. Ιδού λοιπόν το ερώτημα.
Κατατέθηκε από τον/την «μπαλετ» ο ισχυρισμός, βάσει του οποίου η Κίνα εκφράζει το πρόσωπο του ολοκληρωτισμού που απλά οφείλει να προσαρμοστεί στις εξελίξεις, τεχνολογικές και λοιπές. Όπως οι Ρόλινγκ Στόουνς στα τέλη της δεκαετίας του ’70 ένα πράμα που όφειλαν να ενσωματώσουν τα στοιχεία της ντίσκο για να διατηρηθούν στο προσκήνιο. Ε όχι! Μήπως μπορούμε να εξηγήσουμε και την ανάδυση του ολοκληρωτισμού εκκινώντας από ένα σχήμα που θα έθετε την πρόοδο της τεχνικής ως σημείο αναφοράς; Το αρχικό κείμενο της ομάδας έκανε λόγο για το καλπάζοντα κυνισμό που το καθεστώς έχει υποβάλει στους υπηκόους. Ναι αλλά αυτή η διάλυση που όντως πρέπει να χαρακτηρίζει τον πληθυσμό, στα αστικά κέντρα τουλάχιστον, πως θα μπορούσε να συμβαδίζει με μια ιδεολογία, με γνώμονα την οποία κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής θα «προσαρμοζόταν» σε μία προκρούστια κλίνη; Δεν έχουμε εδώ μια πεποίθηση που να έχει συνεπάρει τη συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού. Δεν έχουμε την «ανωτερότητα της άριας φυλής», «την Γερμανία πάνω απ’ όλα», «το νέο, σοβιετικό άνθρωπο». Δεν έχουμε καν την πολιτισμική επανάσταση πλέον. Στη θέση τους έχουμε τις Κινέζες που κάνουν επώδυνες εγχειρήσεις για να ψηλώσουν, να ασπρίσουν, να πάψουν να έχουν σκιστά μάτια και γενικώς να ανταποκριθούν στα δυτικά πρότυπα ομορφιάς και το 1/3 των κατοίκων των αστικών κέντρων που έχουν εισάγει εσχάτως στη δίαιτα τους την κατανάλωση του –άγνωστου έως πρότινος στους κινέζους– κόκκινου κρέατος σε καθημερινή βάση, με αποτέλεσμα τα υπόλοιπα 2/3 να μην έχουν ρύζι επειδή οι εκτάσεις χρησιμοποιούνται για την καλλιέργεια ζωοτροφων. Μιλάμε δηλαδή για άλλης τάξεως πράγματα.
Με δυό λόγια οφείλουμε να δούμε τον ολοκληρωτισμό ως κοινονικο-ιστορική ανάδυση, όχι ως ένα σύνολο από χαρακτηριστικά που πρέπει να πληρούνται σε κάποιες αναλογίες για να χαρακτηρίσουμε ένα καθεστώς ως τέτοιο.
Δεσμεύτηκα λίγο παραπάνω να επανέλθω αναφορικά με τις ενστάσεις μου τις σχετιζόμενες με την ανάγνωση της «συμπεριφοράς» του καθεστώτος ως παρεπόμενο των δυτικών πιέσεων. Λοιπόν, υπάρχει η γνωστή σε όλους μας, νομίζω, πεποίθηση από την οποία υπαγορεύεται πως οι ελευθερίες και τα δικαιώματα που απολαμβάνουμε στις «φιλελεύθερες ολιγαρχίες» δεν είναι παρά τυπικά, όντας παραχωρήσεις του καπιταλισμού που τις χρειάζεται για την εύρυθμη λειτουργία του. Ε λοιπόν είναι λάθος αυτή η ανάγνωση. Πφφφφχχχμμ! Ας μην μπω τώρα στη διαδικασία να εκθέσω το γιατί, το ξέρουμε, νομίζω και υπάρχει πληθώρα σχετικών παραδειγμάτων που μπορεί να το τεκμηριώσει, αναφέρεται σε αυτά και ο Καστοριάδης, ίσως και το παράδειγμα της Κίνας να μπορούσε να συγκαταλεχθεί σε αυτά. Επομένως είναι λάθος να αφήνει κανείς έξω από το κάδρο την κοινωνία, να λησμονεί εν προκειμένω ότι το καθεστώς έχει να συνυπολογίσει και τις ενδεχόμενες αντιδράσεις του πληθυσμού στα σχέδια του –όπως αυτές στις οποίες έκανα ήδη αναφορά, τονίζοντας πως δεν θα εκδηλωνόταν σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, παρεμπιπτόντως– και αν δεν το κάνει και τον πληθυσμό τον κλάνει, ε κακό του κεφαλιού του…
Έρχομαι σιγά - σιγά με όλα αυτά στο δια ταύτα. Είπα για τις αριστερίστικες ανοησίες που διατυμπανίζουν πως οι ελευθερίες στον καπιταλισμό είναι τυπικές παραχωρήσεις. Υπάρχουν κι άλλες τέτοιες ξέρετε… είναι γεμάτο το σακούλι απ’ όπου βγήκαν. Όπως η γνωστή σάχλα: «τι αστική δημοκρατία τι δικτατορία, τι φασισμός; Άμα δεν έχουμε αναρχία/κομμουνισμό κλπ όλα τα ίδια είναι». Στον αντίποδα αυτής της εμπνευσμένης διαπίστωσης υπάρχει η άλλη, χάρη στην οποία μαθαίνουμε ότι είμαστε πολύ τυχεροί που ανήκωμεν εις την Δύσην, καθότι, φίλτατοι αναγνώστες, έξω από αυτήν ελλοχεύουν φοβεροί κίνδυνοι που απειλούν την ελευθερία μας και οφείλουμε να είμεθα ευγνώμονες και να μην παραπονούμεθα! Είπα πριν ότι αυτή η σοφία βρίσκεται στον αντίποδα της προαναφερθείσας, αλλά μάλλον είχα λάθος, συγχωρείσθε με σας εκλιπαρώ! Για να το θέσω κατά τι ορθότερα: είναι αυτές αι θεόπνευσται θέσεις οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Είναι απλά συμπτώματα της περιρρέουσας σύγχυσης, αυτής εναντίον της οποίας στρεφόμαστε, δηλαδή. Οφείλουμε, λοιπόν, να προσπαθούμε να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, όχι για να είμαστε συνεπείς απέναντι στην Άρεντ –το λέω για όσους τυχόν εξέλαβαν την αρχική μου ερώτηση ως έγκληση απέναντι σας για τέτοιου είδους «ανακολουθία»– άλλα απέναντι στους εαυτούς μας. Και βέβαια το όνομα τον πραγμάτων για να το βρούμε χρειαζόμαστε και διάλογο, όπως ετούτον εδώ.
Μπαίνω στον πειρασμό να προσθέσω κάτι. Ίσως πρέπει να σκεφτούμε τον ολοκληρωτισμό σε δύο -όχι εύκολα διακρινόμενες- εκφάνσεις που σχετίζονται με αντίστοιχες φάσεις της ανάπτυξης του φαινομένου. Ως κίνημα και ως κράτος ή καθεστώς. Πιστεύω λοιπόν, ότι στη σημερινή Κίνα αυτό που μπορεί να υπάρχει είναι το δεύτερο και όχι το πρώτο. Και το πρώτο είναι αυτό που δε μπορεί να υπάρξει για πολύ (βλ. ναζιστική Γερμανία) γιατί γρήγορα φτάνει στα όριά του. Η μετάβαση από το ένα στο άλλο έχει διάφορα χαρακτηριστικά: μείωση της έντασης του παράλογου τρόμου (ελπίζω να με καταλαβαίνεις, Νίκο), σταδιακή αποϊδεολογικοποίηση και ίσως έκπτωση σε ενός είδους κυνισμό. Άμα αφαιρέσουμε από το ολοκληρωτικό κίνημα και κράτος (υπάρχει τέτοια φάση, στην οποία είναι ενεργά και τα δύο) μερικά κβάντα -ας το πούμε- ενεργητικότητας και κρατήσουμε μόνο τους ολοκληρωτικούς θεσμούς που έχουν ήδη εγκαθιδρυθεί, ίσως καταλήξουμε στην περίπτωση της Κίνας ή των σοβιετικών καθεστώτων της αποσταλινοποίησης. Φυσικά, θα πείτε ότι έχουμε έκπτωση σε ένα καθεστώς απλής δικτατορίας. Αλλά τότε χάνουμε από τα μάτια μας τους ολοκληρωτικούς θεσμούς που είναι δομημένοι (μυστική αστυνομία, επιτροπές λογοκρισίας, γκουλάγκ κλπ) και εν λειτουργία μολονότι περιορισμένοι εν σχέσει προς το παρελθόν. Κατά ένα νόημα ξεχνάμε την ίδια τη «διαλεκτική» της ιστορίας εκπίπτοντας σε μια απλή τυπολογία των καθεστώτων που λησμονεί ότι η ιστορική δημιουργικότητα δεν είναι ούτε cum nihilo ούτε in nihilo. Ξεχνάμε επίσης εν προκειμένω τη δυνατότητα του κράτους να επεμβαίνει σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης ζωής (κατάργηση της ιδιωτικότητας με διάφορες διαβαθμίσεις) και τη δυνατότητα να επιβάλλει έναν παράλογο τρόμο, μια βία που δεν έχει καμία λογική (τέτοιες και όχι άλλες είναι οι ισοπεδώσεις χωριών στις οποίες επιδίδεται το κινεζικό ολοκληρωτικό καθεστώς). Συγκρίνεται αυτός ο παραλογισμός αυτός με τον παραλογισμό «θα στείλω τους Εβραίους στη Μαγαδασκάρη»; Ούτε σε έκταση ούτε σε ένταση. Να προσθέσω ένα τελευταίο: όπως στη μετασταλινική Ρωσία, έτσι και στην Κίνα, βασικό συστατικό του φαντασιακού της κοινωνίας είναι ο εθνικισμός «αυτοκρατορικού» τύπου (η ρωσική και η κινεζική αυτοκρατορία που όπου να’ ναι θα ξεδιπλωθεί). Αυτό βέβαια μπορεί να είναι σύμπτωση ή μετεξέλιξη της ίδιας της ολοκληρωτικής ιδεολογίας.
ΥΓ «Αντιπολίτευση» με την ευρεία έννοια υπάρχει ακόμα και στο στάδιο του κινήματος/κράτους. Στο ναζιστικό παράδειγμα, υπάρχει το σχέδιο δολοφονίας του Χίτλερ (όπως κι αν το αποτιμούμε), υπάρχουν παραδείγματα αξιωματικών που αρνούνται να εκτελέσουν εντολές κ.ά. Αλλά όλ’ αυτά σαρώνονται από το κίνημα. Οι εξεγέρσεις στις αγροτικές επαρχίες της Κίνας που πνίγονται στο αίμα σημαίνουν το αυτονόητο ότι απόλυτη ενσωμάτωση δε μπορεί να υπάρξει.
Post a Comment